Στις Βρυξέλλες βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες ο πρόεδρος και
διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης, όπως διαβάσατε στο energypress.
Σκοπός της επίσκεψης Παναγιωτάκη δεν ήταν άλλος από τη διενέργεια επαφών με αρμόδιους παράγοντες για το ζήτημα της παραχώρησης δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή της χώρας.
Ως γνωστόν, πρόκειται για ένα μείζον ζήτημα για τη ΔΕΗ, η οποία βλέπει τα πράγματα να δυσκολεύουν, μετά και την παρέμβαση 7 μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών ηλεκτρισμού, οι οποίες πιέζουν για την υιοθέτηση ακόμα πιο φιλόδοξων στόχων για τους ρύπους, κάτι που βέβαια συνεπάγεται και μεγαλύτερους περιορισμούς στη διάθεση δικαιωμάτων.
Ως αντίβαρο σε αυτή την εξέλιξη, ο κ. Παναγιωτάκης προσβλέπει στη στήριξη
των εκπροσώπων της Εurelectric, του Συνδέσμου Ευρωπαϊκών Επιχειρήσεων Ηλεκτρισμού, προκειμένου να ενισχύσει τις θέσεις της ελληνικής πλευράς.
Μιας Eurelectric στην οποία, όμως, παίζουν σημαντικό ρόλο οι 7 εταιρείες. Βέβαια, αυτό μπορεί και να μην λέει κάτι επί της ουσίας, καθώς είναι γνωστό ότι σε επίπεδο ΕΕ ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και οι συμμαχίες συμπτύσσονται με διαφορετικούς όρους και κίνητρα κάθε φορά. Έτσι, διόλου απίθανο δεν είναι να βρεθούν κι άλλοι σύμμαχοι στο πλευρό της ΔΕΗ.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μάλιστα, αναμένεται η στάση την οποία θα κρατήσουν τελικά οι γερμανικές βιομηχανίες, στον απόηχο της δημοσίευσης του νέου οδικού χάρτη της Γερμανίας για την κλιματική και ενεργειακή πολιτική με άξονα το 2050.
Θυμίζουμε ότι η αναθεωρημένη μορφή του νέου οδικού χάρτη προσφέρει μεγαλύτερα περιθώρια προσαρμογής στις γερμανικές βιομηχανίες και στις συμβατικές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες. Τονίζεται, επίσης, ότι η ενίσχυση των τιμών των δικαιωμάτων αποτελεί σημαντικό ζήτημα για τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία θα επιχειρήσει να καταστήσει το ETS πιο λειτουργικό πανευρωπαϊκά. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι δεν προσδιορίζεται κάποια ημερομηνία λήξης για το λιγνίτη.
Τι έχει να προτάξει η ΔΕΗ;
Δύσκολη εξ αρχής, λοιπόν, είναι η απόπειρα Παναγιωτάκη, αλλά όχι χαμένη από χέρι. Κι αυτό γιατί ο πρόεδρος της ΔΕΗ προσήλθε στις συζητήσεις αυτές κουβαλώντας αρκετά ισχυρά χαρτιά στις αποσκευές του.
Για τις ανάγκες του συγκεκριμένου άρθρου, αφήνουμε κατά μέρος το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης και θα περιοριστούμε μόνο σε δεδομένα που αφορούν τη διαμόρφωση του ενεργειακού χάρτη. Από την άποψη αυτή, λοιπόν, η ελληνική πλευρά έχει να επιδείξει την πρόσφατη θετική απόφαση της Κομισιόν για το νέο καθεστώς στήριξης των ΑΠΕ.
Θυμίζουμε ότι στις 16 Νοεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι το νέο ελληνικό καθεστώς στήριξης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για τη συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Με βάση τη σχετική απόφαση, το νέο καθεστώς εκτιμάται ότι θα βοηθήσει την Ελλάδα να μειώσει τις εκπομπές CO2, σύμφωνα με τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της ΕΕ, χωρίς αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, ένα από τα βασικά ζητούμενα για τη Eurelectic, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, φαίνεται να ικανοποιείται.
Βεβαίως, ο κ. Παναγιωτάκης θα έχει να επιδείξει και τα πρόσφατα ποσοστά συμμετοχής των διαφόρων μονάδων στο σύνολο της εγκατεστημένης ισχύος στο διασυνδεδεμένο σύστημα ανά καύσιμο, που αποτυπώνουν την πορεία αλλαγής του ενεργειακού μίγματος στην Ελλάδα.
Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με το σχετικό δελτίο του ΛΑΓΗΕ για τον Οκτώβριο, οι λιγνιτικές μονάδες συμβάλλουν κατά 23,55% (τον περσινό Οκτώβριο το ποσοστό ήταν 24,64%), οι πετρελαϊκές κατά 1,68% (από 3,86%), οι μονάδες φυσικού αερίου κατά 28,4% (παρέμειναν στο ίδιο ποσοστό), οι υδροηλεκτρικές κατά 18,55% (από 17,55%) και οι μονάδες ΑΠΕ κατά 28,12% (από 25,36%).
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με στοιχεία που δίνει η Eurelectric, το 56% της συνολικά παραγόμενης ηλεκτρικής ισχύος στην Ευρώπη το 2015 προερχόταν από πηγές χαμηλών εκπομπών.
Δεν πρέπει, δε, να αμελεί κανείς ότι η ΔΕΗ έχει να επιδείξει στους συνομιλητές της κι ένα σημαντικό πρόγραμμα αναβάθμισης των ηλεκτροπαραγωγικών της μονάδων.
Επί παραδείγματι, πρόσφατα ανακοινώθηκε από τη ΡΑΕ η απόσυρση των μονάδων ΑΗΣ Αλιβερίου 3 και 4 (πετρελαϊκές, ισχύος 144MW έκαστη), ΑΗΣ Λαυρίου-Κερατέας Ι και ΙΙ (πετρελαϊκές, ισχύος 123 και 287MW αντίστοιχα), ΑΗΣ Αγ. Γεωργίου 8 (φυσικού αερίου, ισχύος 151MW) και ΑΗΣ Πτολεμαΐδας ΙΙΙ και IV (λιγνιτικές, ισχύος 116 και 274MW αντίστοιχα) κατόπιν αιτήματος της ΔΕΗ.
Το γεγονός αυτό ενισχύει το επιχείρημα της ΔΕΗ ότι με την εισαγωγή των δυο νέων μονάδων Πτολεμαίδα V και Μελίτη II και την περιβαλλοντική αναβάθμιση του ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου, σε συνδυασμό με την απόσυρση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής παλαιότερης γενιάς, η χώρα μας θα έχει υπερβεί ήδη μέχρι το 2025 τους αρχικούς στόχους της ΕΕ για μείωση των εκπομπών CO2 που έχουν τεθεί για το έτος 2030.
Σημειώνουμε, τέλος, ότι στην τελευταία του συνεδρίαση, στις 8 Νοεμβρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ αποφάσισε τη στρατηγική, τα εγκριτικά όρια και τις διαδικασίες μέσω των οποίων θα πραγματοποιηθεί η αγορά δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την κάλυψη αναγκών συμμόρφωσης της ΔΕΗ για το έτος 2017. Το περιεχόμενο αυτής της απόφασης ενδεχομένως να αποτελεί ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του κ. Παναγιωτάκη, εφόσον μπορέσει να καταδείξει τη δέσμευση της ΔΕΗ για την πορεία που θα ακολουθηθεί εφεξής.
Οι θέσεις της Eurelectic για τους ρύπους και το ETS
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αποστολή την οποία ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο κ. Παναγιωτάκης είναι δύσκολη, δεδομένων των διακηρυγμένων θέσεων της Eurelectic για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Ρύπων (Emissions Trading Scheme - ETS).
Αν και η Eurelectric δεν έχει δημοσιοποιήσει τις συγκεκριμένες θέσεις της για το ζήτημα που απασχολεί τη ΔΕΗ, τουλάχιστον σε ότι αφορά την παρούσα φάση των συζητήσεων, διαβάζοντας κανείς διάφορες τοποθετήσεις της μπορεί να βγάλει συμπεράσματα, όσο κι αν η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι η λεγόμενη «διπλωματική».
Συγκεκριμένα, η Eurelectric δε φείδεται ευκαιριών για να τονίσει ότι η Ενεργειακή Ένωση θα πρέπει να οικοδομηθεί στη βάση του συστήματος ETS, το οποίο χαρακτηρίζει ως «θεμέλιο λίθο» της κλιματικής πολιτικής της ΕΕ. Υποστηρίζει, δε, ότι απαιτείται ένα ενισχυμένο σύστημα ETS για να επιτευχθεί ο στόχος της ΕΕ για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και καλεί να κατευθυνθούν οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
Μάλιστα, στις θέσεις της για την ευρωπαϊκή πολιτική περιορισμού των εκπομπών άνθρακα στις μετακινήσεις στα πλαίσια της διαβούλευσης για τη στρατηγική της Κομισιόν επί του θέματος, οι οποίες δημοσιοποιήθηκαν πριν από λίγες ημέρες, η Eurelectric υπογραμμίζει ότι κανένας τομέας πέραν του ηλεκτρισμού δεν μπορεί να συμβάλει τόσο αποφασιστικά στον περιορισμό των ανθρακικών εκπομπών.
Σημειώσαμε προηγουμένως ότι η Eurelectric δεν έχει δημοσιοποιήσει θέσεις για την παρούσα φάση των σχετικών συζητήσεων. Όμως, το Μάιο του 2016 είχε εκδώσει κείμενο θέσεων για την αναμόρφωση του ETS. Εκεί, η τοποθέτησή της ήταν σαφής: το σύστημα ETS δεν έχει αποφέρει ακόμα τέτοιες τιμές, ώστε να πυροδοτηθούν αλλαγές της έντασης κι έκτασης που θα απαιτούνταν ώστε να επιτευχθούν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, «η EURELECTRIC υποστηρίζει την αναθεώρηση του ετήσιου γραμμικού παράγοντα στο 2,2% για την φάση 4 του ETS (2021-2030), κάτι που συνάδει με το στόχο για μείωση των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 40%, όπως προβλέπεται από το Πλαίσιο για το Κλίμα και την Ενέργεια 2030». Σημειώνουμε ότι σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινείται και η παρέμβαση των 7 εταιρειών, τουλάχιστον σε σχέση με τον καθορισμό του αλγορίθμου για τον υπολογισμό της μείωσης των εκπομπών.
Μάλιστα, η Eurelectric συμπληρώνει την παραπάνω τοποθέτηση, επισημαίνοντας ουσιαστικά ότι ακόμα και με αυτό τον τρόπο, τα αποτελέσματα δεν θα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά. Συγκεκριμένα, σημειώνει πως «παρόλα αυτά, αναγνωρίζουμε ότι μια τέτοια πορεία θα τοποθετήσει την ΕΕ στο χαμηλότερο επίπεδο των προσδοκιών για την πιο μακροπρόθεσμη φιλοδοξία περί απεμπλοκής από τον άνθρακα μέχρι το 2050».
Όσον αφορά τη διάθεση δικαιωμάτων εκπομπών, η Eurelectric υποστηρίζει ότι «η δωρεάν διάθεση για συγκεκριμένους κλάδους θα πρέπει να συνεχιστεί στη φάση 4» για να συνεχίσει υπογραμμίζοντας ότι συναινεί στην πρόταση της Κομισιόν, βάσει την οποίας το δημοπρατούμενο μέρος δεν μπορεί να είναι μειωμένο σε σχέση με τη φάση 3.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τοποθέτηση της Eurelectric ως προς ένα σημείο που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη ΔΕΗ, δηλαδή τη μετάβαση προς την απεμπλοκή από τον άνθρακα των κρατών-μελών των οποίων οι οικονομίες παρουσιάζουν ισχυρή εξάρτηση από αυτόν. Επί του ζητήματος αυτού, η Eurelectric υποστηρίζει ότι «η ανάπτυξη ενός κατάλληλου μηχανισμού αποζημιώσεων για τις διάφορες βιομηχανίες (όπως η βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας σε χώρες που ξεκινούν από διαφορετική αφετηρία κι έχουν χαμηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ) αποτελεί προϋπόθεση για να μετριαστούν οι άμεσες συνέπειες μιας αυξημένης τιμής άνθρακα στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών και των επιλέξιμων κρατών-μελών».
Ίσως εδώ να είναι όλο το «ζουμί» της συζήτησης. Κι αυτό γιατί, όταν έγινε αυτή η τοποθέτηση, στο τραπέζι της συζήτησης υπήρχε μόνο η αρχική πρόταση της Κομισιόν, η οποία έθετε ως έτος αναφοράς για την ισχύ της ρήτρας ΑΕΠ για τη δωρεάν διάθεση δικαιωμάτων το 2013. Αυτή η πρόταση, ως γνωστόν, άφηνε εκτός την Ελλάδα. Πλέον, τα πράγματα έχουν αλλάξει μετά τον Οκτώβριο, όταν η Επιτροπή Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπερψήφισε τη γνωστή τροπολογία που θέτει ως έτος αναφοράς το 2014.
Οι πιο παρατηρητικοί θα εντόπισαν ότι η Eurelectric δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στον ορισμό του 2013 ως έτους αναφοράς. Αν λοιπόν η Eurelectric δε μπαίνει τόσο πολύ στη συζήτηση για τη συγκεκριμένη διατύπωση, αλλά στηρίζει τη γενική φιλοσοφία του προτεινόμενου πλαισίου, τότε είναι πιθανό οι προσπάθειες του κ. Παναγιωτάκη να συναντήσουν ευήκοα ώτα. Αν, όμως, η παραπάνω διατύπωση υποδηλώνει ότι η Eurelectric είναι άτεγκτη και δεν πάει πίσω από την αρχική πρόταση της Κομισιόν, τότε μάλλον τα πράγματα θα είναι σκούρα.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η πλάστιγγα γέρνει προς τη θετική για τη ΔΕΗ ερμηνεία, αν συνυπολογίσει ότι η Eurelectric αφήνει στην κατακλείδα της τοποθέτησής της ανοιχτό το ζήτημα της θέσης που θα πάρει σε ενδεχόμενες προτάσεις για ένα βελτίωση του πλαισίου διακυβέρνησης της διαδικασίας, ώστε να αποτυπώνονται καλύτερα «οι συνέπειες άλλων μέτρων εθνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής στο ETS». Είναι προφανές ότι η διατύπωση αυτή εύκολα θα μπορούσε να καλύψει την θέση της ελληνικής πλευράς για τις συνέπειες της κρίσης και των υιοθετηθέντων πολιτικών που έφεραν το ΑΕΠ της χώρας κάτω από το 60% του μέσου όρου της ΕΕ το 2014.
Η Eurelectric διευκρινίζει ότι θα τοποθετηθεί σε κάθε τέτοια πρόταση συνεκτιμώντας την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα, τις συνέπειες και το χρονισμό της, ως προς την επίτευξη του στόχου για τη μείωση των εκπομπών, σύμφωνα με τις προβλέψεις της συμφωνίας του Παρισιού και σε σχέση με τις ενέργειες των ανταγωνιστών της ΕΕ στη διεθνή οικονομία.
