Πέμπτη 7 Απριλίου 2022

Τι πραγματικά συμβαίνει με τους λιγνίτες

 

Τι πραγματικά συμβαίνει με τους λιγνίτες

O λιγνίτης δεν επανέρχεται στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, η επιστράτευσή του είναι προσωρινή και το πάλαι ποτέ εθνικό μας καύσιμο δεν αποτελεί τη λύση για να πέσουν οι τιμές στο ρεύμα. Η παράταση λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, ενδεχόμενο που άφησε ανοικτό από την Κοζάνη ο πρωθυπουργός, εφόσον απαιτηθεί από τις εξελίξεις στο μέτωπο των τιμών, δεν ανατρέπει το χρονοδιάγραμμα της απολιγνιτοποίησης. Ούτε φυσικά τη στρατηγική απόφαση για την μετάβαση στις ΑΠΕ. Τουναντίον, οι επενδύσεις σε αυτές θα επιταχυνθούν. Οι κορώνες της αντιπολίτευσης ότι η απολιγνιτοποιήση ευθύνεται για τις αυξήσεις στο ρεύμα, επιχειρούν απλώς να θολώσουν τα νερά και να παραπλανήσουν, αφού βασικός υπαίτιος είναι το φυσικό αέριο και η ρωσική εισβολή.

Τα όσα εξήγγειλε από την Δ.Μακεδονία ο Κυρ. Μητσοτάκης κρατούν προσωρινά το λιγνίτη στο παιχνίδι ως ενίσχυση της ενεργειακής άμυνας της χώρας μπροστά σε τυχόν διακοπή των ρωσικών ροών. Στηρίζουν την ανάπτυξη των ΑΠΕ αλλά και αφήνουν περιθώρια χειρισμών στην κυβέρνηση, ενόψει της αναθεώρησης το Μάιο της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Και αυτό, καθώς το νέο πολυετές ενεργειακό δόγμα της Ευρώπης μάλλον θα κινείται στην κατεύθυνση μιας συνολικής μείωσης στη χρήση φυσικού αερίου, τόσο από τη Ρωσία, όσο και από παντού.

Ενισχύεται όμως και πόσο η ενεργειακή μας άμυνα από την αύξηση κατά 50% στη διετία της εξόρυξης λιγνίτη; Θα πέσουν οι τιμές; Είναι πράγματι φθηνότερος ο λιγνίτης από το φυσικό αέριο και για πόσο καιρό; Τι θα συμβεί με την παράταση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και ειδικά με την υπό κατασκευή «ναυαρχίδα» της, Πτολεμαίδα 5;

Τι σημαίνει η απόφαση για αύξηση κατά 50% της εξόρυξης λιγνίτη ;

Ότι η εξόρυξη λιγνίτη στα ορυχεία της ΔΕΗ θα αυξηθεί από τα 10,5 εκατ. τόνους σήμερα, σε πάνω από 15 εκατ. τόνους στη διετία. Στόχος, που θα καταστεί εφικτός, γύρω στον Οκτώβριο, έπειτα από μια σειρά έργων, ύψους 50 εκατ. ευρώ, ικανών να βελτιώσουν τις επιδόσεις των ορυχείων και να αυξήσουν τη συγκέντρωση λιγνίτη στις αυλές των επτά μονάδων της επιχείρησης. Δηλαδή τις πέντε του Αγ. Δημητρίου, εκείνης στη Μελίτη και εκείνης στη Μεγαλόπολη. Αύξηση κατα 50% της εξορυκτικής δραστηριότητας σημαίνει ότι η παραγωγή λιγνιτικής ενέργειας στα επτά αυτά εργοστάσια θα φτάσει τις 6,5 TWh ετησίως έναντι των 4,5 TWh που προβλέπει το σημερινό ενεργειακό ισοζύγιο.

Αρκούν αυτές οι 2 επιπλέον Twh για να καλύψουν το κενό στην παραγωγή ρεύματος από τυχόν διακοπή του ρωσικού αερίου;

Όχι, από μόνες τους δεν αρκούν. Σήμερα η ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα ανέρχεται στις 55 ΤWh. Εξ αυτών, 20 TWh παρήχθησαν πέρυσι από φυσικό αέριο. Δεδομένου ότι το 40% των συνολικών εισαγωγών μας σε φυσικό αέριο προέρχεται από τη Ρωσία, αυτό πέρυσι αποτέλεσε τη βάση για να παραχθούν 8 TWh ηλεκτρικής ενέργειας. Εξ αυτών, μόνο το 25% θα καταστεί δυνατό να καλυφθεί από τις επιπλέον 2 TWh ηλεκτρικής λιγνιτικής ενέργειας.

Πώς επομένως θα καλυφθεί η διαφορά;

Από αύξηση των έξτρα φορτίων LNG, επιτάχυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ και πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας σε νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανία. Η συζήτηση για στοχευμένες κινήσεις μείωσης της κατανάλωσης από νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχει ήδη ανοίξει σε Γαλλία και Γερμανία. Σύντομα το ίδιο θα συμβεί και στην Ελλάδα. Τα παραπάνω θα περιλαμβάνονται στο νέο ενεργειακό δόγμα που αναμένεται να παρουσιάσει το Μάιο η Ευρώπη, με τη θέση του φυσικού αερίου να υποβαθμίζεται έναντι άλλων τεχνολογιών και πολιτικών.

Για ποιό λόγο να υποβαθμιστεί η θέση του αερίου;

Επειτα από την περιπέτεια της ενεργειακής κρίσης που ξεκίνησε πριν το πόλεμο και διογκώθηκε με τη ρωσική εισβολή, οι ευρωπαικές κυβερνήσεις προσανατολίζονται σε συνολική μείωση της χρήσης του συγκεκριμένου καυσίμου, ανεξαρτήτως προέλευσης. Κατεύθυνση που ενισχυει η εκτίμηση ότι οι τιμές θα παραμείνουν για χρόνια ψηλά, μετά και την πολιτική απόφαση της ΕΕ για απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο και την αδυναμία της παγκόσμιας αγοράς LNG να αυξήσει την παραγωγή της, ώστε να καλύψει κατά 100% το κενό που θα αφήσει η Μόσχα. Είτε αυτό παράγεται στις ΗΠΑ, είτε στην Αλγερία, οι τιμές του αερίου, εφόσον ο πόλεμος λήξει σχετικά σύντομα, προβλέπεται ότι θα παγιωθούν στα 60-70 ευρώ/ Mwh. Επίπεδα ναι μεν χαμηλότερα από τα σημερινά των 110-120 ευρώ, αλλά που ουδεμία σχέση έχουν με τα ιστορικά χαμηλά των 20-30 ευρώ.

Θα ρίξει τις τιμές στο ρεύμα η αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής; Είναι πράγματι φθηνότερος ο λιγνίτης από το φυσικό αέριο και για πόσο καιρό;

Όχι, οι 2 επιπλέον TWh κατά τις οποίες θα αυξηθεί η παραγωγή λιγνιτική ενέργειας (από τις 4,5 στις 6,5 TWh) είναι πολύ μικρή ποσότητα για να επηρεάσουν προς τα κάτω τις τιμές. Αλλωστε, μπορεί τον Οκτώβριο, όταν και η λιγντική παραγωγή θα έχει πιάσει τα παραπάνω νούμερα, η τιμή του φυσικού αερίου να έχει υποχωρήσει από τα επίπεδα των 110 ευρώ/ MWh. Οταν η τιμή του κινείται πάνω από 100 ευρώ η μεγαβατώρα, όπως συμβαίνει σήμερα, ο λιγνίτης είναι φθηνότερος. Σήμερα, μια λιγνιτική μεγαβατώρα κοστίζει γύρω στα 150 ευρώ, έναντι 230 ευρώ μιας μεγαβατώρας από αέριο. Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που η ηλεκτροπαραγωγή από άνθρακα βαίνει αυξανόμενη στην Ευρώπη. Εφόσον όμως από το 2023 και μετά, αποκλιμακωθούν οι τιμές στο αέριο- όπως εκτιμάται ότι θα συμβεί - τότε ο λιγνίτης θα καταστεί και πάλι ακριβότερος.

