Στο επίκεντρο της επικαιρότητας βρέθηκε η ΔΕΗ μετά την δημοσιοποίηση του σχεδίου Mckinsey.
Οι επισημάνσεις του διεθνούς οίκου για την οικονομική κατάσταση της εταιρίας αλλά και τα προτεινόμενα μέτρα για την βελτίωσή της, όπως η αύξηση τιμολογίων ρεύματος και η μείωση των εργαζομένων τουλάχιστον κατά 2.000 άτομα μέσω ενός προγράμματος εθελουσίας εξόδου, έγιναν αφορμή για πολιτική αντιπαράθεση η οποία αναμένεται να κλιμακωθεί αφού το θέμα των τιμολογίων προσφέρεται για λαϊκή κατανάλωση.
Αυτή όμως είναι η επικοινωνιακή και μόνο πλευρά ενός πολύ σοβαρού για την ελληνική οικονομία ζητήματος, την βιωσιμότητα της ΔΕΗ, του πυλώνα δηλαδή της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού, αφού εξακολουθεί να ελέγχει το 54,2% της
χονδρικής αγοράς και το 88,2% της λιανικής (31/12/2017).
Ασχέτως αν η διοίκηση της ΔΕΗ αποδέχεται ή όχι τις σοβαρές επισημάνσεις της Mckinsey δύσκολα θα τις αγνοήσει, ενώ σε κάθε περίπτωση το αργότερο μέχρι τις 26 Ιουνίου που έχει οριστεί η έκτακτη γενική συνέλευση τη ΔΕΗ για να εγκρίνει την απόσχιση των μονάδων Φλώρινας και Μεγαλόπολης το τοπίο σε σχέση με το νέο business plan και τα μέτρα εξυγίανσης θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει.
Η κατάρτιση στρατηγικού σχεδίου από ανεξάρτητο διεθνή οίκο αποτελεί μνημονιακή δέσμευση και όχι τυχαία, αφού η επιδιωκόμενη αναδιάρθρωση της αγοράς ηλεκτρισμού δεν μπορεί να προχωρήσει με την δεσπόζουσα εταιρία ζημιογόνα.

