
Το παιχνίδι του γρήγορου ίντερνετ στο οποίο μπήκε από χθες η ΔΕΗ συνδέεται όχι μόνο με τη παροχή ανταγωνιστικών πακέτων που θα της εξασφαλίσουν μερίδια και θα της ενισχύσουν τη κερδοφορία, αλλά και με ένα «νέο κόσμο» συνδυασμένων πωλήσεων προϊόντων και υπηρεσιών στην ενέργεια και τα telecoms.
Αντι οι παρεχόμενες υπηρεσίες να περιορίζονται στο ρεύμα, τις αντλίες θερμότητας και τις ολοκληρωμένες υπηρεσίες για το σπίτι που προσφέρει πλέον η Κωτσόβολος, τώρα ο καταναλωτής θα έχει πρόσβαση και στο γρήγορο ίντερνετ, που προφανώς θα διατίθεται επίσης μέσω του δικτύου καταστημάτων της συγκεκριμένης αλυσίδας.
Το μοντέλο δηλαδή που εγκαινίασε η ΔΕΗ με την εξαγορά της Κωτσόβολος το 2023, τώρα πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Στοχεύοντας στη περαιτέρω σύσφιγξη των δεσμών του ομίλου με τη πελατειακή του βάση, των 7 περίπου εκατομμυρίων καταναλωτών και στη λογική ότι το μέλλον των utilities, είναι καθετοποιημένοι παίκτες που δίνουν πακέτα υπηρεσιών (π.χ. ρεύμα και ίντερνετ μαζί), όπως για παράδειγμα οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που μπήκαν τη τελευταία 15ετία στη συνδρομητική τηλεόραση.
Αλλωστε, το FTTH δίκτυο της Fiber Grid, της θυγατρικής της ΔΕΗ αποτελεί τη βάση για έξυπνες ενεργειακές εφαρμογές, σπίτια και επιχειρήσεις που απαιτούν απόκριση σε πραγματικό χρόνο, καθώς και για τη λειτουργία συστημάτων smart home, ΑΠΕ και ενεργειακής μετάβασης
Τα όπλα της απέναντι σε ΟΤΕ, Nova, Vodafone
Τα όπλα της σε αυτή τη μάχη απέναντι στους παραδοσιακούς παίκτες των telecoms (ΟΤΕ, Nova, Vodafone) είναι καταρχήν το χαμηλότερου κόστους σε σχέση με το υπόγειο, ταχέως αναπτυσσόμενο και με πρόσβαση σε περιοχές με μηδενική διείσδυση οπτικών ινών, εναέριο δίκτυο του ομίλου.
Τα χαμηλότερα κόστη και η αλματώδης ανάπτυξη του εναέριου δικτύου της είναι τα δύο βασικά ατού της επιχείρησης που εξηγούν και τις ανταγωνιστικές τιμές των τριών πρώτων πακέτων που ανακοίνωσε για 500 Mbps, 1 Gbps και 2,5 Gbps, (https://energypress.gr/news/dynamiki-premiera-apo-simera-tis-dei-sto-grigoro-internet-me-tria-nea-paketa-oi-epiloges), αφού το μοντέλο της είναι λιγότερο χρονοβόρο και κυρίως λιγότερο κοστοβόρο απ' ότι μια υπόγεια εγκατάσταση.
Η ανάπτυξη βασίζεται εξ’ ολοκλήρου σε νέο δίκτυο, σχεδιασμένο και κατασκευασμένο από την αρχή, με συνδυασμό εναέριας και επίγειας υποδομής και μέσα από ένα σταθερό πλαίσιο συνεργασιών με εργολάβους για να εξασφαλίζει μέγιστες ταχύτητες, σταθερότητα και γρήγορη επεκτασιμότητα.
Στο δια ταύτα, τα πλεονεκτήματα στηρίζονται στη μείωση κόστους ανά χιλιόμετρο, την επιτάχυνση της ανάπτυξης και τη δυνατότητα διεύρυνσης της προσβασιμότητας, ακόμη και σε περιοχές που είχαν μείνει εκτός των χαρτών υπερυψηλών ταχυτήτων, εντός των οποίων δραστηριοπούνται οι τρεις άλλοι πάροχοι.
Μοντέλο Enel
Σαν μοντέλο θυμίζει εκείνο της ιταλικής Enel, όπου έχει θητεύσει στο παρελθόν ο μάνατζερ της ΔΕΗ, για ένα ιδιόκτητο δίκτυο οπτικών ινών που θα διασφαλίζει υψηλά δεδομένα συνδέσεων, με ταχύτητες μέχρι 2,5 Gbps και με ένα ρυθμό ανάπτυξης 50-60.000 νέων σημείων το μήνα. Σε λιγότερο από δύο χρόνια το δίκτυο της θυγατρικής της Fiber Grid έφτασε να είναι ενεργοποιημένο σε 600.000 σπίτια και να περνά μπροστά από 1 εκατομμύριο νοικοκυριά και επιχειρήσεις με στόχο να φτάσει το 1,5 εκατομμύριο στα τέλη του έτους και τα 3 εκατομμύρια σε πλήρη ανάπτυξη.
Το άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι μπαίνουμε σε μια φάση ανταγωνισμού στα telecoms, που θα δώσει τέλος στην ανάγκη κρατικών επιδοτήσεων και στήριξης μέσω κοινοτικών πόρων για την ανάπτυξη του δικτύου οπτικών ινών στην Ελλάδα, όπως συνέβαινε όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Πτώση τιμών και καλύτερες επιδόσεις για την Ελλάδα
Το νέο τοπίο προιωνίζεται εξελίξεις. Ο ανταγωνισμός (ΟΤΕ, Nova, Vodafone) αναμένεται λογικά να απαντήσει, που σημαίνει ότι το pricing στα telecoms θα διαμορφωθεί χαμηλότερα, κι όλα αυτά θα διαμορφώσουν αναπόφευκτα μια νέα πραγματικότητα για τις οπτικές ίνες στην Ελλάδα, η οποία σήμερα παραμένει ουραγός πανευρωπαικά.
Κρίνοντας από τη τελευταία έκθεση του FTTH Council Europe (Σεπτέμβριος 2024), παρ' ότι τα τελευταία χρόνια καταγράφεται πρόοδος, εντούτοις ως χώρα βρισκόμαστε στις τελευταίες θέσεις της ευρωπαικής κατάταξης όσον αφορά τη διείσδυση της οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι (FTTH). Το ποσοστό κάλυψης των οπτικών ινών στην Ελλάδα φτάνει το 40% των νοικοκυριών, αλλά η πραγματική χρήση Fiber To The Home (FTTH) υπηρεσιών παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη. Μόλις το 11,3% των νοικοκυριών διαθέτουν ενεργή σύνδεση και παρότι το take-up rate φτάνει το 28,3%, ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων στις υποδομές είναι ανενεργό.
Τούτων δοθέντων, η Ελλάδα κατατάσσεται προτελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην ενεργή διείσδυση FTTH (11,3%) και τελευταία στο συνολικό ποσοστό ενεργών συνδρομητών επί των νοικοκυριών (penetration). Το ψηφιακό έλλειμμα της χώρας είναι μεγάλο και η απόσταση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κινείται σε επίπεδα πάνω από 35% (https://www.ftthcouncil.eu/).
Σε αυτό το τοπίο, η είσοδος στο παιχνίδι του ίντερνετ ενός νέου παίκτη όχι μόνο θα ταρακουνήσει την αγορά, αλλά και θα έχει ως αποτέλεσμα να ξεκολλήσει η Ελλάδα από την ουρά της ευρωπαϊκής κατάταξης, καθώς μπαίνει στο παιχνίδι ένα καινούργιο δίκτυο, που αναπτύσσεται γρήγορα, αλλά και έχει δυνατότητα παρουσίας ακόμη και σε περιοχές με μικρή σήμερα διείσδυση οπτικών ινών.
Τέσσερα projects σε εξέλιξη
Το ίντερνετ είναι μια ακόμη κίνηση στη κατεύθυνση να μετεξελιχθεί η ΔΕΗ σε Powertech εταιρεία, με ισχυρή παρουσία στον τηλεπικοινωνιακό και ψηφιακό τομέα, καθώς τρέχει ακόμη τέσσερα φιλόδοξα projects.
- East to Med Data Corridor: Διεθνές έργο υποθαλάσσιας και χερσαίας διασύνδεσης που μετατρέπει την Ελλάδα σε ανατολική πύλη δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενισχύοντας τη γεωστρατηγική της θέση.
- Data In Scale (με τη DAMAC): Ανάπτυξη data center στα Σπάτα Αττικής, με ισχύ 12,5 MW και δυνατότητα επέκτασης στα 25 MW, για τη στήριξη του cloud οικοσυστήματος στη ΝΑ Ευρώπη.
- Olympus AI: Πρωτοβουλία Τεχνητής Νοημοσύνης ως Υπηρεσία (AI-as-a-Service), με εφαρμογές στη διαχείριση ενέργειας, την καινοτομία και τα ψηφιακά εργαλεία της νέας εποχής.
- Data Center στη Δυτική Μακεδονία: Στρατηγικό επενδυτικό πλάνο με το οποίο οι πρώην λιγνιτικές εκτάσεις στη Δυτική Μακεδονία θα μετατραπούν σταδιακά σε έναν τεχνολογικό και πράσινο ενεργειακό κόμβο με αποδέκτη την αγορά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Κομβικό ρόλο στο επενδυτικό πλάνο του ομίλου παίζει η δημιουργία ενός νέου mega data center 300 MW στον λιγνιτικό σταθμό του Αγίου Δημητρίου, γύρω από το οποίο θα δημιουργηθεί ένα οικοσύστημα τεχνολογίας. Σε δεύτερη φάση, και υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει ισχυρό ενδιαφέρον από hyperscalers να συμμετάσχουν στο project, το Mega Data Center μπορεί να μετατραπεί σε Giga Data Center και να φτάσει τα 1.000MW. Η παροχή της ενέργειας στο mega data center θα γίνεται behind the meter, δηλαδή οι ανάγκες του δε θα επιβαρύνουν το σύστημα ενέργειας της χώρας.