Τι σημαίνει η παράταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων που προανήγγειλε ο Κυρ.Μητσοτάκης;

Εφόσον το απαιτήσουν οι συνθήκες, ο πρωθυπουργός άφησε από την Κοζάνη ανοικτό το ενδεχόμενο να παραταθεί προσωρινά η λειτουργία των μονάδων του Αγίου Δημητρίου και της Μελίτης, οι οποίες είχαν σχεδιαστεί να κλείσουν το 2023. Εφόσον χρειασθεί να ληφθεί μια τέτοια απόφαση, θα πρόκειται για μέτρο προσωρινού χαρακτήρα.

Τι εννοούσε ο πρωθυπουργός, μιλώντας για παράταση λειτουργίας της «ναυαρχίδας» της ΔΕΗ, Πτολεμαίδας 5, έως το 2028;

Το τι ακριβώς θα συμβεί με τη συγκεκριμένη μονάδα παραμένει ανοικτό. Ξεκινά τη δοκιμαστική της λειτουργία μέσα στους επόμενους μήνες και την εμπορική της λειτουργία γύρω στον Οκτώβριο. Το αρχικό πλάνο προέβλεπε ότι θα λειτουργήσει τα πρώτα χρόνια με λιγνίτη και από το 2025 θα μετατραπεί σε μονάδα φυσικού αερίου. Εάν ωστόσο, υπό το φως των νέων δεδομένων, η Ευρώπη αναθεωρήσει το Μάιο την στρατηγική της για το φυσικό αέριο, τότε δεν αποκλείεται η μετατροπή της Πτολεμαΐδας 5 να καθυστερήσει και η μονάδα να λειτουργήσει ως λιγνιτική ακόμη και μέχρι το 2028. Αυτό εννοούσε χθες και ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη συγκεκριμένη επένδυση.

Αλλες χώρες έχουν αποφασίσει να απαλλαγούν από τον άνθρακα αργότερα από την Ελλάδα. Η Γερμανία μιλάει για το 2030. Μήπως η Ελλάδα βιάστηκε;

Είναι ένας μύθος, τον οποίο πολλοί αρέσκονται να αναπαράγουν, επιμένοντας ότι κακώς η Ελλάδα τρέχει την απολιγνιτοποίηση πιο γρήγορα σε σχέση με τη Β.Ευρώπη. Το επιχείρημα αυτό βασίζεται στη λογική ότι μεγάλες ανεπτυγμένες οικονομίες, όπως η Γερμανία επέλεξαν μια πιο αργή απανθρακοποίηση (2030), άρα θα έπρεπε και η Ελλάδα να ακολουθήσει το ίδιο παράδειγμα. Η απάντηση είναι ότι η ποιότητα του άνθρακα ή του λιθάνθρακα που εξορύσσεται στην Β.Ευρώπη είναι ανώτερη από τον δικό μας λιγνίτη. Η θερμογόνος δύναμη του άνθρακα είναι 6.000 kcal και του λιθάνθρακα 2.500 kcal, όταν του ελληνικού λιγνίτη είναι μόλις 1.162 kcal. Αποτέλεσμα, το τελικό κόστος για τους Βόρειους να είναι χαμηλότερο απ' ότι το ελληνικό.

Χρήζουν επενδύσεων και αναβαθμίσεων οι μονάδες της ΔΕΗ;

Καταρχήν, οι 7 εναπομείνασες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ είναι παλιές, χαμηλής απόδοσης, έχουν εξαντλήσει τις ώρες λειτουργίας τους και τελούν σε διαδικασία απόσυρσης. Κατά παρέκκλιση της ευρωπαικής περιβαλλοντικής οδηγίας, η επιχείρηση πέτυχε το Δεκέμβριο να παραταθούν οι ώρες λειτουργίας τους μέχρι και το 2025, αναλόγως την μονάδα. Γενικά πάντως ο λιγνίτης δεν είναι το καύσιμο που θα αλλάξει ουσιαστικά την εικόνα σε ό,τι αφορά τις τιμές. Είναι διαφορετικό να διατηρεί έναν ρόλο για την ασφάλεια εφοδιασμού και την επάρκεια ισχύος, σε περίπτωση που το φυσικό αέριο δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες για παραγωγή ρεύματος και διαφορετικό να υποστηρίζουν κάποιοι ότι αποτελεί την λύση για την ενεργειακή ακρίβεια. Υπό κανονικές συνθήκες η λιγνιτική παραγωγή είναι ακριβότερη του αερίου, επειδή επιβαρύνεται με CO2.