Σύμφωνα με πληροφορίες η ΔΕΗ ανανέωσε την σύμβαση με την Mckisney με ποσόν που ανέρχεται στα 600.000 ευρώ.
Παράλληλα κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι μπορεί οι λιγνιτικές μονάδες να μεταβιβαστούν όμως αυτό δεν θα σημάνει ότι η ΔΕΗ θα χάσει και το αντίστοιχο μερίδιο του 50% μέχρι το 2020.
Η μείωση του μεριδίου στο 50% το 2020 είναι ένα σενάριο που πρέπει να εγκαταλειφθεί προς το παρόν.
Κατά τον τρόπο αυτό η απελευθέρωση της αγοράς θα αποκτήσει νέα δεδομένα, όμως η ΔΕΗ μπορεί να αποφύγει μια δυσμενή για αυτήν συχέτιση άμεσης σημαντικής απώλειας μεριδίων, καθώς εκτιμάται σαν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί η μεγάλη μείωση μεριδίου με την πώληση των μονάδων.
Η αναχρηματοδότηση των δανειακών υποχρεώσεων απαιτεί ενέχυρα.
Αυτό είναι μια βασική παράμετρος που έχουν θέσει οι θεσμοί, ενώ ισχυρό λόγο πλέον για την διασφάλιση της βιωσιμότητας της ΔΕΗ έχουν και οι συστημικές Τράπεζες που καλούνται να αναχρηματοδοτήσουν το δάνειο ύψους 1,3 δισ. ευρώ.
Η αναχρηματοδότηση ενός τέτοιου μεγέθους δανείου με τις τράπεζες να ελέγχονται από τον ESM δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση γι’ αυτό και θέτουν ιδιαίτερα αυστηρούς όρους.
Οι συστημικές Τράπεζες εκτιμούν ότι το σχέδιο Mckinsey που είδε το φως της δημοσιότητας δεν θέτει φιλόδοξους στόχους και πιέζουν στην κατεύθυνση πιο αποδοτικών μέτρων, ενώ έχουν  ήδη θέσει ως προαπαιτούμενο για την αναχρηματοδότηση του δανείου – και το έχει αποδεχθεί ο κ. Παναγιωτάκης – την στενή παρακολούθηση της υλοποίησής του βήμα προς βήμα.
Το βασικό στοιχείο είναι το ποσοστό του τιμήματος από την πώληση των λιγνιτικών θα μπει στα ενέχευρα και θα διοχετευθεί άμεσα στις τράπεζες. Δηλαδή σε ποιό ποσοστό επί του τιμήματος θα υλοποιηθεί αυτό και αν θα είναι χαμηλότερο από 70%, καθώς επίσης και ποιό θα είναι το τίμημα των πωλήσεων.
Επίσης αν θα συμφωνηθεί να μπουν ενέχυρο οι μετοχές από άλλες θυγατρικές της ΔΕΗ.
Σε κάθε περίπτωση οι Τράπεζες δεν πρόκειται να προχωρήσουν στην αναχρηματοδότηση χωρίς την έγκριση ενός βιώσιμου business plan.
Από την άλλη η ΔΕΗ δεν μπορεί να προχωρήσει στην έναρξη του διαγωνισμού για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων χωρίς να έχει έρθει προηγουμένως σε συμφωνία με τις Τράπεζες για την αναχρηματοδότηση του δανείου των 1,3 δισ. ευρώ.
Τα δάνεια έχουν εκχωρηθεί με ρήτρες για καταγγελία των συμβάσεων σε περίπτωση μεταβολής της περιουσιακής βάσης της εταιρίας που σημαίνει ότι η συναίνεση των Τραπεζών είναι απαραίτητη για να προχωρήσει ο διαγωνισμός για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων, η έναρξη του οποίου θα πρέπει να γίνει μέχρι το τέλος Ιουνίου 2018.
Είναι αρκετά πρόσφατη εξάλλου η στάση των Τραπεζών στην περίπτωση της πώλησης του ΑΔΜΗΕ όταν «μπλόκαραν» τη γενική συνέλευση της ΔΕΗ μέχρι να υπογραφεί συμφωνία – πλαίσιο για την αναχρηματοδότηση δανείου ύψους 200 εκατ. ευρώ, το οποίο τελικά δόθηκε με αυξημένες δεσμεύσεις από πλευράς της ΔΕΗ και εκχώρηση συμβάσεων πελατών της.

Επιτυχή αναδιάρθρωση επιζητούν οι πιστώτριες τράπεζες
Η συμφωνία δηλαδή με τις Τράπεζες για αναχρηματοδότηση των δανείων αποτελεί επί της ουσίας προαπαιτούμενο για την υλοποίηση του σχεδίου αποεπένδυσης, ενώ οι Τράπεζες δύσκολα θα δεχθούν να αναχρηματοδοτήσουν χωρίς μέτρα από τη διοίκηση της ΔΕΗ που θα εγγυώνται την εξυγίανση και την βιωσιμότητά της.
Από τη στιγμή που τα πράγματα δρομολογηθούν και προχωρήσει ο διαγωνισμός, το επόμενο στοίχημα για τη ΔΕΗ είναι εάν θα υπάρξουν επενδυτές και τι τίμημα είναι διατεθειμένοι να δώσουν.
To αποτέλεσμα της διαγωνιστικής διαδικασίας μικρή σημασία θα είχε για τη ΔΕΗ εάν δεν είχε συνδεθεί με δεσμεύσεις για το άνοιγμα της αγοράς και τη μείωση των μεριδίων της στη λιανική.
Εάν δεν βρεθούν επενδυτές, τότε η ΔΕΗ κινδυνεύει με την υποχρέωση επιβολής άλλων δομικών μέτρων, δηλαδή την πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων και αυτό είναι η μεγαλύτερη ανησυχία για την διοίκηση της ΔΕΗ και την κυβέρνηση.


www.worldenergynews.gr