Η απόπειρα Παναγιωτάκη θα μπορούσε, ίσως, να βρει και επιπλέον έρεισμα στη θέση που διατυπώθηκε σε πρόσφατη έκδοση της Eurelectic, με τίτλο «Σχεδιασμός της αγοράς ηλεκτρισμού κατάλληλου για τη μετάβαση στις χαμηλές εκπομπές άνθρακα». Εκεί επισημαίνει ότι «με ένα ενισχυμένο σύστημα τιμών του άνθρακα και επιταχυνόμενη μείωση των ορίων διακύμανσης, οι ανάγκη για πρόσθετα μέτρα για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί να περιοριστεί εντός των κλάδων ETS». Συνδέει, δε, το στόχο για ενίσχυση των ΑΠΕ με την ασφάλεια του συστήματος και την ανταγωνιστικότητα προς όφελος του καταναλωτή και καλεί την ΕΕ να λάβει μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση, με γνώμονα να περιοριστούν οι αναταράξεις στην αγορά. Μάλιστα, επισημαίνει ότι η επάρκεια του συστήματος θα πρέπει να υπηρετείται από περιφερειακές πολιτικές, με τη συνδρομή τόσο των τομέων της βιομηχανίας που εμπίπτουν στο σύστημα ETS, όσο και των υπολοίπων.
Από την άλλη, κάποιος θα μπορούσε να σταθεί σε κάποιες άλλες πλευρές, που ίσως να ψαλλιδίζουν τις σχετικές προσδοκίες. Το λέμε αυτό, γιατί μάλλον έτσι θα πρέπει να εκληφθεί η τοποθέτηση της Eurelectric στο προαναφερθέν κείμενο θέσεων για την αναμόρφωση του ETS, βάσει της οποίας στο αναθεωρημένο πλαίσιο θα πρέπει να συμπεριληφθούν προβλέψεις για ευθυγράμμισή του με τυχόν ανεβασμένους κλιματικούς στόχους που ενδεχομένως θέσει η ΕΕ στο μέλλον, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.
Όταν η Γαλλία, δια στόματος του προέδρου Φρ. Ολάντ και η Φινλανδία, δια στόματος του υπουργού Οικονομικών Όλι Ρεν, θέτουν ως στόχο την απεμπλοκή της ηλεκτροπαραγωγής από τον άνθρακα μέχρι το 2023 και το 2030 αντίστοιχα, η υιοθέτηση πιο φιλόδοξων στόχων ίσως να μην είναι και τόσο μακριά. Από την άλλη μεριά, βέβαια, ίσως να λειτουργήσει ως αντίβαρο ο γερμανικός σχεδιασμός, σύμφωνα με τον οποίο η ενεργειακή παραγωγή θα πρέπει να καταστεί σχεδόν 100% καθαρή μέχρι το 2050.
Πάντως, το Μάρτιο τα κατάφερε
Αξίζει να σημειώσουμε ένα περιστατικό που ίσως αποδειχθεί σημαντικό και για τα μελλούμενα.
Νωρίτερα φέτος, και συγκεκριμένα στις 16 και 17 Μαρτίου, όταν και συνεδρίασε το διοικητικό συμβούλιο της Eurelectric στις Βρυξέλλες με θέμα το νέο σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, η εισήγηση περιλάμβανε και τη θέση για παρεμβάσεις στην αγορά των δικαιωμάτων εκπομπών, με στόχο την αύξηση της τιμής τους.
Η θέση αυτή συνάντησε τότε την έντονη αντίδραση του κ. Παναγιωτάκη, καθώς και των εκπροσώπων των εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας χωρών όπως η Πολωνία και άλλες, με αποτέλεσμα να απαλειφθεί από την τελική απόφαση.
Κι ενώ αυτό είναι ένα παράδειγμα που δείχνει ότι υπάρχουν περιθώρια επιτυχούς παρέμβασης στη Eurelectric, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πλέον οι εκπρόσωποι χωρών όπως η Πολωνία δύσκολα θα σταθούν αρωγοί στο πλευρό της ΔΕΗ.
Κι αυτό γιατί τα συμφέροντα τους θίγονται, εφόσον ισχύσουν τελικά τα προβλεπόμενα στην τροπολογία που υπερψήφισε η Επιτροπής Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωκοινοβουλίου τον Οκτώβριο. Βάσει αυτής, η διάθεση δωρεάν δικαιωμάτων επεκτείνεται και στις χώρες που είχαν ΑΕΠ κάτω του 60% του κοινοτικού μέσου όρου το 2014, κι όχι μόνο το 2013, όπως προβλεπόταν αρχικά.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση που τελικά αυτή η πρόταση που θα υιοθετηθεί από την Ολομέλεια, η Ελλάδα θα γίνει η ενδέκατη χώρα που θα κατοχυρώσει δωρεάν διαθέσιμα δικαιωμάτων, προστιθέμενη στις δέκα χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Εσθονία, Κροατία, Λιθουανία και Λετονία) που ευνοούνταν από την αρχική πρόβλεψη.
Το αποτέλεσμα θα είναι να περιοριστούν τα διαθέσιμα δικαιώματα που αναλογούν σε κάθε εξαιρούμενη χώρα, εξ ου και οι αντιδράσεις από τη μεριά των 10 χωρών.
Είναι πρόδηλο ότι μόνο με ροδοπέταλα δεν είναι στρωμένος ο δρόμος για την ευόδωση της προσπάθειας της ΔΕΗ. Δεν έχουμε, λοιπόν, παρά να περιμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τι καρπούς απέφεραν οι επαφές του κ. Παναγιωτάκη στις Βρυξέλλες.
http://energypress.gr/news/tha-dosei-i-eurelectric-heira-voitheias-sti-dei-gia-toys-rypoys
Σκοπός της επίσκεψης Παναγιωτάκη δεν ήταν άλλος από τη διενέργεια επαφών με αρμόδιους παράγοντες για το ζήτημα της παραχώρησης δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή της χώρας.
Ως γνωστόν, πρόκειται για ένα μείζον ζήτημα για τη ΔΕΗ, η οποία βλέπει τα πράγματα να δυσκολεύουν, μετά και την παρέμβαση 7 μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών ηλεκτρισμού, οι οποίες πιέζουν για την υιοθέτηση ακόμα πιο φιλόδοξων στόχων για τους ρύπους, κάτι που βέβαια συνεπάγεται και μεγαλύτερους περιορισμούς στη διάθεση δικαιωμάτων.
Ως αντίβαρο σε αυτή την εξέλιξη, ο κ. Παναγιωτάκης προσβλέπει στη στήριξη
των εκπροσώπων της Εurelectric, του Συνδέσμου Ευρωπαϊκών Επιχειρήσεων Ηλεκτρισμού, προκειμένου να ενισχύσει τις θέσεις της ελληνικής πλευράς.
Μιας Eurelectric στην οποία, όμως, παίζουν σημαντικό ρόλο οι 7 εταιρείες. Βέβαια, αυτό μπορεί και να μην λέει κάτι επί της ουσίας, καθώς είναι γνωστό ότι σε επίπεδο ΕΕ ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος και οι συμμαχίες συμπτύσσονται με διαφορετικούς όρους και κίνητρα κάθε φορά. Έτσι, διόλου απίθανο δεν είναι να βρεθούν κι άλλοι σύμμαχοι στο πλευρό της ΔΕΗ.
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, μάλιστα, αναμένεται η στάση την οποία θα κρατήσουν τελικά οι γερμανικές βιομηχανίες, στον απόηχο της δημοσίευσης του νέου οδικού χάρτη της Γερμανίας για την κλιματική και ενεργειακή πολιτική με άξονα το 2050.
Θυμίζουμε ότι η αναθεωρημένη μορφή του νέου οδικού χάρτη προσφέρει μεγαλύτερα περιθώρια προσαρμογής στις γερμανικές βιομηχανίες και στις συμβατικές ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες. Τονίζεται, επίσης, ότι η ενίσχυση των τιμών των δικαιωμάτων αποτελεί σημαντικό ζήτημα για τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία θα επιχειρήσει να καταστήσει το ETS πιο λειτουργικό πανευρωπαϊκά. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι δεν προσδιορίζεται κάποια ημερομηνία λήξης για το λιγνίτη.
Τι έχει να προτάξει η ΔΕΗ;
Δύσκολη εξ αρχής, λοιπόν, είναι η απόπειρα Παναγιωτάκη, αλλά όχι χαμένη από χέρι. Κι αυτό γιατί ο πρόεδρος της ΔΕΗ προσήλθε στις συζητήσεις αυτές κουβαλώντας αρκετά ισχυρά χαρτιά στις αποσκευές του.
Για τις ανάγκες του συγκεκριμένου άρθρου, αφήνουμε κατά μέρος το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης και θα περιοριστούμε μόνο σε δεδομένα που αφορούν τη διαμόρφωση του ενεργειακού χάρτη. Από την άποψη αυτή, λοιπόν, η ελληνική πλευρά έχει να επιδείξει την πρόσφατη θετική απόφαση της Κομισιόν για το νέο καθεστώς στήριξης των ΑΠΕ.
Θυμίζουμε ότι στις 16 Νοεμβρίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι το νέο ελληνικό καθεστώς στήριξης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για τη συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Με βάση τη σχετική απόφαση, το νέο καθεστώς εκτιμάται ότι θα βοηθήσει την Ελλάδα να μειώσει τις εκπομπές CO2, σύμφωνα με τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους της ΕΕ, χωρίς αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, ένα από τα βασικά ζητούμενα για τη Eurelectic, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, φαίνεται να ικανοποιείται.
Βεβαίως, ο κ. Παναγιωτάκης θα έχει να επιδείξει και τα πρόσφατα ποσοστά συμμετοχής των διαφόρων μονάδων στο σύνολο της εγκατεστημένης ισχύος στο διασυνδεδεμένο σύστημα ανά καύσιμο, που αποτυπώνουν την πορεία αλλαγής του ενεργειακού μίγματος στην Ελλάδα.
Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με το σχετικό δελτίο του ΛΑΓΗΕ για τον Οκτώβριο, οι λιγνιτικές μονάδες συμβάλλουν κατά 23,55% (τον περσινό Οκτώβριο το ποσοστό ήταν 24,64%), οι πετρελαϊκές κατά 1,68% (από 3,86%), οι μονάδες φυσικού αερίου κατά 28,4% (παρέμειναν στο ίδιο ποσοστό), οι υδροηλεκτρικές κατά 18,55% (από 17,55%) και οι μονάδες ΑΠΕ κατά 28,12% (από 25,36%).
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με στοιχεία που δίνει η Eurelectric, το 56% της συνολικά παραγόμενης ηλεκτρικής ισχύος στην Ευρώπη το 2015 προερχόταν από πηγές χαμηλών εκπομπών.
Δεν πρέπει, δε, να αμελεί κανείς ότι η ΔΕΗ έχει να επιδείξει στους συνομιλητές της κι ένα σημαντικό πρόγραμμα αναβάθμισης των ηλεκτροπαραγωγικών της μονάδων.
Επί παραδείγματι, πρόσφατα ανακοινώθηκε από τη ΡΑΕ η απόσυρση των μονάδων ΑΗΣ Αλιβερίου 3 και 4 (πετρελαϊκές, ισχύος 144MW έκαστη), ΑΗΣ Λαυρίου-Κερατέας Ι και ΙΙ (πετρελαϊκές, ισχύος 123 και 287MW αντίστοιχα), ΑΗΣ Αγ. Γεωργίου 8 (φυσικού αερίου, ισχύος 151MW) και ΑΗΣ Πτολεμαΐδας ΙΙΙ και IV (λιγνιτικές, ισχύος 116 και 274MW αντίστοιχα) κατόπιν αιτήματος της ΔΕΗ.
Το γεγονός αυτό ενισχύει το επιχείρημα της ΔΕΗ ότι με την εισαγωγή των δυο νέων μονάδων Πτολεμαίδα V και Μελίτη II και την περιβαλλοντική αναβάθμιση του ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου, σε συνδυασμό με την απόσυρση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής παλαιότερης γενιάς, η χώρα μας θα έχει υπερβεί ήδη μέχρι το 2025 τους αρχικούς στόχους της ΕΕ για μείωση των εκπομπών CO2 που έχουν τεθεί για το έτος 2030.
Σημειώνουμε, τέλος, ότι στην τελευταία του συνεδρίαση, στις 8 Νοεμβρίου, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ αποφάσισε τη στρατηγική, τα εγκριτικά όρια και τις διαδικασίες μέσω των οποίων θα πραγματοποιηθεί η αγορά δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την κάλυψη αναγκών συμμόρφωσης της ΔΕΗ για το έτος 2017. Το περιεχόμενο αυτής της απόφασης ενδεχομένως να αποτελεί ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του κ. Παναγιωτάκη, εφόσον μπορέσει να καταδείξει τη δέσμευση της ΔΕΗ για την πορεία που θα ακολουθηθεί εφεξής.
Οι θέσεις της Eurelectic για τους ρύπους και το ETS
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αποστολή την οποία ανέλαβε να φέρει σε πέρας ο κ. Παναγιωτάκης είναι δύσκολη, δεδομένων των διακηρυγμένων θέσεων της Eurelectic για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Ρύπων (Emissions Trading Scheme - ETS).
Αν και η Eurelectric δεν έχει δημοσιοποιήσει τις συγκεκριμένες θέσεις της για το ζήτημα που απασχολεί τη ΔΕΗ, τουλάχιστον σε ότι αφορά την παρούσα φάση των συζητήσεων, διαβάζοντας κανείς διάφορες τοποθετήσεις της μπορεί να βγάλει συμπεράσματα, όσο κι αν η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι η λεγόμενη «διπλωματική».
Συγκεκριμένα, η Eurelectric δε φείδεται ευκαιριών για να τονίσει ότι η Ενεργειακή Ένωση θα πρέπει να οικοδομηθεί στη βάση του συστήματος ETS, το οποίο χαρακτηρίζει ως «θεμέλιο λίθο» της κλιματικής πολιτικής της ΕΕ. Υποστηρίζει, δε, ότι απαιτείται ένα ενισχυμένο σύστημα ETS για να επιτευχθεί ο στόχος της ΕΕ για περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και καλεί να κατευθυνθούν οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και την ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
Μάλιστα, στις θέσεις της για την ευρωπαϊκή πολιτική περιορισμού των εκπομπών άνθρακα στις μετακινήσεις στα πλαίσια της διαβούλευσης για τη στρατηγική της Κομισιόν επί του θέματος, οι οποίες δημοσιοποιήθηκαν πριν από λίγες ημέρες, η Eurelectric υπογραμμίζει ότι κανένας τομέας πέραν του ηλεκτρισμού δεν μπορεί να συμβάλει τόσο αποφασιστικά στον περιορισμό των ανθρακικών εκπομπών.
Σημειώσαμε προηγουμένως ότι η Eurelectric δεν έχει δημοσιοποιήσει θέσεις για την παρούσα φάση των σχετικών συζητήσεων. Όμως, το Μάιο του 2016 είχε εκδώσει κείμενο θέσεων για την αναμόρφωση του ETS. Εκεί, η τοποθέτησή της ήταν σαφής: το σύστημα ETS δεν έχει αποφέρει ακόμα τέτοιες τιμές, ώστε να πυροδοτηθούν αλλαγές της έντασης κι έκτασης που θα απαιτούνταν ώστε να επιτευχθούν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, «η EURELECTRIC υποστηρίζει την αναθεώρηση του ετήσιου γραμμικού παράγοντα στο 2,2% για την φάση 4 του ETS (2021-2030), κάτι που συνάδει με το στόχο για μείωση των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 40%, όπως προβλέπεται από το Πλαίσιο για το Κλίμα και την Ενέργεια 2030». Σημειώνουμε ότι σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινείται και η παρέμβαση των 7 εταιρειών, τουλάχιστον σε σχέση με τον καθορισμό του αλγορίθμου για τον υπολογισμό της μείωσης των εκπομπών.
Μάλιστα, η Eurelectric συμπληρώνει την παραπάνω τοποθέτηση, επισημαίνοντας ουσιαστικά ότι ακόμα και με αυτό τον τρόπο, τα αποτελέσματα δεν θα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά. Συγκεκριμένα, σημειώνει πως «παρόλα αυτά, αναγνωρίζουμε ότι μια τέτοια πορεία θα τοποθετήσει την ΕΕ στο χαμηλότερο επίπεδο των προσδοκιών για την πιο μακροπρόθεσμη φιλοδοξία περί απεμπλοκής από τον άνθρακα μέχρι το 2050».
Όσον αφορά τη διάθεση δικαιωμάτων εκπομπών, η Eurelectric υποστηρίζει ότι «η δωρεάν διάθεση για συγκεκριμένους κλάδους θα πρέπει να συνεχιστεί στη φάση 4» για να συνεχίσει υπογραμμίζοντας ότι συναινεί στην πρόταση της Κομισιόν, βάσει την οποίας το δημοπρατούμενο μέρος δεν μπορεί να είναι μειωμένο σε σχέση με τη φάση 3.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τοποθέτηση της Eurelectric ως προς ένα σημείο που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη ΔΕΗ, δηλαδή τη μετάβαση προς την απεμπλοκή από τον άνθρακα των κρατών-μελών των οποίων οι οικονομίες παρουσιάζουν ισχυρή εξάρτηση από αυτόν. Επί του ζητήματος αυτού, η Eurelectric υποστηρίζει ότι «η ανάπτυξη ενός κατάλληλου μηχανισμού αποζημιώσεων για τις διάφορες βιομηχανίες (όπως η βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας σε χώρες που ξεκινούν από διαφορετική αφετηρία κι έχουν χαμηλότερο κατά κεφαλή ΑΕΠ) αποτελεί προϋπόθεση για να μετριαστούν οι άμεσες συνέπειες μιας αυξημένης τιμής άνθρακα στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών και των επιλέξιμων κρατών-μελών».
Ίσως εδώ να είναι όλο το «ζουμί» της συζήτησης. Κι αυτό γιατί, όταν έγινε αυτή η τοποθέτηση, στο τραπέζι της συζήτησης υπήρχε μόνο η αρχική πρόταση της Κομισιόν, η οποία έθετε ως έτος αναφοράς για την ισχύ της ρήτρας ΑΕΠ για τη δωρεάν διάθεση δικαιωμάτων το 2013. Αυτή η πρόταση, ως γνωστόν, άφηνε εκτός την Ελλάδα. Πλέον, τα πράγματα έχουν αλλάξει μετά τον Οκτώβριο, όταν η Επιτροπή Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπερψήφισε τη γνωστή τροπολογία που θέτει ως έτος αναφοράς το 2014.
Οι πιο παρατηρητικοί θα εντόπισαν ότι η Eurelectric δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στον ορισμό του 2013 ως έτους αναφοράς. Αν λοιπόν η Eurelectric δε μπαίνει τόσο πολύ στη συζήτηση για τη συγκεκριμένη διατύπωση, αλλά στηρίζει τη γενική φιλοσοφία του προτεινόμενου πλαισίου, τότε είναι πιθανό οι προσπάθειες του κ. Παναγιωτάκη να συναντήσουν ευήκοα ώτα. Αν, όμως, η παραπάνω διατύπωση υποδηλώνει ότι η Eurelectric είναι άτεγκτη και δεν πάει πίσω από την αρχική πρόταση της Κομισιόν, τότε μάλλον τα πράγματα θα είναι σκούρα.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η πλάστιγγα γέρνει προς τη θετική για τη ΔΕΗ ερμηνεία, αν συνυπολογίσει ότι η Eurelectric αφήνει στην κατακλείδα της τοποθέτησής της ανοιχτό το ζήτημα της θέσης που θα πάρει σε ενδεχόμενες προτάσεις για ένα βελτίωση του πλαισίου διακυβέρνησης της διαδικασίας, ώστε να αποτυπώνονται καλύτερα «οι συνέπειες άλλων μέτρων εθνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής στο ETS». Είναι προφανές ότι η διατύπωση αυτή εύκολα θα μπορούσε να καλύψει την θέση της ελληνικής πλευράς για τις συνέπειες της κρίσης και των υιοθετηθέντων πολιτικών που έφεραν το ΑΕΠ της χώρας κάτω από το 60% του μέσου όρου της ΕΕ το 2014.
Η Eurelectric διευκρινίζει ότι θα τοποθετηθεί σε κάθε τέτοια πρόταση συνεκτιμώντας την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα, τις συνέπειες και το χρονισμό της, ως προς την επίτευξη του στόχου για τη μείωση των εκπομπών, σύμφωνα με τις προβλέψεις της συμφωνίας του Παρισιού και σε σχέση με τις ενέργειες των ανταγωνιστών της ΕΕ στη διεθνή οικονομία.
