Την ώρα που η κυβέρνηση αναζητά εναγωνίως τη βέλτιστη λύση για να περιορίσει τις δαπάνες που καταβάλλουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις για ηλεκτρική ενέργεια αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για το ενεργειακό κόστος αν δεν υπήρχαν οι επιδοτήσεις.
Ο Πίνακας που επεξεργάστηκε η ιστοσελίδα allazorevma.gr, η πρώτη ιστοσελίδα σύγκρισης τιμών δείχνει ότι στους 7 μήνες που άλλαξαν ριζικά τον τρόπο τιμολόγησης των καταναλωτών (από Σεπτέμβριο του 2021 έως Μάρτιο του 2022) η επιδότηση ισοδυναμεί με μια μέση έκπτωση 34% στη τιμή του ρεύματος.
Από τον Δεκέμβριο του 21 έως τον Μάρτιο του ’22 που οι τιμές ακολούθησαν μια ξέφρενη πορεία ανόδου το μέσο ποσοστό έχει ανέβει στο 41%. Μάλιστα ο Δεκέμβριος του ’21 είναι ο μήνας με την μεγαλύτερη έκπτωση που φτάνει το 50%.
Ο κ. Θανάσης Γκίκας, ιδρυτής και επικεφαλής του allazorevma.gr αναφέρει ότι τον Δεκέμβριο με τις επιδοτήσεις που δόθηκαν στην αγορά, η κυβέρνηση έφτασε κοντά στο στόχο να κατακτήσει τα προ κρίσης επίπεδα στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Προσπάθεια που όμως ακυρώθηκε στην συνέχεια από την ραγδαία αύξηση των τιμών και την Ουκρανική κρίση.
Κατά τη διάρκεια του ’22, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, οι οικιακοί καταναλωτές που έχουν μεταβλητά τιμολόγια που αποτελούν και την συντριπτική πλειοψηφία της αγοράς (αναπροσαρμόζονται δηλαδή με βάση τις διεθνείς τιμές των καυσίμων) έλαβαν μια έκπτωση στον λογαριασμό τους της τάξεως του 40%.
Τον Μάρτιο μάλιστα πλήρωσαν περίπου 28 λεπτά με την επιδότηση ενώ θα πλήρωναν χωρίς αυτή 42 λεπτά (έκπτωση 33%).
«Τα
24 λεπτά, που είναι ο μέσος όρος των πρώτων 3 μηνών του ’22, είναι πολύ
υψηλότερος (+41%) από τα 17 λεπτά που ήταν ο μέσος όρος στο Α’ εξάμηνο
του ’21 – πριν την κρίση».
Πρόκειται για τιμές που συμπεριλαμβάνουν φόρους και άλλες επιβαρύνσεις και δεν αντιστοιχούν μόνο στο κόστος ρεύματος (ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων). Ο κ. Γκίκας επισημαίνει ότι η κρατική στήριξη που έχει χορηγηθεί ως σήμερα στα νοικοκυριά είναι ως ποσοστό επιδότησης το μεγαλύτερο στην ΕΕ, σημειώνοντας ότι η Γερμανία προσέφερε έκπτωση 7 λεπτά ανά λογαριασμό μηδενίζοντας ουσιαστικά το ΕΤΜΕΑΡ.
Τα στοιχεία αυτά βασίζονται σε ένα Δείκτη Τιμών Ρεύματος που ενημερώνεται σε μηνιαία βάση από την ιστοσελίδα, ακολουθώντας την μεθοδολογία που είναι προσαρμοσμένη σε εκείνη της Eurostat.
Ο δείκτης αυτός υπολογίζει κάθε μήνα (με βάση την περιοδική τιμοληψία που διενεργεί η ιστοσελίδα) μια τιμή σταθμισμένη με τα μερίδια αγοράς των παρόχων στην αγορά ρεύματος για οικιακούς καταναλωτές που έχουν την μέση ετήσια κατανάλωση.
Ο Δείκτης υπολογίζεται περιλαμβάνοντας τόσο τις ρήτρες αναπροσαρμογής που επιβαρύνουν την μερίδα του λέοντος των λογαριασμών όσο και την κρατική επιδότηση από τον Σεπτέμβριο του ’21. Έτσι παρουσιάζει μια ρεαλιστική εικόνα της αγοράς που δείχνει πόσα θα πλήρωναν οι καταναλωτές εάν δεν υπήρχαν οι επιδοτήσεις (όπως αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα).
Επιστροφή στα προ κρίσης επίπεδα
Η κυβέρνηση με τα μέτρα που μελετά σκοπεύει να επαναφέρει την τιμή στο ρεύμα στα προ κρίσης επίπεδα, με στόχο να σβήσει τις επιβαρύνσεις που προκαλεί το σαρωτικό κύμα ακρίβειας.
Ήδη, στα μέτρα που προτείνονται και καλείται να αποφασίσει το προσεχές διάστημα ο Πρωθυπουργός και οι στενοί του συνεργάτες για το εύρος των αλλαγών, εξετάζονται οι εξής εναλλακτικές λύσεις: η επιλογή πλαφόν στις τιμές χονδρικές με οριζόντιο τρόπο, η επιλογή πλαφόν ανά τεχνολογία (λιγνίτη, φυσικό αέριο, υδροηλεκτρικά, ΑΠΕ), συνδυασμός πλαφόν και επιδοτήσεων ρεύματος. Το κρίσιμο ερώτημα είναι με ποια χρηματοδοτικά εργαλεία θα εφαρμοστεί η νέα αρχιτεκτονική στα τιμολόγια ρεύματος καθώς η επιβολή πλαφόν με στόχο την επαναφορά των τιμών στα περσινά επίπεδα, συνιστά ένα τεράστιο λογαριασμό που είναι πολύ δύσκολο να σηκώσει ο κρατικός προϋπολογισμός.
Να σημειωθεί ότι η κρατική στήριξη για νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχει ήδη απορροφήσει συνολικούς πόρους 2,5 δισ. ευρώ ενώ εκτιμάται ότι θα χρειαστούν πρόσθετα κονδύλια ύψους από 2 έως 4 δις για την διεύρυνση των μέτρων.
Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στους καλοκαιρινούς μήνες (Ιούλιο –Αύγουστο) που η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια θα αυξηθεί ξανά λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας και της αυξημένης χρήσης κλιματιστικών.
Μάιο και Ιούνιο που είναι η αρχή του καλοκαιριού με ήπιες θερμοκρασίες η ζήτηση είναι η περιορισμένη. Με τα σημερινά δεδομένα, τα μέτρα των επιδοτήσεων θα διατηρηθούν και τον επόμενο μήνα ώστε οι αλλαγές να μπουν σε εφαρμογή από τον Ιούνιο.