Περίπου 1.000 εργαζόμενοι φεύγουν αυτό το χρόνο, ενώ από το 2021 θα επαναληφθεί η διαδικασία. Ορατή η ωφέλεια στις οικονομικές καταστάσεις της επιχείρησης.
Τριακόσια περίπου άτομα εκτιμάται ότι θα αποχωρήσουν μέχρι τα τέλη του μήνα οπότε και εκπνέει η επέκταση του προγράμματος εθελουσίας εξόδου το οποίο ανακοίνωσε
η ΔΕΗ στα μέσα Ιουλίου.Το πρόγραμμα μπορεί να αφορούσε 1.700 εργαζόμενους που έχουν συμπληρώσει ή θα συμπληρώσουν μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου το 55ο έτος της ηλικίας τους και οι οποίοι απασχολούνται σε όλη την επικράτεια και όχι μόνο στις λιγνιτικές μονάδες, ωστόσο μόνο μερικές εκατοντάδες έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Συγκεκριμένα κοντά στους 300. Πέραν επομένως των 700 που είχαν ήδη δηλώσει αποχώρηση στο πρόγραμμα που έληξε στα τέλη Ιουνίου, αθροίζεται ένα αριθμός περίπου 1.000 εργαζομένων. Τόσοι υπολογίζεται ότι θα φύγουν φέτος από την επιχείρηση. Ολοι θα αποζημιωθούν με ένα “πακέτο” 35.000 ευρώ, δηλαδή αποζημίωση 15.000 ευρώ συν πρόσθετο μπόνους 20.000 ευρώ.
Οι εθελούσιες στην ΔΕΗ όμως δεν σταματούν εδώ. Θα ακολουθήσουν κι άλλοι κύκλοι, με την αρχή να γίνεται από τη νέα χρονιά. Το business plan του περασμένου Δεκεμβρίου έκανε λόγο για περίπου 4.500 λιγότερους εργαζόμενους μέχρι το 2023. Περίπου 1.000 άτομα έχουν ήδη αποχωρήσει με συνταξιοδότηση και φέτος, όπως προαναφέρθηκε, θα φύγουν με εθελουσία άλλοι 1.000. Μένει ακόμη να αποχωρήσουν γύρω στους 2.500, κάποιοι με συνταξιοδότηση, άλλοι με εθελούσια.
Τα προγράμματα θα τρέξουν από το 2021 και μετά, μαζί φυσικά με τις μετακινήσεις προσωπικού από μονάδες που κλείνουν σε άλλες, διαδικασία που γίνεται πλέον με κριτήρια μοριοδότησης.
Τα οφέλη για την ΔΕΗ από τις μέχρι τώρα αποχωρήσεις γίνονται ήδη ορατά στις οικονομικές της καταστάσεις, καθώς πρόκειται για υψηλόμισθους λόγω παλαιότητας εργαζομένους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου, η δαπάνη μισθοδοσίας μειώθηκε στα 374,2 εκατ ευρώ έναντι 419,3 εκατ το ίδιο διάστημα πέρυσι, δηλαδή κατά 45,1 εκατ. Σε ποσοστό αυτό είναι 10,7%. Συνολικά το προσωπικό της επιχείρησης ανέρχονταν στις 30 Ιουνίου σε 14.678 άτομα έναντι 15.907 ένα χρόνο πριν, δηλαδή ήταν λιγότερο κατά 1.229 άτομα.