Η πανδημία δεν έφερε μόνο αύξηση των επιδοτήσεων για να αντιμετωπιστεί η υγειονομική κρίση. Συνέβαλλε σε μεγάλο βαθμό και στην μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου που αποτελούν τον κυρίαρχο στόχο στην προσπάθεια για την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής.
Η Ελλάδα και η Εσθονία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, ήταν από τα κράτη μέλη της ΕΕ που είδαν πέρσι την μεγαλύτερη πτώση στο δείκτη CO2 με τα ποσοστά μείωσης να ανέρχονται σε 18,7% και 18,1% αντίστοιχα. Αντίθετα, η Μάλτα και η Ουγγαρία εμφάνισαν τα μικρότερα ποσοστά περιορισμού της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης.
Η συνολική εικόνα των εκπομπών δείχνει σαφής μείωση σε ολόκληρη την ΕΕ το 2020 και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κούρσα ανόδου που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στο χρηματιστήριο των ρύπων όπου το κόστος έχει εκτοξευτεί στα 50 ευρώ ο τόνος.
Εκτιμάται ότι η χώρα μας είναι πιθανόν να διατηρήσει το θετικό μομέντουμ των εκπομπών και κατά τους πρώτους μήνες του 2021 λόγω των επιπτώσεων που είχαν στην οικονομική ζωή και την καθημερινότητα τα αυστηρά μέτρα κατά του COVID-19.
Η Eurostat εκτιμά ότι χάρη στα μέτρα περιορισμού της πανδημίας από τα κράτη μέλη της ΕΕ, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων (κυρίως πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου, άνθρακα και φυσικό αέριο) μειώθηκαν κατά 10% στην ΕΕ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.
Οι κυβερνητικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της κρίσης και τα διαφορετικά εργασιακά πρότυπα, οδήγησαν σε αναστολή εργασιών πολλές επιχειρήσεις, τα σύνορα έκλεισαν και ο κόσμος παρέμεινε στα σπίτια του με αποτέλεσμα τη μείωση των μεταφορών και τις αλλαγές στην κατανάλωση.
Το μόνο σίγουρο, παρά τη συγκυριακή μείωση είναι ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι ικανή να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή που κινητοποιεί σταδιακά όλο τον πλανήτη και βάζει μπροστά στους στόχους της κλιματικής ουδετερότητας και χώρες όπως οι ΗΠΑ.
Οι εκπομπές CO2 από την κατανάλωση ενέργειας συμβάλλουν σημαντικά στην υπερθέρμανση του πλανήτη και αντιπροσωπεύουν περίπου το 75% όλων των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ.
Οι παράγοντες που συντελούν στην αύξηση των εκπομπών είναι πολλοί και κυρίως οι κλιματολογικές συνθήκες (π.χ. κρύο, μακρύς χειμώνα ή ζεστό καλοκαίρι), οικονομική ανάπτυξη, πληθυσμός, μεταφορές και βιομηχανικές δραστηριότητες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, τη μεγαλύτερη μείωση παρουσίασε η Ελλάδα (-18,7%) και αμέσως δεύτερη ήταν η Εσθονία (-18,1%) και ακολουθούν το Λουξεμβούργο (-17,9%), η Ισπανία (-16,2%) και η Δανία (-14,8%).
Οι χαμηλότερες μειώσεις παρατηρήθηκαν στη Μάλτα (-1,0%), την Ουγγαρία (-1,7%), την Ιρλανδία και τη Λιθουανία όπου και οι δύο περιόρισαν τις εκπομπές κατά 2,6%.