Την περασμένη εβδομάδα έγιναν γνωστές δύο αξιοσημείωτες
εξαγορές στην ολοένα και πιο ενδιαφέρουσα ελληνική αγορά της πράσινης
ενέργειας.
Το ενδιαφέρον έγκειται αφενός στο γεγονός ότι το νέο εθνικό
σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) που ανακοινώθηκε από την
κυβέρνηση περιλαμβάνει φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ και προϋποθέτει
επενδύσεις αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ για να επιτευχθεί η αυξημένη
διείσδυση της πράσινης ενέργειας. Ταυτόχρονα όμως η ελληνική αγορά της
πράσινης ενέργειας έχει απαλλαγεί από τις στρεβλώσεις του παρελθόντος
και με τη σωστή λειτουργία του διαχειριστή των ΑΠΕ (ΔΑΠΕΕΠ) που
εποπτεύει τον ειδικό λογαριασμό για τις ΑΠΕ, δεν καταγράφονται
προβλήματα στις πληρωμές των παραγωγών, ενώ έχουν διασφαλιστεί οι
αναγκαίοι πόροι που θα επιτρέψουν να απορροφηθούν ομαλά οι νέες ΑΠΕ που
εντάσσονται σταδιακά στο σύστημα, με σαφώς καλύτερους και
οικονομικότερους για την αγορά όρους πληρωμής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι
στους διαγωνισμούς που διενεργεί η Ρυθμιστική Αρχή, είναι σύνηθες
φαινόμενο πλέον οι τιμές που προσφέρονται από τους συμμετέχοντες που
θέλουν να συνάψουν συμβάσεις, είναι ως επί το πλείστον χαμηλότερες από
την οριακή τιμή του συστήματος, δηλαδή τη χονδρική τιμή του ρεύματος για
τις συμβατικές μονάδες. Αυτό είναι και το τελευταίο βήμα πριν την πλήρη
ενσωμάτωση των ΑΠΕ, σε επόμενο στάδιο, με όρους αγοράς.
Σε αυτό το σαφώς πιο ώριμο σε σχέση με το παρελθόν, τοπίο
της αγοράς της πράσινης ενέργειας, το ενδιαφέρον ξένων εταιρειών ή
επενδυτικών χαρτοφυλακίων είναι λογικό να εμφανίζεται αυξημένο. Έτσι την
περασμένη εβδομάδα ανακοινώθηκαν δύο εξαγορές η πρώτη από την γαλλική
εταιρεία Valorem η οποία απέκτησε ένα χαρτοφυλάκιο αιολικών έργων
συνολικής ισχύος 82MW σε διάφορα στάδια ανάπτυξης στην Ελλάδα, με σκοπό
τη χρηματοδότηση της κατασκευής και την έναρξη λειτουργίας τους σε
σύντομο χρονικό διάστημα.
Η δεύτερη εξαγορά πραγματοποιήθηκε από την Cubico
Sustainable Investments, η οποία απέκτησε έναντι 18 εκατ. ευρώ τη
θυγατρική της Intracom Holdings K Wind, η οποία διαθέτει αιολικό πάρκο
ισχύος 21 MW στη Θήβα, με option αύξησης ισχύος κατά 12ΜW που εφόσον
υλοποιηθεί θα προσθέσει στο τίμημα ακόμη 1 εκατ. ευρώ.
Ποιες όμως είναι οι δύο εταιρείες που κάνουν για πρώτη φορά
την είσοδό τους στην ελληνική αγορά της πράσινης ενέργειας, με
προοπτική μάλιστα να ενισχύσουν περαιτέρω την παρουσία τους με νέες
επενδύσεις;
Η γαλλική Valorem που ιδρύθηκε το 1994 ως εταιρεία
συμβούλων με ειδίκευση στις ΑΠΕ σταδιακά εξελίχθηκε σε εταιρεία που όχι
απλώς μελετά αλλά αναπτύσσει, κατασκευάζει και λειτουργεί έργα ΑΠΕ
αρχικά στη Γαλλία και στη συνέχεια και σε άλλες χώρες ανά τον κόσμο.
Μέχρι το 2010 η εταιρεία είχε εγκαινιάσει δέκα πάρκα τα οποία της ανήκαν
σε ποσοστό 100%. Αμέσως μετά το 2011 η εταιρεία άρχισε να επεκτείνεται
με έργα στην Ανατολική Ευρώπη. Σήμερα η εταιρεία διαθέτει έργα στην
αμερικανική ήπειρο και ειδικότερα στην Καραϊβική, στην Ευρώπη Φινλανδία,
χώρες της Βαλτικής, Ουκρανία και τη Ρουμανία.
Σύμφωνα με δηλώσεις του Frederic Lanoë, διευθύνοντος
συμβούλου της Valorem, η εταιρεία θα συνεχίσει να αναπτύσσει την
παρουσία της στην Ελλάδα και θα συμμετάσχει στην προσπάθεια της χώρας
μας να εκπληρώσει τους στόχους που έχουν τεθεί από την ΕΕ για την
πράσινη ενέργεια αλλά και για τη μείωση του κόστους ενέργειας καθώς έχει
πλέον αποδειχθεί ότι οι ΑΠΕ όχι απλώς συνδράμουν στην καταπολέμηση της
κλιματικής αλλαγής αλλά επιπρόσθετα αποτελούν τον πιο φθηνό τρόπο
παραγωγής ηλεκτρισμού.
Σε ό,τι αφορά την Cubico Sustainable Investments, πίσω από
την εταιρεία βρίσκεται το γνωστό fund PSP που ελέγχει το Διεθνή
Αερολιμένα Αθηνών, που διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 168 δισ. δολαρίων.
Επίσης, μέτοχος της CUBICO είναι το συνταξιοδοτικό ταμείο των δασκάλων
του Οντάριο. Η Cubico που τοποθετείται σε έργα πράσινης ενέργειας έχει
ισχυρή παρουσία σε 10 χώρες (Μεγάλη Βρετανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία,
Πορτογαλία, Βραζιλία, Μεξικό, Ουρουγουάη, ΗΠΑ και Κολομβία) με την
Ελλάδα να είναι ο 11ος προορισμό της. Η εγκατεστημένη ισχύς των έργων
της φτάνει τα 3,1 GW ενώ ακριβώς λόγω των μετόχων της διαθέτει πρόσβαση
σε σημαντικά κεφάλαια που χρηματοδοτούν τις επενδύσεις της.
(του Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr)