Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

Αλλαγή πλεύσης με το Μηχανισμό Εγγυοδοσίας: Στους Διαχειριστές τώρα τα πρώτα κεφάλαια, σε δεύτερη φάση οι προμηθευτές

Γιώργος Φιντικάκης
Στη δημιουργία ενός Ταμείου Εγγυοδοσίας αλλά μόνο για τους Διαχειριστές και όχι για τους προμηθευτές ρεύματος, όπως είχε εξαγγελθεί αρχικά, προχωρά σε αυτή την φάση το υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας. Ένα Ταμείο που θα προικοδοτηθεί, όπως ακούγεται, με εγγυήσεις της τάξης των 100-200 εκατ ευρώ, προκειμένου να καλυφθεί μέσω δανείων το ποσό των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που δεν θα εισπράξουν οι ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ και ΔΑΠΕΕΠ, με βάση το σενάριο για μειωμένη κατά 30% εισπραξιμότητα στην αγορά ρεύματος για το επόμενο δίμηνο-3μήνο.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η απόφαση για αλλαγή πλεύσης, δηλαδή αντί για ένα Εγγυοδοτικό Μηχανισμό υπέρ των προμηθευτών, όπως προέβλεπε το αρχικό σενάριο, να δημιουργηθεί ένα παρόμοιο εργαλείο για τους Διαχειριστές, υπαγορεύθηκε από το γεγονός ότι τα κεφάλαια που θα απαιτούσε ένα τέτοιο σχήμα είναι πάρα πολλά. Εχουν εκτιμηθεί σε τουλάχιστον 600 εκατ ευρώ - κάποιοι θεωρούν ότι θα απαιτούνταν και 1 δισ ευρώ - και σε αυτή τουλάχιστον την φάση παρόμοια ποσά δεν υπάρχουν.
Επομένως προς ώρας, η δημιουργία ενός τέτοιου εργαλείου μετατίθεται για αργότερα. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, εφόσον μέσα στο επόμενο 2μηνο-3μήνο η μείωση 30% στην εισπραξιμότητα συνεχισθεί ή διευρυνθεί και επιβεβαιωθούν οι αρχικές δυσμενείς προβολές για “τρύπα” 650 εκατ ή και περισσότερων, τότε η συζήτηση για ένα Ταμείο Εγγυοδοσίας υπέρ των προμηθευτών, θα επανέλθει.
Τα πάντα θα εξαρτηθούν από την πορεία της κρίσης ρευστότητας κατά τους επόμενους μήνες, όπως λένε κύκλοι με γνώση των διεργασιών, θυμίζοντας ότι το οικονομικό επιτελείο έχει δεσμευτεί πως θα υπάρξουν εγγυήσεις για ρευστότητα σε πληττόμενους κλάδους, όπως η ενέργεια, χωρίς ωστόσο αυτό να έχει ακόμη "κλειδώσει". 
Πίστωση για τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις
Στο μέτωπο των προμηθευτών, έχει αποφασισθεί να τους χορηγηθεί πίστωση χρόνου για την καταβολή των ρυθμιζόμενων χρεώσεων, τις οποίες δεν εισπράττουν και δεν αναμένεται να εισπράξουν λόγω των ανεξόφλητων οφειλών των καταναλωτών.
Η κατεύθυνση που έχει το υπουργείο ΠΕΝ είναι να δοθεί πίστωση στους προμηθευτές όχι για όλο το ποσό των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που πρέπει να καταβάλλει κάθε ένας από αυτούς, αλλά για ποσοστό 30%. Ποσοστό δηλαδή ίσο με τα χρήματα που αναλογούν στην κατά 30% μείωση της εισπραξιμότητας που βιώνει ο κλάδος. Και αντί για περιθώριο 30 ημερών, η παράταση στους προμηθευτές για την καταβολή αυτού του 30% των ρυθμιζόμενων χρεώσεων, συζητείται να είναι 60 και 90 ημερών, με την παραδοχή ότι η κρίση ρευστότητας στην αγορά θα διαρκέσει δύο και τρείς μήνες. Οι προμηθευτές έχουν ζητήσει τουλάχιστον 90 ημέρες.
Ο ρόλος του Ταμείου Εγγυοδοσίας για τους Διαχειριστές
Εδώ ακριβώς “κουμπώνει” και το Ταμείο Εγγυοδοσίας για τους Διαχειριστές. Μέσω των εγγυήσεων που θα παράσχει, οι Διαχειριστές θα είναι σε θέση να αντλήσουν κεφάλαια κίνησης, προκειμένου να καλύψουν αυτό το 30% των ρυθμιζόμενων χρεώσεων το οποίο δεν θα φτάσει εγκαίρως στα ταμεία τους.
Αναφορικά με το Ταμείο Εγγυοδοσίας για τους προμηθευτές, τα κεφάλαια, όπως αναφέρθηκε, φαίνεται ότι δεν έχει καταστεί δυνατό να εξαφαλισθούν.
Πριν από δύο εβδομάδες οι προβολές που έκαναν οι εταιρείες του χώρου έδειχναν μια μείωση 30% των εισπράξεων στο ρεύμα και υπολόγιζαν ότι εφόσον αυτή συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό για τρεις ακόμη μήνες, τότε οι απώλειες για το σύνολο της αγοράς θα ανέρχονταν στα 650 εκατ. ευρώ. Η εικόνα ωστόσο είναι δυναμική, οι προβολές των εταιρειών δείχνουν ότι η κρίση θα έχει διάρκεια μεγαλύτερη των 90 ημερών, χωρίς και να αποκλείεται ο ρυθμός της μείωσης των εισπράξεων κατά 30%, τελικά να αυξηθεί, σενάριο κατά το οποίο θα απαιτηθούν κεφάλαια ύψους 1 δισ ευρώ. 
Η πολιτική πρόθεση υπάρχει, ωστόσο το ερώτημα είναι μέχρι ποιο σημείου μπορεί αυτή να φτάσει, δηλαδή πόσο βαθιά μπορεί να βάλει το χέρι στην τσέπη το υπουργείο Οικονομικών. Σύμφωνα με πληροφορίες, σχετικές επαφές έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται, τόσο με την ΕΤΕπ όσο και με την EBRD, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα μαξιλάρι ρευστότητας που θα μπορούσε να φτάσει και τα 800 εκατ. ευρώ. Τίποτα ωστόσο δεν έχει ακόμη "κλειδώσει", κυρίως επειδή όσο μεγαλύτερες είναι οι εγγυήσεις του δημοσίου προς τις τράπεζες, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η δημοσιονομική επίπτωση των εγγυήσεων αυτών.