Με 150 εκατ. ευρώ θα επιδοτήσει η κυβέρνηση τις ανατιμήσεις στο ρεύμα - Συστήνεται Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, μπαίνει δίχτυ προστασίας στις ανατιμήσεις τιμολογίων η ΔΕΗ με στόχο να ακολουθήσουν και οι ιδιώτες προμηθευτές - Τα μέτρα ανακούφισης νοικοκυριών και επιχειρήσεων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός μέχρι τα τέλη του έτους.
Φρένο στο κύμα ανατιμήσεων των τιμολογίων ρεύματος για όλους τους καταναλωτές βάζει η κυβέρνηση, αξιοποιώντας το εκτόπισμα της ΔΕΗ στην λιανική με 5,5 εκ. πελάτες αλλά και κρατικούς πόρους συνολικού ύψους 150 εκ. ευρώ.
Τα κεφάλαια αυτά θα είναι προίκα του νέου Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός κατά την ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης.Η κρατική επιδότηση, θα εμφανίζεται αυτόματα στο ρεύμα και θα έχει διάρκεια έως τα τέλη του έτους και εφόσον απαιτηθεί από τις συνθήκες στην αγορά θα παραταθεί. Θα αφορά τόσο νοικοκυριά όσο και επιχειρήσεις χαμηλής τάσης.
Η δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού καλείται να απορροφήσει τους κραδασμούς από την διεθνή έκρηξη των τιμών φυσικού αερίου αλλά και την κούρσα ανόδου των δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα και να ανοίξει το δρόμο και στους ιδιώτες προμηθευτές να την ακολουθήσουν. Όπως ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης μαζί με την έκπτωση που έχει ανακοινώσει 30% η ΔΕΗ στα τιμολόγιά της θα μπορέσουν περιορίσουν τις επιβαρύνσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
«Η κρατική επιχορήγηση μαζί με την έκπτωση που παραχωρεί η ίδια η κρατική επιχείρηση θα απομειώσουν δραστικά ή και θα μηδενίσουν τις όποιες αυξήσεις στην τιμή του στο ρεύμα». Ο πρωθυπουργός κατά την διάρκεια της ομιλίας του έδωσε και ένα παράδειγμα. Όπως είπε, το μηναίο κόστος για κατανάλωση από 300 έως 600 κιλοβατώρες όσα δηλαδή καταναλώνει ένα μέσο νοικοκυριό σήμερα, δεν θα επιβαρυνθεί περισσότερο από 2 ευρώ το μήνα.
Αν δεν συνέβαινε αυτή η διπλή κρατική παρέμβαση, οι καταναλωτές όπως τόνισε θα πλήρωναν επιπλέον από 20 έως 44 ευρώ. «Δείχνει ότι η ΔΕΗ καθώς αναγεννιέται έχει την δύναμη να προστατευθεί αλλά και να προστατεύσει από κάθε κλυδωνισμό τους πελάτες της». Όπως υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης «είναι μια κατάκτηση αλλά και ένας δρόμος που η εταιρεία ανοίγει για να ακολουθήσουν και οι ιδιώτες πάροχοι».
Mε την κρατική στήριξη εκτιμάται ότι μπορεί να απορροφηθεί ένα 80% των ανατιμήσεων στα τιμολόγια και των άλλων προμηθευτών ενέργειας. Έτσι για κάποιον που κατανάλωνε μέχρι σήμερα 300 κιλοβατώρες και πλήρωνε 66,99 ευρώ, με τις αυξήσεις ο λογαριασμός θα έφτανε τα 118,11 ευρώ και με την κρατική επιδότηση θα πληρώσει τελικά 68,68 ευρώ.
Η κυβέρνηση θα συνδυάσει την πρωτοβουλία αυτή με την αύξηση κατά 20% του επιδόματος θέρμανσης
που θα ξεκινήσει να καταβάλλεται το Δεκέμβριο. Ο πρωθυπουργός
ανακοίνωσε και μια σειρά διαρθρωτικών μέτρων όπως είναι η κατασκευή
φωτοβολταϊκών πάρκων που θα παρέχουν δωρεάν ρεύμα σε ευάλωτα νοικοκυριά
από ενεργειακές κοινότητες.
Ανάχωμα στις τιμές του ρεύματος θα αποτελέσουν επίσης οι ηλεκτρικές
διασυνδέσεις, οι οποίες υπολογίζεται ότι θα μειώσουν κατά 500 εκ. ευρώ
ετησίως το κόστος στις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας. Παράλληλα αναφέρθηκε
και στις παρεμβάσεις στα κτίρια μέσω του προγράμματος Εξοικονομώ για το
οποίο θα διατεθούν πόροι ύψους 2 δις. ευρώ που επίσης θα συνδράμουν την
μείωση του ενεργειακού κόστους.
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι το μέλλον της ενέργειας είναι οι ΑΠΕ
(ήλιος, άνεμος, υδροηλεκτρικά) και ότι το μέλλον της οικονομίας δεν
μπορεί παρά να είναι πράσινο. Επανέλαβε την δέσμευσή του πριν δύο χρόνια
στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για επιτάχυνση του προγράμματος
απολιγνιτοποίησης, το οποίο χαρακτήρισε τολμηρό και αναγκαίο. Χάρη όμως
σε αυτή την απόφαση υπογράμμισε, η χώρα έχει ήδη μειώσει κατά 18
εκατομμύρια τόνους τις εκπομπές ρύπων.
Στη συνέχεια της ομιλίας του, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στην
κλιματική κρίση, η οποία όπως είπε είναι εδώ επιδρώντας σε κάθε όψη της
ζωής. Από την ασφάλεια στις φυσικές καταστροφές έως την ενέργεια.
«Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που εκδηλώνονται πολύ συχνότερα και
πολύ εντονότερα. Αυτή η τραγωδία μπορεί να αποσοβηθεί μόνον εάν έως το
2050 μηδενιστούν οι ρύποι. Πρόκειται για υπαρξιακό ζήτημα. Η Ελλάδα
ακολουθεί τη συγκεκριμένη πολιτική με πολλές εκφάνσεις, όπως οι πράσινες
επενδύσεις, ύψους 24 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ».