Το πιο δύσκολο και σημαντικό τμήμα του μετασχηματισμού της ΔΕΗ έχει ήδη υλοποιηθεί, ωστόσο η επιχείρηση ακόμη έχει να υλοποιήσει μια σειρά από βήματα που θα εξασφαλίσουν τη διατήρηση των κεκτημένων και την περαιτέρω ενίσχυση της επαναλαμβανόμενης λειτουργικής κερδοφορίας. Όπως τόνισε προς τους μετόχους ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης, Γ. Στάσσης, η ΔΕΗ το τελευταίο διάστημα πέτυχε τη σημαντική μεταστροφή της λειτουργικής κερδοφορίας, την αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας από τους διεθνείς οίκους, την επιστροφή της στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου με το ομόλογο με ρήτρα βιωσιμότητας, την πρόοδο της απολιγνιτοποίησης,
την προώθηση των επενδύσεων στις ΑΠΕ και την αναμόρφωση της εμπορικής της δραστηριότητας. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τον στρατηγικό σχεδιασμό της ΔΕΗ, είναι η σταθεροποίηση τόσο σε επίπεδο κερδοφορίας όσο και σε επίπεδο χρέους και ταμειακών ροών, που θα επιτρέψει στην επιχείρηση να διανείμει για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια μέρισμα στους μετόχους της, πιθανότατα εντός της προσεχούς διετίας.Μεγέθη
Για τη ΔΕΗ, το προηγούμενο διάστημα ήταν μια περίοδος μεγάλων αλλαγών, με σημαντική μεταστροφή της λειτουργικής κερδοφορίας EBITDA, η οποία έφτασε στα 885,8 εκατ. ευρώ, έναντι αρχικού στόχου για κέρδη 660 εκατ. ευρώ. Η πλήρης αναστροφή της λειτουργικής κερδοφορίας, με παράλληλη μείωση του καθαρού δανεισμού, κατέστη εφικτή μετά τις δράσεις που ελήφθησαν, μεταξύ των οποίων η αναπροσαρμογή των τιμολογίων, η εφαρμογή δύο προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου με μείωση της δαπάνης μισθοδοσίας, το χαμηλότερο κόστος προμήθειας φυσικού αερίου, ο περιορισμός της λιγνιτικής παραγωγής, καθώς και η κατάργηση των δημοπρασιών ΝΟΜΕ.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το μέσο μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική αγορά ήταν 68,7% το 2020, έναντι 75,8% το 2019, ενώ στο πρώτο πεντάμηνο του 2021 έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο, στο 64,2%. Οι εγχώριες πωλήσεις της ΔΕΗ σημείωσαν μείωση κατά 14,5% λόγω πτώσης του μεριδίου αγοράς και της χαμηλότερης ζήτησης, ενώ το μέσο μερίδιο παραγωγής και εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ ήταν 40,7% το 2020, έναντι 45,5% το 2019.
Ιδιαίτερη σημασία για την επιχείρηση έχει το γεγονός ότι αυξήθηκαν οι ελεύθερες ταμειακές ροές κατά 392 εκατ. ευρώ, από τα 214 στα 606 εκατ. ευρώ, λόγω της υψηλότερης κερδοφορίας και των χαμηλότερων επενδύσεων (376 εκατ., έναντι 647 εκατ. ευρώ το 2019), την ίδια στιγμή που το καθαρό χρέος επίσης μειώθηκε κατά 403,4 εκατ. ευρώ, από τα 3,687 δισ. ευρώ στα 3,283 δισ. ευρώ.
Έτσι, η ΔΕΗ πέτυχε να μειώσει σημαντικά τον δείκτη καθαρό χρέος / EBITDA από 11x σε 3,7x, όπως προέβλεπε και το επιχειρηματικό σχέδιο. Παράλληλα, με την έκδοση του πρώτου ομολόγου στην Ευρώπη με ρήτρα αειφορίας, πέτυχε να ενισχύσει περαιτέρω το προφίλ ρευστότητας, αντλώντας συνολικά 775 εκατ. ευρώ, έναντι αρχικού στόχου για 500 εκατ. ευρώ, λόγω της αυξημένης ζήτησης που εκδηλώθηκε. Ταυτόχρονα, ολοκληρώθηκε το πρώτο πρόγραμμα τιτλοποίησης για απαιτήσεις έως 60 ημέρες με άντληση ποσού 200 εκατ. ευρώ, ενώ εντός των ημερών αναμένεται να αντληθεί και ποσό έως 325 εκατ. ευρώ για τις απαιτήσεις έως 90 ημέρες (με PIMCO, Carval και Deutsche Bank).
Νέοι στόχοι
Για το 2021 στόχος της επιχείρησης, σύμφωνα με τη διοίκηση, είναι να επαναληφθούν οι επιδόσεις της περασμένης χρονιάς, προκειμένου να σταθεροποιηθεί η λειτουργική κερδοφορία και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για νέο κύκλο αύξησης των οικονομικών μεγεθών τα επόμενα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, στα τρέχοντα επίπεδα έχει επιτευχθεί το 80% του στόχου του στρατηγικού σχεδιασμού της ΔΕΗ για την επαναλαμβανόμενη λειτουργική κερδοφορία. Μεσοπρόθεσμα η επιχείρηση προσβλέπει στην επίτευξη επαναλαμβανόμενου EBITDA ύψους 1,1 δισ. ευρώ μέχρι το 2023, έναντι 0,9 δισ. ευρώ το 2020.
Η σταθεροποίηση της κερδοφορίας σε αυτά τα επίπεδα, σε συνδυασμό με τις αυξημένες καθαρές χρηματοροές, θα επιτρέψει στην εταιρεία με χρονικό ορίζοντα το 2023 να ξεκινήσει εκ νέου τις επιστροφές μέσω μερισμάτων προς τους μετόχους της.
Σημειώνεται ότι η μετοχή της ΔΕΗ, από τα χαμηλά του Μαρτίου του 2020 (1,55 ευρώ και κεφαλαιοποίηση 359 εκατ. ευρώ), σήμερα βρίσκεται πάνω από τα 9 ευρώ, με κεφαλαιοποίηση που ξεπερνά τα 2,1 δισ. ευρώ.
Επενδύσεις
Κινητήριοι μοχλοί για την επίτευξη της αυξημένης κερδοφορίας θα είναι τόσο το επενδυτικό πρόγραμμα για αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ όσο και η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής με την κορύφωση του προγράμματος απολιγνιτοποίησης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η απόσυρση όλων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων έως το 2023 (1,1 GW καθαρή ισχύς έχει αποσυρθεί το 2020 και το 2021, ενώ ακόμα 0,25 GW θα αποσυρθούν εντός του έτους), ενώ έχει ήδη γίνει πρόβλεψη για το κόστος της απολιγνιτοποίησης (0,4 δισ. ευρώ), το οποίο θα κατανεμηθεί σε 10-15 χρόνια.
Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στις ΑΠΕ, η εταιρεία διαθέτει ένα pipeline έργων ισχύος 7 GW που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για να επιτευχθούν τα 1,5 GW μέχρι το 2023. Ήδη θα πρέπει να θεωρείται διασφαλισμένη η κατασκευή έργων ισχύος 1 GW, αρχής γενομένης από το μεγάλο φωτοβολταϊκό 230 MW στη Δ. Μακεδονία, που κατασκευάζεται, καθώς και το πάρκο των 50 MW στη Μεγαλόπολη, για το οποίο θα επιλεγεί άμεσα ο ανάδοχος. Παράλληλα, εντός του 2021 αναμένεται να ληφθούν άδειες για ακόμα 600 MW φωτοβολταϊκών και πλωτών φωτοβολταϊκών, ενώ αναπτύσσονται έργα αποθήκευσης για χωρητικότητα 1 GW με δυνατότητα αποθήκευσης έως 3 GW. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η ανάπτυξη των ΑΠΕ από πλευράς ΔΕΗ δεν εξαρτάται από επιδοτήσεις, καθώς η μείωση του κόστους ανάπτυξης επιτρέπει τη δυνατότητα σύναψης ενδοομιλικών PPAs (συμβάσεων αγοραπωλησίας ενέργειας).
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι στον τομέα της εμπορίας ο στόχος για τη ΔΕΗ είναι να πετύχει διείσδυση στους καλούς πελάτες, εφαρμόζοντας μεταξύ άλλων προγράμματα επαναπροσέγγισης πελατών υψηλής αξίας και προγράμματα αύξησης της αφοσίωσης στη ΔΕΗ.
(του Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr)