Οριστικοποιήθηκε η «τύχη» της ειδικής εισφοράς στο αέριο για ηλεκτροπαραγωγή, σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, με το ΥΠΕΝ να έχει λάβει την απόφαση το μέτρο να αποσυρθεί από τις αρχές του 2024. Ως συνέπεια, από την 1η Ιανουαρίου θα πέσουν τίτλοι τέλους σε όλες τις έκτακτες παρεμβάσεις στις εγχώριες χονδρεμπορικές αγορές, καθώς το υπουργείο έχει ήδη «κλειδώσει» την άρση του πλαφόν αμοιβής των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής.
Η ειδική εισφορά στο αέριο αποτελούσε «όχημα» για τον περιορισμό της εγχώριας κατανάλωσης αερίου, γεγονός το οποίο έως και πριν από λίγο διάστημα έκανε τους επιτελείς του ΥΠΕΝ να αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο διατήρησης του μέτρου έστω και για ένα μικρό χρονικό διάστημα του επόμενου έτους. Ενδεικτικές ήταν οι απαντήσεις για το θέμα από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου στην Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ, στη συνάντηση στα τέλη Οκτωβρίου, όπου οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας είχαν ζητήσει την κατάργησή του.
Τότε, οι πολιτικοί επικεφαλής του υπουργείου είχαν επιφυλαχθεί να δώσουν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα για την κατάργηση, υπογραμμίζοντας πως αυτό θα εξεταζόταν με γνώμονα την πορεία των διεθνών τιμών του αερίου. Μάλιστα, όπως είχαν αναφέρει, στο ενδεχόμενο που μέχρι τις αρχές του έτους έχουν διατηρηθεί (ή ακόμη περισσότερο ενισχυθεί) οι ανατιμητικές πιέσεις, τότε μπορεί να διατηρηθεί.
Στο διάστημα που μεσολάβησε, το ενδεχόμενο αυτό κάθε άλλο παρά έγινε πραγματικότητα – το αντίθετο, μάλιστα, καθώς την προηγούμενη εβδομάδα η τιμή στο TTF υποχώρησε στα επίπεδα των 38 ευρώ/MWh, είχα να παρατηρηθεί από τις αρχές του 2022, δηλαδή πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και όσα ακολούθησαν. Ως συνέπεια, η αποκλιμάκωση απομακρύνει τον κίνδυνο μία αύξηση στην κατανάλωση -που στην Ελλάδα θα μπορούσε να προκαλέσει η κατάργηση της ειδικής εισφοράς- να ωθήσει ανοδικά τις τιμές του καυσίμου.
Υπενθυμίζεται, εξάλλου, ότι οι εκτιμήσεις των τεχνοκρατών τόσο του υπουργείου όσο και του Μαξίμου είναι πως τα θεμελιώδη της αγοράς δημιουργούν «χώρο» για πτώση του κόστους του καυσίμου. Θεμελιώδη που αφορούν την πληρότητα των ευρωπαϊκών αποθηκών, την υψηλή διαθεσιμότητα LNG, αλλά και την αρκετά αργοπορημένη μείωση των θερμοκρασιών στη «Γηραιά Ήπειρο». Βέβαια, όπως έχει ξεκαθαρίσει το υπουργείο, τα έκτακτα μέτρα παραμένουν επί της ουσίας σε εφεδρεία, ώστε να επιστρατευθούν εκ νέου σε περίπτωση οποιουδήποτε αρνητικού απρόοπτου.
Υπενθυμίζεται ότι η «φόρμουλα» της εισφοράς άλλαξε τον Μάιο του 2023, με συνέπεια να είναι πλέον ίση με το 5% του συμβολαίου στον ολλανδικό κόμβο. Η «φόρμουλα» αυτή έδωσε τη θέση της στην οριζόντια και σταθερή χρέωση των 10 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, που ίσχυε έως τότε από τον Νοέμβριο του 2022 – όταν τέθηκε σε εφαρμογή το μέτρο.
Ωστόσο, όπως έχει γράψει το energypress, σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου, ο περιορισμός της επιβάρυνσης στο κόστος λειτουργίας των μονάδων αερίου δεν σημαίνει πως εξέλιπαν οι αρνητικές επιπτώσεις που έχει το μέτρο στην εγχώρια αγορά – όπως η ενίσχυση των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, η υπονόμευση της ανταγωνιστικότητας των μονάδων αερίου, αλλά και τα αυξημένα τιμολόγια ηλεκτρισμού.
Επιπλέον, η έκτακτη εισφορά
λειτουργεί ει βάρος και της παραγωγής των ΑΠΕ, αφού οι αθρόες εισαγωγές
καλύπτουν μέρος της ζήτησης που αλλιώς θα ικανοποιείτο τις συγκεκριμένες
ώρες από «πράσινες» Μεγαβατώρες. Κατά συνέπεια, διευρύνονται οι
περιπτώσεις που ο Διαχειριστής αναγκάζεται να προβαίνει σε περικοπές
παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές.