Τρεις εβδομάδες πριν, επενδυτές και αναλυτές στο Λονδίνο, εντυπωσιάστηκαν από το νούμερο των 9 δισ. ευρώ, καινούργιων επενδύσεων, τις οποίες ανακοίνωσε ότι θα κάνει η ΔΕΗ την επόμενη τριετία.
Η εικόνα που κράτησαν, χωρίς να ξέρουν τη συνέχεια, ήταν αυτή ενός περιφερειακού πλέον παίκτη που σκοπεύει να ενισχύσει το χαρτοφυλάκιο του με νέες συνεργασίες και ακόμη μεγαλύτερη γεωγραφική διασπορά, ώστε να ξεφύγει από τα στενά όρια ενός μεσαίου ενεργειακού ομίλου από τα Βαλκάνια.
Τώρα, οι πληροφορίες λένε ότι η ΔΕΗ κοιτάζει μια από τις χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης, μέλος της ομάδας των G7, δηλαδή των μεγαλύτερων βιομηχανικών κρατών, και από τις πιο ραγδαία αναπτυσσόμενες αγορές πράσινης ενέργειας. Την Ιταλία.
Εάν της βγει η κίνηση θα μιλάμε για ένα ποιοτικό άλμα, αυτή τη φορά στην καρδιά της Ευρώπης. Και πράγματι σε μια από τις διαφάνειες που παρουσίασε στο Λονδίνο ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γ. Στάσσης συμπεριέλαβε στη μελλοντική γεωγραφική διασπορά του χαρτοφυλακίου της (σελ. 12 της παρουσίασης), και την Ιταλία. Δεν μπήκε τυχαία στα σλάιντς η γειτονική χώρα.
Καταρχήν μιλάμε για την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την έβδομη μεγαλύτερη στον κόσμο ως προς το ΑΕΠ. Με τη δεύτερη πιο ισχυρή βιομηχανία στην Ευρωζώνη, πολλά και μεγάλα ώριμα έργα και ακόμη πιο μεγάλη ζήτηση για καθαρή φθηνή ενέργεια.
Κυρίως όμως, με το πλεονέκτημα ότι επειδή έχει εντυπωσιακή παραγωγική βάση, δίκτυα με ισχυρή μεταφορική ικανότητα και δυνατές διεθνείς διασυνδέσεις με το Βορρά, ο ηλεκτρικός της χώρος δεν είναι κορεσμένος, όπως εδώ στην Ελλάδα. Δεν βιώνει το ίδιο με εμάς και άλλες χώρες, πρόβλημα, το τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον να μην συμβαδίζει με το τι μπορεί να «σηκώσει» το δίκτυο.
Έχει ακόμη σημαντικό ελεύθερο χώρο για να μπουν νέα έργα, γεγονός που με τη σειρά του συνεπάγεται σημαντικές ευκαιρίες για εξαγορές υφιστάμενων ή υπό κατασκευή φωτοβολταϊκών, παρόμοιες με αυτές που σκανάρει την περίοδο αυτή η ΔΕΗ. Εξάλλου, τα μισά περίπου από τα 9 δισ., σε ΑΠΕ θα κατευθυνθούν.
Η μεγάλη λοιπόν εικόνα είναι αυτή. Ο έλεγχος ενεργειακών assets στο εξωτερικό, ο οποίος ισοδυναμεί με στρατηγική ισχύ και που φυσικά έχει εθνικό πρόσημο. Και εδώ έρχεται μια δεύτερη ευκαιρία για τη ΔΕΗ.
Η Ιταλία είναι μια μεγάλη χώρα. Κυρίως όμως είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρεύματος στην Ευρώπη. Έχει μια βιομηχανία που οι ανάγκες της ξεπερνούν κατά πολύ την εγχώρια παραγωγή ηλεκτρισμού και παρ’ ότι διαθέτει μια ακμάζουσα αγορά φωτοβολταϊκών, η ζήτηση κινείται αυξητικά, μαζί και οι τιμές που είναι σταθερά ψηλότερες από τις δικές μας.
Τα μεσημέρια οι εξαγωγές ρεύματος από την Ελλάδα βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, γι’ αυτό και κρίθηκε επιβεβλημένος από τον ΑΔΜΗΕ και τον ιταλό Διαχειριστή, ο τριπλασιασμός της μεταφορικής ικανότητας του μεταξύ μας υποβρυχίου καλωδίου, από τα 500 GW στα 1500 GW.
Τι ευκαιρίες δημιουργεί η μεγαλύτερη αυτή χωρητικότητα για έναν regional player όπως η ΔΕΗ, με έργα ΑΠΕ σε Ελλάδα, Ρουμανία, προσεχώς και Βουλγαρία; Σε τρεις δηλαδή διασυνδεδεμένες μεταξύ τους εθνικές αγορές, όπως και με την Ιταλία;
Τοποθετημένη πάνω στον στρατηγικό διάδρομο Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ρουμανίας, η ΔΕΗ, με πρόσβαση σε μια ενιαία αγορά 40 εκατομμυρίων, δίχως περιορισμούς στις διασυνοριακές συναλλαγές, καθώς το ρεύμα πωλείται ελεύθερα μεταξύ των χωρών, έχει μια τεράστια ευκαιρία.
Είναι πλέον σε θέση να εκμεταλλεύεται τις συνέργειες και να πουλά μεγάλους φθηνούς όγκους πράσινης ενέργειας στην ιταλική βιομηχανία που διψά για ρεύμα χαμηλού κόστους.
Και με την παρουσία της σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, πετυχαίνει με το διευρυμένο και αλληλοσυμπληρούμενο χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων, διασπορά του κινδύνου, εκμεταλλευόμενη τις διαφορετικές μετεωρολογικές συνθήκες στην κάθε περιοχή.
Όταν π.χ. δεν φυσάει ή δεν έχει ήλιο στην Ελλάδα, μπορεί να φυσάει ή να έχει ηλιοφάνεια στη Ρουμανία. Κάνει δηλαδή μονιμότερη τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα, χαμηλώνει τα κόστη της, αυξάνει τις ευκαιρίες για trading με τους Ιταλούς και επιτρέπει τη διαμετακόμιση μεγάλων όγκων ενέργειας από Ανατολάς προς Δυσμάς. Αποκτά κεντρικό ρόλο σε αυτό που συζητάμε εδώ και καιρό, τη μεταφορά πράσινης ενέργειας προς τη Δύση.
Σ’ αυτή τη φάση, της «σκληρής» υλοποίησης του πλάνου της βρίσκεται ο μετασχηματισμός της ΔΕΗ, από τις πλέον αναπτυσσόμενες ελληνικές επιχειρήσεις παρ’ ότι το 34% ελέγχεται από το Δημόσιο.
Τελικά, το μετοχικό αυτό μοντέλο, όπου το κράτος περιορίζει τη συμμετοχή του στην καταστατική μειοψηφία και συνεργάζεται με ισχυρά ιδιωτικά κεφάλαια, κάτω από το κατάλληλο μάνατζμεντ χωρίς κρατικές παρεμβάσεις, δείχνει άκρως δημιουργικό.
Απορίας άξιο είναι γιατί η κυβέρνηση δεν το εφαρμόζει και σε άλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, ώστε ξεφεύγοντας από τις εμμονές του παρελθόντος να δημιουργήσουμε μεγάλα ανταγωνιστικά σχήματα προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας.