Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Πέντε «παγίδες» κρύβει ο διαγωνισμός για τους έξυπνους μετρητές

Προκηρύχθηκε πέρυσι το καλοκαίρι, και έκτοτε αλλάζουν
συνεχώς οι προδιαγραφές του, με αποτέλεσμα να παίρνει συνεχείς παρατάσεις, χωρίς ουδείς να ξέρει πότε επιτέλους θα διαμορφωθούν οι τελικοί τεχνικοί όροι του, και πολύ περισσότερο πότε θα ολοκληρωθεί.
Ο λόγος για τον περιβόητο διαγωνισμό του ΔΕΔΔΗΕ σχετικά με την εγκατάσταση των πρώτων 200.000 έξυπνων μετρητών σε οικιακούς καταναλωτές, ο οποίος αφού πήρε τέσσερις παρατάσεις, η καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών εκπνέει στις 26 Μαρτίου, χωρίς κανείς να μπορεί να αποκλείσει μία ακόμη..
αναβολή.
Οι όροι της διακήρυξης αλλάζουν διαρκώς και η αγορά απορεί για ποιο λόγο αυτό συμβαίνει, με κάποιους να εκτιμούν ότι πίσω από τις συνεχείς τροποποιήσεις κρύβονται πιθανώς άλλες αιτίες, και όχι η βελτιστοποίηση των προδιαγραφών ώστε το σύστημα να δουλέψει όσο πιο άρτια μπορεί, όπως επικαλείται ο ΔΕΔΔΗΕ.
Σύμφωνα με γνώστη της αγοράς, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί το τελικό κείμενο της προκήρυξης, το κύριο πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει εγκατεστημένος μετρητής σε οποιοδήποτε δίκτυο που να πληροί τις τεχνικές απαιτήσεις του διαγωνισμού, και επιπλέον οι όροι του διαγωνισμού ενέχουν αυξημένο επιχειρηματικό κίνδυνο για όποιον κατέβει σε αυτόν.
Η διεθνής πρακτική λέει ότι μεγάλες εταιρείες Διανομής όπως η Γαλλική ERDF, η Ισπανική IΒERDROLA, η Ιταλική ENEL, καθώς και παίκτες από την Ολλανδία ή τη Μ. Βρετανία, αναπτύσσουν τις προδιαγραφές για τους μετρητές ενέργειας που προορίζονται για το δίκτυό τους έπειτα από ενδελεχή μελέτη και σε στενή συνεργασία με τους κατασκευαστές.
Στην περίπτωση ωστόσο του Ελληνικού Δικτύου Διανομής αυτό δεν έχει συμβεί. Διότι οι προδιαγραφές του έργου αποτελούν μια συρραφή από τις προδιαγραφές που ισχύουν στις παραπάνω χώρες. Δυστυχώς όμως σε καμία από τις χώρες αυτές δεν υπάρχει εγκατεστημένος μετρητής που να πληροί κατά 100% τις προδιαγραφές που ζητά ο ελληνικός διαγωνισμός, ούτε υπάρχουν σημαντικοί οίκοι με μεγάλη εμπειρία που να διαθέτουν μετρητή, ο οποίος να ικανοποιεί τις παραπάνω προδιαγραφές. Ενδεικτικό είναι ότι:
 
Τα ποσοστά αναλογίας GPRS/PLC
Πρώτον, η διακήρυξη ζητάει 2 τεχνολογίες επικοινωνίας μετρητών με το Κεντρικό Σύστημα του ΔΕΔΔΗΕ, μια με πρωτόκολλο PLC και μία με πρωτόκολλο GSM/GPRS (σσ: η τεχνολογία που χρησιμοποιείται στην κινητή τηλεφωνία) κατά ελάχιστο ποσοστό 20%. Σύμφωνα με τη διακήρυξη ο διαγωνιζόμενος πρέπει να ορίσει την ποσόστωση και να την τηρήσει, όπως και να τηρεί συγκεκριμένα ποσοστά καλής λειτουργίας.
Το πρόβλημα όμως είναι σε αυτό το “πιλοτικό” έργο, κανένας από τους υποψηφίους ενδιαφερόμενους και απ’ ότι φαίνεται ούτε ο ίδιος ο ΔΕΔΔΗΕ, δεν γνωρίζουν τα προβλήματα που υπάρχουν στο Ελληνικό δίκτυο διανομής.
Τα ποσοστά της αναλογίας των τεχνολογιών GPRS/PLC θα έπρεπε να είχαν ορισθεί από τον ίδιο τον ΔΕΔΔΗΕ με βάση δικές του μελέτες στο δίκτυο του, όπως επίσης και τα κριτήρια χρήσης της κάθε τεχνολογίας. Να σημειωθεί ότι η τεχνολογία PLC είναι φθηνότερη από την τεχνολογία GSM/GPRS και σαφώς προτιμότερη από πλευράς κόστους υλικών. Δεν είναι γνωστό ωστόσο το κόστος λειτουργίας καθώς ουδείς δεν γνωρίζει το ποσοστό αποτυχιών και προβλημάτων. Υπό αυτές τις συνθήκες, όσο ο ΔΕΔΔΗΕ υποχρεώνει τους υποψηφίους να τηρήσουν συγκεκριμένα ποσοστά καλής λειτουργίας (KPIs) διατηρώντας τη ποσόστωση τεχνολογιών, αυξάνει το επιχειρηματικό ρίσκο.
Επειδή δε, ο εν λόγω διαγωνισμός αποτελεί την πρώτη προσπάθεια χρήσης νέων τεχνολογιών PLC θα έπρεπε η αναλογία των ποσοστών PLC/GPRS να καθοριστεί αρκετά μετά την 1η φάση του έργου (το 9μηνο), δηλαδή μετά την τοποθέτηση των 10.000 πρώτων μετρητών και μετά από ένα εύλογο χρονικό διάστημα λειτουργίας 3-6 μηνών. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και να είναι σαφή τόσο το επιθυμητό ποσοστό τεχνολογίας, όσο και οι δείκτες καλής λειτουργίας (KPIs). Επίσης, επειδή ο λόγος PLC/GPRS δεν είναι εξαρχής ορισμένος, η οικονομική αξιολόγηση θα έπρεπε να γίνει με έναν σταθερό λόγο π.χ. 20% GPRS, 80% PLC.
Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι το πιλοτικό πρόγραμμα έχει πολύ μεγάλη έκταση, αφορά δηλαδή 170.000 και πλέον μετρητές (ήτοι το 2,5% του δικτύου) ενώ τίθενται στόχοι επικοινωνίας μέχρι και 97%.
Έχουν άραγε μελετήσει στο ΔΕΔΔΗΕ το Δίκτυο Διανομής ή έχουν δει σε άλλες ξένες εταιρείες τέτοια ποσοστά επιτυχίας;
Κακώς λοιπόν τίθενται παρόμοιοι στόχοι χωρίς να έχει πραγματοποιηθεί η μελέτη και η πρώτη πιλοτική λειτουργία της νέας τεχνολογίας. Στόχοι θα μπορούσαν να τεθούν μόνον για την τεχνολογία GSM/GPRS που έχει δοκιμαστεί και λειτουργεί, όχι όμως και για την PLC.
 
Αποκλεισμός των νέων τεχνολογιών
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η διακήρυξη ζητά την προμήθεια από 2 διαφορετικούς κατασκευαστές, με το δικό τους IPR, με τουλάχιστον 20% από τον καθένα, όπως επίσης το να υπάρχουν συστάσεις (references) τουλάχιστον 20.000 μετρητών εγκατεστημένων σε δίκτυο τηλεμέτρησης. 
Για την τεχνολογία PLC η διακήρυξη ζητά ο ρυθμός μετάδοσης να είναι μεγαλύτερος από 4.8 Kbit/s.
1. Καταρχήν, για την τεχνολογία PLC οι διαθέσιμες τεχνολογίες που περνούν το όριο της ταχύτητας επικοινωνίας είναι οι νέες OFDM τεχνολογίες PRIME και G3. Ωστόσο οι πλέον χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες, που είναι οι S-FSK κατά ISO/IEC 61334 και οι οποίες παρέχουν ταχύτητες 2,4 Kbit/s, αποκλείονται από τη διακήρυξη. Ενημερωτικά, μια σειρά από εταιρείες όπως και αυτές της ομάδας IDIS που περιλαμβάνει σημαντικούς ξένους κατασκευαστές (δηλαδή τις Itron, Landis+Gyr, Elster, Iskraemeco) έχουν επιτυχώς συμμετάσχει στα πιλοτικά της Γαλλικής ERDF με το G1 το οποίο θα μπορούσε να υιοθετηθεί και από τον ΔΕΔΔΗΕ.
2. Οσο για τα υπερσύγχρονα πρωτόκολλα PRIME της Ισπανικής IBERDROLA και ιδιαίτερα το G3 της Γαλλικής ERDF (το οποίο τυγχάνει ευρύτερης αποδοχής από την ομάδα των εταιρειών IDIS), παρ' ότι ενσωματώνουν νεότερες τεχνολογικές εξελίξεις, ωστόσο δεν έχουν εγκατασταθεί ευρέως και επομένως δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες συστάσεις (references) των 20.000 μετρητικών σημείων που ζητά ο διαγωνισμός του ΔΕΔΔΗΕ.
Σαν αποτέλεσμα αποκλείονται οι τεχνολογίες που τα επόμενα χρόνια θα έχουν και τη μεγαλύτερη αποδοχή παγκοσμίως, και αποτελούν το "αύριο" στο χώρο των έξυπνων δικτύων.
Θα περίμενε κανείς αντί να απαιτούνται συστάσεις γι αυτές τις νεότερες τεχνολογίες να ζητούνται μόνον πιστοποιητικά συμμόρφωσης στα πρότυπα των ομάδων που έχουν συμμαχήσει διεθνώς για να αναπτύξουν τα παραπάνω πρωτόκολλα (“alliance groups”).
Για τους ίδιους λόγους δεν πρέπει να αποκλείονται και άλλες νεότερες τεχνολογίες όπως το ΙΕΕΕ 1901.2 HomePlug Green PHY. Προκειμένου να αρθούν οι οποιεσδήποτε αμφιβολίες σχετικά με την τεχνική αρτιότητα των παραπάνω λύσεων προτείνεται να είναι υποχρεωτική η επίσκεψη στις εταιρείες που έχουν ήδη εγκαταστήσει οι συμμετέχοντες τους μετρητές.
 
Δύσκολη η συνεργασία δύο κατασκευαστών
Το γεγονός ότι η διακήρυξη ζητά μετρητές κατά ελάχιστο ποσοστό 20% από τον καθένα κατασκευαστή, καθιστά δυσχερή τη συνεργασία 2 εταιρειών κατασκευής μετρητών που απαιτείται για την επίτευξη της απαιτούμενης διαλειτουργικότητας και εναλλαξιμότητας μεταξύ των μετρητών.
Κι αυτό καθώς ο κατασκευαστής του ακριβότερου μετρητή είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσει και να συνεργασθεί με εκείνο του φθηνότερου. Ειδικά, για ένα τέτοιο αριθμό μετρητών 170-260.000, μια αναλογία 50%-50% θα δημιουργούσε ιδανικότερες συνθήκες συνεργασίας μεταξύ των κατασκευαστών.
Εξάλλου, λόγω της οικονομικής και πολιτικής κατάστασης της χώρας, η πλειοψηφία των κατασκευαστών διστάζουν να προβούν στην απαιτούμενη ανασχεδίαση των μετρητών τους για να καλύψουν τις ελληνικές απαιτήσεις. Συνεπώς το να βρεθούν αρκετά ζεύγη κατασκευαστών οι οποίοι θα συνεργαστούν για να πετύχουν την διαλειτουργικότητα και εναλλαξιμότητα είναι από δύσκολο έως απίθανο.
 
Επανασύνδεση μετά από διακοπή
Επίσης, η διακήρυξη εμπεριέχει επιπλέον απαιτήσεις για την απομακρυσμένη επανασύνδεση μετρητών όμοιες με εκείνες της Ισπανικής IBERDROLA, απαίτηση την οποία υλοποιούν οι κατασκευαστές μετρητών που συνεργάζονται μόνον με την συγκεκριμένη εταιρεία.
Η απαίτηση αυτή περιορίζει εμφανέστατα τον ανταγωνισμό και θα έπρεπε να αρθεί. Η αξιοποίησή της μάλιστα είναι αμφίβολη. Αυτό που διασφαλίζει είναι ότι για την επανασύνδεση του ρεύματος ο καταναλωτής θα ανοίξει και θα κλείσει τον γενικό διακόπτη της εσωτερικής ηλεκτρικής του εγκατάστασης, έτσι ώστε να είναι ενήμερος για την επανασύνδεση του ρεύματος σε περίπτωση αποσύνδεσης από τη ΔΕΗ λόγω απλήρωτων λογαριασμών ή άλλων ποινών. Όμως οι περιπτώσεις αυτές είναι σπάνιες ενώ πολύ πιο συχνή είναι η περίπτωση διακοπής ρεύματος από τεχνικά αίτια και επαναφοράς, όπου δεν καλύπτεται αυτή η περίπτωση.
Πέραν αυτού, στη σημερινή εποχή η “ειδοποίηση” του χρήστη ότι είναι ενήμερος για την επαναρευματοδότηση μπορεί να επιτευχθεί μέσω του internet ή με κλήση σε κινητό ή σε σταθερό.
 
Το “In Home Displays”
Η Διακήρυξη απαιτεί να παρέχονται και συσκευές απεικόνισης κατανάλωσης για τους οικιακούς χρήστες – “In Home Displays” οι οποίες αυξάνουν τόσο το κόστος όσο και την πολυπλοκότητα του έργου βάζοντας παραμέτρους όπως εκπαίδευση χρήσης πολύπλοκων συσκευών σε αμύητους σε νέες τεχνολογίες, κ.ο.κ.
Οι συσκευές αυτές συνδέονται με τον μετρητή του καταναλωτή και απεικονίζουν σε πραγματικό χρόνο τη συνολική κατανάλωση. Η εναλλακτική μέθοδος είναι να χρησιμοποιήσει ο χρήστης οποιαδήποτε συσκευή συνδέεται με το internet και να ενημερωθεί για την κατανάλωσή του μέσω του web ή και του mobile portal του ΔΕΔΔΗΕ.
Πρακτικά θα λαμβάνει την ίδια ακριβώς πληροφορία σε μη πραγματικό χρόνο, όμως για τον σκοπό της ευαισθητοποίησης και λήψης μέτρων για τη μείωση της κατανάλωσής του θα έχει ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα.
Ετσι ο καταναλωτής θα ανακαλύψει τις ενεργοβόρες συνήθειές του και θα προβεί στη λήψη μέτρων όπως τον περιορισμό της κατανάλωσης ή και επένδυσης αντικαθιστώντας ενεργοβόρες συσκευές με συσκευές υψηλότερης ενεργειακής κλάσης. Σημειώνουμε μάλιστα ότι η μοναδική χώρα που έχει σχετικά ευρεία χρήση του “In Home Displays” είναι στη Μ. Βρετανία.
 
Απομακρυσμένη ενημέρωση
Οι επαφές εξόδου που απαιτούνται από τον διαγωνισμό ώστε να παρέχουν απομακρυσμένη ενημέρωση ή και δυνατότητα ελέγχου συγκεκριμένων κυκλωμάτων του πελάτη δεν θα χρησιμοποιηθούν σχεδόν ποτέ καθώς δεν υπάρχει αντίστοιχη καλωδίωση στην εσωτερική εγκατάσταση του πελάτη. Είναι μια απαίτηση που αποκλείει μεγάλο αριθμό κατασκευαστών για μια λειτουργικότητα που δεν θα χρησιμοποιηθεί και θα πρέπει να απαλειφθεί.