Διευκρινίσεις σχετικά με την αύξηση των τελών δικτύου του ΔΕΔΔΗΕ έδωσε στη Βουλή η ΡΑΕ, επισημαίνοντας τους λόγους για τους οποίους η αλλαγή της μεθοδολογίας υπολογισμού τους κρίθηκε απαραίτητη.
Αναλυτικότερα, προηγήθηκε ερώτηση του ΣΥΡΙΖΑ με την οποία κατήγγειλε ότι ο διαχειριστής θέτει ως προτεραιότητα την κερδοφορία του παρά την προστασία των καταναλωτών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το επιτρεπόμενο έσοδο του ΔΕΔΔΗΕ για το 2022 ενισχύθηκε από τα 781 εκατ. ευρώ σε 876 εκατ. μέσω της απόφασης της ΡΑΕ, ενώ για το 2023 αυξάνεται από 888 εκατ. σε 981 εκατ. ευρώ.
Στην απάντησή του, το ΥΠΕΝ τονίζει ότι οι Χρεώσεις Χρήσης Δικτύου αποτελούν το μοναδικό έσοδο του ΔΕΔΔΗΕ για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, τόσο κατά τον παρόντα χρόνο όσο και στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης της Χώρας και της αντιμετώπισης των δεδομένων που διαμορφώνονται από την κλιματική αλλαγή.
Στη δική της τοποθέτηση η ΡΑΕ παρατηρεί ότι η έλλειψη επενδύσεων από το διαχειριστή μπορεί βραχυπρόθεσμα να οδηγεί σε μείωση των χρεώσεων χρήσης, ωστόσο μακροπρόθεσμα είναι πιθανό να οδηγήσει σε μεγαλύτερα κόστη, εξ ου και η ανάγκη διασφάλισής τους μέσω επαρκούς επιπέδου των τελών δικτύου.
Η νέα μεθοδολογία αποσκοπεί στον «πιο δίκαιο» επιμερισμό του κόστους, στη βάση τεχνοκρατικών επιχειρημάτων και της διεθνούς πρακτικής. Σε κάθε περίπτωση, η ΡΑΑΕΥ είχε δεσμευθεί να μην υπάρχουν μεγάλες αυξομειώσεις ανά κατηγορία καταναλωτών, το οποίο έχει τηρηθεί. Για το λόγο δε αυτό άλλωστε, υιοθέτησε τη σταδιακή εφαρμογή της μεθοδολογίας.
Στον παρακάτω πίνακα εμφανίζονται οι τιμές ανά κατηγορία ελεγχόμενης λειτουργικής δαπάνης πριν και μετά την αναθεώρηση του επιτρεπόμενου εσόδου (τιμές 2020 δίχως την επίπτωση του πληθωρισμού):
Προκύπτει ότι οι κύριοι λόγοι της αύξησης των δαπανών είναι αφενός η μισθοδοσία ως αποτέλεσμα της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού και λοιπών αλλαγών, όπως και οι αυξήσεις στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, στα έξοδα μεταφορών και υλικών, τις ληξιπρόθεσμες οφειλές από προμηθευτές κ.α.
Από την πλευρά του, ο ΔΕΔΔΗΕ επισημαίνει ότι τα τελευταία τρία χρόνια δεν είχε πραγματοποιηθεί καμία αναθεώρηση των χρεώσεων δικτύου με αποτέλεσμα τη μη ανάκτηση των απαιτούμενων εσόδων για τη λειτουργία του και τη συσσώρευση υποανακτήσεων και δυσχερειών.
Αν ληφθεί υπόψη και η πτώση της ζήτησης κατά την τελευταία διετία, τότε γίνεται εμφανής η ανάγκη αναπροσαρμογής των χρεώσεων, σύμφωνα με τη διοίκηση του διαχειριστή.
Ένα ακόμη θέμα που τονίζεται από την πλευρά του ΔΕΔΔΗΕ είναι ότι η νέα μεθοδολογία οδηγεί σε αύξηση των παγίων χρεώσεων στα τιμολόγια και μείωση των μεταβλητών επειδή αυτό είναι πιο δίκαιο για τους καταναλωτές. Για παράδειγμα, έως τώρα καταναλωτές που χρησιμοποιούσαν τη σύνδεσή τους κανονικά επωμίζονταν το βάρος άλλων καταναλωτών που έκαναν περιορισμένη χρήση (π.χ. εξοχικές κατοικίες).