Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

ΔΕΔΔΗΕ: Κι όμως, δεν υπάρχει αύξηση των ρευματοκλοπών, τα στοιχεία δείχνουν ανακοπή του φαινομένου

Η αύξηση στα ποσοστά μη τεχνκών απωλειών (κυρίως ρευματοκλοπές) που περιλαμβάνεται στην πλέον πρόσφατη μελέτη (του 2019 για το έτος 2018) δεν είναι πραγματική αλλά οφείλεται κατά κύριο λόγο σε τυπογραφικό λάθος. Αντίθετα, εκείνο που παρατηρείται είναι μια στασιμότητα στα ποσοστά των μη τεχνικών απωλειών, πράγμα που σημαίνει ότι έχουμε αναχαίτιση ενός φαινομένου που είχε έντονα αυξητική τάση την πενταετία 2012 – 2016.
Τα παραπάνω προκύπτουν από τα στοιχεία που μεταφέρουν στο energypress αρμόδια υπηρεσιακά στελέχη του ΔΕΔΔΗΕ με τα οποία συνομίλησε.
 
Ειδικότερα, στον πίνακα που ακολουθεί αναφέρονται τα ποσοστά συνολικών απωλειών και ο επιμερισμός τους σε τεχνικές και μη τεχνικές απώλειες (κυρίως ρευματοκλοπές) που προέκυψαν από τις μελέτες που υπεβλήθησαν τα έτη 2019, 2018 και 2017 , με αναφορά στα έτη 2018, 2017 και 2016 αντιστοίχως, καθώς και οι εκτιμώμενες κατ’ έτος μη τεχνικές απώλειες ως απόλυτο μέγεθος. 
Με βάση τα στοιχεία αυτά, όπως υποστηρίζουν τα στελέχη του ΔΕΔΔΗΕ, δεν προκύπτει ανάκαμψη των μη τεχνικών απωλειών και κατ’ επέκταση των ρευματοκλοπών. Όσο και αν μοιάζει παράδοξο, η εντύπωση που δημιουργήθηκε (και τα αντίστοιχα δημοσιεύματα) για αύξηση των μη τεχνικών απωλειών κατά 0,9% και συγκριμένα από 3,2 % (το 2017) σε 4,1% (το 2018) οφείλονται σε... τυπογραφικό λάθος: Το μέγεθος 3,2% που εμφανίζεται ως ποσοστό μη τεχνικών απωλειών για το έτος 2017 στην Απόφαση ΡΑΕ 1242/2018 (με την οποία εγκρίθηκε η υποβληθείσα το 2018 μελέτη με έτος αναφοράς το 2017) συνιστά παραδρομή (εμφανώς τυπογραφικό λάθος στο ΦΕΚ Β 5925/31.12.2018). Συγκεκριμένα στο προοίμιο της Απόφασης, όπως αυτή δημοσιεύτηκε, αναφέρονται επί λέξει τα εξής:
«Επειδή σύμφωνα με τη μελέτη αυτή οι συνολικές απώλειες του Διασυνδεδεμένου Δικτύου εκτιμώνται σε ποσοστό 9,3% επί της συνολικής εισερχόμενης σε αυτό ενέργειας. Από το σύνολο αυτό των απωλειών, ποσοστό 2,4% (επί της συνολικής εισερχόμενης στο Δίκτυο ενέργειας) εκτιμάται ότι αντιστοιχεί σε απώλειες επί του Δικτύου Μέσης Τάσης (ΜΤ), ποσοστό 3,0% (επί της συνολικής εισερχόμενης στο Δίκτυο ενέργειας) σε απώλειες επί του Δικτύου Χαμηλής Τάσης (XT), με το υπολειπόμενο ποσοστό 3,2% να αποδίδεται σε μη τεχνικές απώλειες.»
Προφανώς, σχολιάζουν τα στελέχη του ΔΕΔΔΗΕ, τα ποσοστά (τεχνικών) απωλειών 2,4% επί του Δικτύου ΜΤ και 3% επί του Δικτύου ΧΤ, σύνολο 5,4 % δεν αποδίδουν υπολειπόμενο ποσοστό 3,2% για τις μη τεχνικές απώλειες, έναντι ποσοστού συνολικών απωλειών 9,3%, αλλά 3,9%.
Συνεπώς το σωστό νούμερο, όσον αφορά τη διαφορά ανάμεσα στο 2017 και στο 2018 είναι 0,2%. Όπως δηλώνουν από τον ΔΕΔΔΗΕ, «μια τέτοια μεταβολή για το έτος 2018, οπότε και ξεκίνησε η εφαρμογή του νέου ρυθμιστικού πλαισίου αντιμετώπισης των ρευματοκλοπών, δεν αξιολογείται ως ουσιώδης, αφού βρίσκεται εντός των ορίων ευαισθησίας της ακολουθούμενης μεθοδολογικής προσέγγισης, υποδηλώνοντας πρακτικά στασιμότητα (κάτι που αντανακλάται στη συνολική ενέργεια που αντιπροσωπεύουν οι μη τεχνικές απώλειες)». 
Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι παρατηρείται ανακοπή του φαινομένου, δηλαδή αναχαίτιση της εξάπλωσής του, η οποία γνώρισε έντονα αυξητική τάση την 5ετία 2012-2016. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μεταξύ 2015 και 2016 η αύξηση των μη τεχνικών απωλειών ήταν της τάξεως του 1%. 
Σύμφωνα πάντα με τα στελέχη του ΔΕΔΔΗΕ, η εφαρμογή του νέου πλαισίου που πραγματοποιήθηκε εντός του 2019 αναμένεται ότι θα αποδώσει ακόμη  καλύτερα αποτελέσματα στην κατεύθυνση της περιστολής του φαινομένου, κάτι που θα φανεί, όμως, στα στοιχεία για το έτος 2019.