Το νέο τοπίο στην λιανική του ρεύματος μετά την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής δεν φέρνει αυτομάτως χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές. Καινούργια κόστη έρχονται να προστεθούν για τους παρόχους με κίνδυνο να «ροκανίσουν» το όποιο όφελος θα δουν στα τιμολόγια οι πελάτες τους από την πιθανή αύξηση της κρατικής επιδότησης.
Βασική παράμετρος των αλλαγών που τίθενται σε εφαρμογή για τις καταναλώσεις ρεύματος από 1ης Αυγούστου, είναι η υποχρέωση των προμηθευτών να ενημερώνουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, για τις τιμές στις οποίες θα τους χρεώνουν, δύο μήνες πριν την εφαρμογή τους. Δηλαδή στις 10 Ιουλίου, οπότε και ενεργοποιείται το μέτρο, να ανακοινώσουν την τιμή στην οποία θα πωλούν την κιλοβατώρα στις 10 Σεπτεμβρίου. Ενα μήνα μετά στις 10 Αυγούστου, να κάνουν το ίδιο για τον Οκτώβριο, κ.ό.κ.
Hedging για το πελατολόγιο
Και κάπου εδώ αρχίζουν οι αβεβαιότητες. Η αντιστάθμιση κινδύνου εφαρμόζεται σήμερα στα σταθερά τιμολόγια, ένα μικρό ποσοστό στην αγορά, για τα οποία μάλιστα ο πελάτης πληρώνει ρήτρα σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης. Δεν μπορεί ένας πάροχος να κάνει hedging για όλο του το πελατολόγιο, τόσο για τα σταθερά, όσο και για τα κυμαινόμενα τιμολόγια, όπως εξηγούν στελέχη της αγοράς. Το κόστος σε μια τέτοια περίπτωση ανεβαίνει πολύ. Ακόμη και αν χετζάρει για όλο του το πελατολόγιο, το πιθανότερο είναι πως κάποιοι εξ αυτών, θα επιλέξουν άλλους παρόχους, εφόσον αποκτούν δικαίωμα αλλαγής κάθε μήνα χωρίς κανένα «πέναλτυ».
Μοντέλα πρόβλεψης
Ούτε και υπάρχουν μοντέλα που να προβλέπουν τις τιμές σε βάθος 2μήνου, σε μια συγκυρία όπου μια δήλωση του Πούτιν, ένα πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας ή μια ανακοίνωση της Κομισιόν, αρκούν για ένα νέο ράλι στο φυσικό αέριο και εκτίναξη προς τα πάνω της χονδρεμπορικής στο ρεύμα.
Η λογική επομένως εξέλιξη, όπως εξηγούν οι συνομιλητές μας, είναι ότι ακριβώς λόγω της δυσκολίας ασφαλών προβλέψεων, οι πάροχοι θα επιχειρήσουν να προστατευτούν, ανεβάζοντας την βασική χρέωση, την οποία θα αναγράφουν κάθε μήνα στην ιστοσελίδα τους. Σε μια τέτοια περίπτωση θα οδεύσουμε προς αύξηση των ονομαστικών χρεώσεων στα τιμολόγια, όχι συγκράτηση.
Τα κανάλια πωλήσεων
Ετερος παράγοντας αύξησης του κόστους συνδέεται με τα κανάλια πωλήσεων, όπως λένε πηγές της αγοράς. Κάθε πάροχος πουλά τιμολόγια μέσα από κανάλια στα οποία και δίνει μια αμοιβή. Τα κανάλια αυτά δουλεύουν στην λογική ότι μπορεί να μην έχουν κέρδη τους πρώτους μήνες, αλλά αυτό θα συμβεί αργότερα, στην πορεία της σύμβασης. Οταν όμως επιτρέπεται στον καταναλωτή να μετακινηθεί ελεύθερα από πάροχο σε πάροχο, ακόμη και πάνω στον μήνα, χωρίς καμία υποχρέωση «αποζημίωσης» στον προηγούμενο, αυτό στερεί στην ουσία από το κανάλι πωλήσεων την προσδοκία κέρδους σε βάθος χρόνου. Στην πράξη αυτό ανεβάζει το ρίσκο για τα κανάλια πώλησης, γεγονός που πιθανότατα θα αποτυπωθεί σε υψηλότερες απαιτήσεις από τα ίδια προς τους παρόχους. Αρα σε υψηλότερο λειτουργικό κόστος για τους ίδιους.
Ολα τα παραπάνω εγκυμονούν τον κίνδυνο οι βασικές χρεώσεις που θα αναρτήσουν στις ιστοσελίδες τους οι προμηθευτές να είναι αυξημένες. Εξάλλου, οι πάροχοι θα συνεχίσουν να αγοράζουν ενέργεια από το χρηματιστήριο, άρα θα συνεχίσουν να χρειάζονται υψηλά κεφάλαια κίνησης κι αυτό σε ένα περιβάλλον μειούμενης ρευστότητας από τις αυξανόμενες ληξιπρόθεσμες οφειλές και τα συνεχή αιτήματα για νέους διακανονισμούς, .
Η στάση της ΔΕΗ
Τον τόνο φυσικά στην επόμενη ημέρα της αγοράς θα τον δώσει ο νούμερο ένα παίκτης, δηλαδή η ΔΕΗ. Εάν στις 10 Ιουλίου, η χρέωση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας που θα ανακοινώσει για το σκέλος ισχύος και ενέργειας είναι συγκρατημένη, όλη η υπόλοιπη αγορά θα κινηθεί προς τα κάτω, προκειμένου να διατηρήσει ή και να αυξήσει το πελατολόγιό της.
Βασικό ωστόσο ερώτημα είναι τι θα κάνει η ΔΕΗ με την έκπτωση του 30% στα τιμολόγια. Έως σήμερα, η επιχείρηση χρηματοδοτούσε τις εκπτώσεις και τα σταθερά της τιμολόγια με τα υπερέσοδα από τα υδροηλεκτρικά και τους λιγνίτες. Το νέο σχέδιο προβλέπει ότι τα υπερκέρδη της παραγωγής, δηλαδή κυρίως των υδροηλεκτρικών και του λιγνίτη, μαζί με των ΑΠΕ και των μονάδων φυσικού αερίου θα πηγαίνουν κατευθείαν στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Το γεγονός αυτό ανατρέπει εντελώς την εμπορική πολιτική της ΔΕΗ με τα 500.000 σταθερά τιμολόγια και τις εκπτώσεις του 30% στα κυμαινόμενα. Εκπτωτική πολιτική πλέον θα κάνει το κράτος. Το πιθανότερο επομένως είναι ότι η ΔΕΗ θα σταματήσει να παρέχει εκπτώσεις 30%. Τι θα συμβεί στο σενάριο αυτό; Το ονομαστικό τιμολόγιο που θα ανακοινώσει στις 10 Ιουλίου η επιχείρηση, και το οποίο θα αποτελέσει το σημείο αναφοράς για όλη την αγορά, θα είναι αυξημένο.
Και με τα σταθερά της ΔΕΗ; Και πάλι μένει να φανεί τι θα συμβεί. Τα πάντα θα κριθούν από το κατά πόσο, τα κυμαινόμενα τιμολόγια που θα προκύψουν μετά τις κρατικές επιδοτήσεις, θα είναι φθηνότερα από τα σταθερά. Στο σενάριο αυτό, ουδείς μπορεί να αποκλείσει, η επιχείρηση να δώσει τη δυνατότητα στους 500.000 πελάτες της με σταθερά τιμολόγια, εφόσον το επιθυμούν, να τα μετατρέψουν σε κυμαινόμενα. Σε μια τετοια βέβαια περίπτωση, το ρίσκο για τον πελάτη θα είναι ότι θα εναποθέσει τις ελπίδες του για φθηνότερο ρεύμα στην κυβέρνηση και σε μια εντελώς αβέβαιη γεωπολιτική κατάσταση, που επιδεινώνεται καθημερινά.