Η απόπειρα Παναγιωτάκη θα μπορούσε, ίσως, να βρει και επιπλέον έρεισμα στη θέση που διατυπώθηκε σε πρόσφατη έκδοση της Eurelectic, με τίτλο «Σχεδιασμός της αγοράς ηλεκτρισμού κατάλληλου για τη μετάβαση στις χαμηλές εκπομπές άνθρακα». Εκεί επισημαίνει ότι «με ένα ενισχυμένο σύστημα τιμών του άνθρακα και επιταχυνόμενη μείωση των ορίων διακύμανσης, οι ανάγκη για πρόσθετα μέτρα για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μπορεί να περιοριστεί εντός των κλάδων ETS». Συνδέει, δε, το στόχο για ενίσχυση των ΑΠΕ με την ασφάλεια του συστήματος και την ανταγωνιστικότητα προς όφελος του καταναλωτή και καλεί την ΕΕ να λάβει μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση, με γνώμονα να περιοριστούν οι αναταράξεις στην αγορά. Μάλιστα, επισημαίνει ότι η επάρκεια του συστήματος θα πρέπει να υπηρετείται από περιφερειακές πολιτικές, με τη συνδρομή τόσο των τομέων της βιομηχανίας που εμπίπτουν στο σύστημα ETS, όσο και των υπολοίπων.
Από την άλλη, κάποιος θα μπορούσε να σταθεί σε κάποιες άλλες πλευρές, που ίσως να ψαλλιδίζουν τις σχετικές προσδοκίες. Το λέμε αυτό, γιατί μάλλον έτσι θα πρέπει να εκληφθεί η τοποθέτηση της Eurelectric στο προαναφερθέν κείμενο θέσεων για την αναμόρφωση του ETS, βάσει της οποίας στο αναθεωρημένο πλαίσιο θα πρέπει να συμπεριληφθούν προβλέψεις για ευθυγράμμισή του με τυχόν ανεβασμένους κλιματικούς στόχους που ενδεχομένως θέσει η ΕΕ στο μέλλον, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.
Όταν η Γαλλία, δια στόματος του προέδρου Φρ. Ολάντ και η Φινλανδία, δια στόματος του υπουργού Οικονομικών Όλι Ρεν, θέτουν ως στόχο την απεμπλοκή της ηλεκτροπαραγωγής από τον άνθρακα μέχρι το 2023 και το 2030 αντίστοιχα, η υιοθέτηση πιο φιλόδοξων στόχων ίσως να μην είναι και τόσο μακριά. Από την άλλη μεριά, βέβαια, ίσως να λειτουργήσει ως αντίβαρο ο γερμανικός σχεδιασμός, σύμφωνα με τον οποίο η ενεργειακή παραγωγή θα πρέπει να καταστεί σχεδόν 100% καθαρή μέχρι το 2050.
Πάντως, το Μάρτιο τα κατάφερε
Αξίζει να σημειώσουμε ένα περιστατικό που ίσως αποδειχθεί σημαντικό και για τα μελλούμενα.
Νωρίτερα φέτος, και συγκεκριμένα στις 16 και 17 Μαρτίου, όταν και συνεδρίασε το διοικητικό συμβούλιο της Eurelectric στις Βρυξέλλες με θέμα το νέο σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, η εισήγηση περιλάμβανε και τη θέση για παρεμβάσεις στην αγορά των δικαιωμάτων εκπομπών, με στόχο την αύξηση της τιμής τους.
Η θέση αυτή συνάντησε τότε την έντονη αντίδραση του κ. Παναγιωτάκη, καθώς και των εκπροσώπων των εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας χωρών όπως η Πολωνία και άλλες, με αποτέλεσμα να απαλειφθεί από την τελική απόφαση.
Κι ενώ αυτό είναι ένα παράδειγμα που δείχνει ότι υπάρχουν περιθώρια επιτυχούς παρέμβασης στη Eurelectric, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι πλέον οι εκπρόσωποι χωρών όπως η Πολωνία δύσκολα θα σταθούν αρωγοί στο πλευρό της ΔΕΗ.
Κι αυτό γιατί τα συμφέροντα τους θίγονται, εφόσον ισχύσουν τελικά τα προβλεπόμενα στην τροπολογία που υπερψήφισε η Επιτροπής Βιομηχανίας και Ενέργειας του Ευρωκοινοβουλίου τον Οκτώβριο. Βάσει αυτής, η διάθεση δωρεάν δικαιωμάτων επεκτείνεται και στις χώρες που είχαν ΑΕΠ κάτω του 60% του κοινοτικού μέσου όρου το 2014, κι όχι μόνο το 2013, όπως προβλεπόταν αρχικά.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση που τελικά αυτή η πρόταση που θα υιοθετηθεί από την Ολομέλεια, η Ελλάδα θα γίνει η ενδέκατη χώρα που θα κατοχυρώσει δωρεάν διαθέσιμα δικαιωμάτων, προστιθέμενη στις δέκα χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία, Εσθονία, Κροατία, Λιθουανία και Λετονία) που ευνοούνταν από την αρχική πρόβλεψη.
Το αποτέλεσμα θα είναι να περιοριστούν τα διαθέσιμα δικαιώματα που αναλογούν σε κάθε εξαιρούμενη χώρα, εξ ου και οι αντιδράσεις από τη μεριά των 10 χωρών.
Είναι πρόδηλο ότι μόνο με ροδοπέταλα δεν είναι στρωμένος ο δρόμος για την ευόδωση της προσπάθειας της ΔΕΗ. Δεν έχουμε, λοιπόν, παρά να περιμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τι καρπούς απέφεραν οι επαφές του κ. Παναγιωτάκη στις Βρυξέλλες.
http://energypress.gr/news/tha-dosei-i-eurelectric-heira-voitheias-sti-dei-gia-toys-rypoys