Επιδοτήσεις ανεξαρτήτως ύψους και για όσο καιρό χρειαστεί, προκειμένου να διασφαλιστούν τιμολόγια σε λογικά επίπεδα, είναι η κατηγορηματική θέση της κυβέρνησης, παρ' ότι αυτές κάνουν κακό στο ΑΕΠ, και παρά τις πιέσεις για «ψαλίδισμα» από το πρόσφατο Eurogroup.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να πάει σε κάλπες με την τιμή της κιλοβατώρας στα ύψη, παρ' ότι οι επιδοτήσεις πλήττουν την ανάπτυξη, όπως έδειξε και η επίδοση του γ’ τριμήνου.
Καθ’ οδόν προς τις εκλογές, και παρ’ ότι το πρόσφατο Eurogroup εισηγήθηκε γενναίο εξορθολογισμό, είναι προφανές ότι οι ενισχύσεις στην Ελλάδα όχι μόνο δεν θα μειωθούν, αλλά και θα αυξηθούν εφόσον το απαιτήσουν οι διεθνείς εξελίξεις με τις τιμές.
Στην κυβέρνηση κάνουν ήδη κάποιους πρώτους υπολογισμούς, καθώς πλησιάζουμε προς τις 20 Δεκεμβρίου, οπότε και οι πάροχοι θα ανακοινώσουν τις χρεώσεις τους για τον Ιανουάριο, ώστε αν χρειαστεί, τότε να συνδράμει από τον επόμενο μήνα στην στήριξη των καταναλωτών, και ο κρατικός προϋπολογισμός. Σημειωτέον ότι η συμμετοχή του για τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, ήταν μηδενική.
Καμπανάκι από ΕΛΣΤΑΤ
Η αλήθεια είναι ότι πέραν του εκλογικού σχεδιασμού, το πρόβλημα των επιδοτήσεων γίνεται πλέον αισθητό στα δημοσιονομικά μεγέθη, όπως δείχνουν τα στοιχεία για το γ’ τρίμηνο. Κανονικά, η ανάπτυξη στο καλύτερο τρίμηνο της χρονιάς, λόγω ακριβώς της εξαιρετικής φετινής τουριστικής σεζόν, θα έπρεπε να είχε εκτιναχθεί πάνω από την αντίστοιχη του πρώτου και του δευτέρου τριμήνου. Εντούτοις συγκρατήθηκε στο 2,8%, έναντι 7,1% στο δεύτερο και 7,9% στο πρώτο, λόγω ακριβώς της ενεργειακής κρίσης. Μια από τις καλύτερες τουριστικές περιόδους των τελευταίων ετών συνέπεσε χρονικά με τα ιστορικά υψηλά των τιμών σε φυσικό αέριο, ρεύμα και πετρέλαιο που αύξησαν υπερβολικά την αξία των εισαγωγών.
Ο εκτροχιασμός των τιμών αερίου και ρεύματος τον Αύγουστο ανάγκασε την κυβέρνηση να διαθέσει 1,136 δισ ευρώ για να μην εκτροχιαστούν οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού, οι οποίοι τελικά διατηρήθηκαν στα 15-17 λεπτά. Οταν οι επιδοτήσεις κυμαίνονταν στα 400-500 εκατ ευρώ, το πρόβλημα δεν ήταν αισθητό. Εγινε ωστόσο στο γ’ τρίμηνο και τώρα το ερώτημα είναι τι θα συμβεί εφόσον τους επόμενους μήνες οι τιμές εκτιναχθουν ξανά.
Τα μηνύματα από το Eurogroup
Σε αυτό το περιβάλλον, τα μηνύματα από το προ ημερών Eurogroup ήταν ότι το σημερινό καθεστώς επιδοτήσεων χρήζει αναθεώρησης. Στο όνομα της μείωσης του δημοσιονομικού κόστους, που έχει φτάσει στο 1,3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ (700 δισ. ευρώ), το Eurogroup υιοθέτησε το γερμανικό μοντέλο, μιλώντας για ένα μοντέλο τιμολόγησης δύο επιπέδων, με το σκεπτικό από το 2023 και μετά, οι επιδοτήσεις να δίνονται στοχευμένα και να εστιάζουν μόνο στους ευάλωτους.
Τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο για την Ελλάδα; Την κατάργηση του σημερινού συστήματος, βάσει του οποίου, οι επιδοτήσεις δίνονται σε όλους τους καταναλωτές, αλλά κλιμακωτά, δηλαδή η ενίσχυση μειώνεται, όσο αυξάνεται η κατανάλωση. Με το μοντέλο των δύο επιπέδων, οι επιδοτήσεις θα εστιάζουν κυρίως στα ευάλωτα νοικοκυριά, καθώς από ένα επίπεδο κατανάλωσης και πάνω, θα καταργούνται.
Σε ένα ανατιμητικό περιβάλλον σαν αυτό και εφόσον επαληθευτούν οι προβλέψεις για νέο γύρο αυξήσεων μέσα στο χειμώνα, τυχόν κατάργηση του σημερινού συστήματος - χωρίς να αντικατασταθεί από κάποιο ισοδύναμου αποτελέσματος ή να επιβληθεί κάποιο πλαφόν στο αέριο - θα άφηνε τεράστιες κατηγορίες καταναλωτών, εκτεθειμένες στις αυξήσεις.
Είναι διατεθειμένη η κυβέρνηση να ακολουθήσει μια τέτοια κατεύθυνση; Οχι βέβαια. Καθ’ οδόν προς τις κάλπες, οι επιδοτήσεις μπορεί να «χτυπήσουν» στο ΑΕΠ, ωστόσο θεωρούνται απαραίτητες, πόσο μάλλον αφού εάν μειωθούν, το πρώτο θύμα θα είναι η ιδιωτική κατανάλωση. Στο σενάριο που ακριβύνει η τελική τιμή της κιλοβατώρας, τα νοικοκυριά δεν θα καταφέρουν να διατηρήσουν το επίπεδο κατανάλωσης που καταγράφηκε στο χθεσινό ΑΕΠ. Αυξήθηκε κατά 3,6% και χωρίς αυτήν, η επίδοση του ΑΕΠ θα ήταν ακόμη χαμηλότερη.
Θα το βρούμε μπροστά μας
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το θέμα των επιδοτήσεων θα το βρούμε μπροστά μας μετά τις εκλογές. Αλλά πιο εύκολα λαμβάνεται μια απόφαση περιορισμού τους από μια κυβέρνηση με φρέσκια λαϊκή εντολή, παρά τώρα. Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που οι επιδοτήσεις μπαίνουν στο στόχαστρο της ΕΕ με το σκεπτικό ότι έχουν ξεπεράσει κατά πολύ το όριο που θεωρεί δημοσιονομικά συνετό. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που εδώ και μήνες, η Αθήνα καθιέρωσε νέο μοντέλο, περιορίζοντας δραστικά τις ενισχύσεις από ένα επίπεδο κατανάλωσης και πάνω. Σημειωτέον ότι οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της κριτικής και του ΔΝΤ, σύμφωνα με το οποίο για να στηριχθεί επαρκώς το 40% των εισοδηματικά ασθενέστερων θα χρειάζονταν το 2022 μέτρα με κόστος περίπου 1% του ΑΕΠ. Όμως, τα μέτρα που έχουν ληφθεί έχουν ήδη κόστος ίσο με 1,8% του ΑΕΠ.