ΡΕΝΑ ΓΑΛΙΩΤΟΥ - www.energymag.gr
Ρεκόρ αρνητικών τιμών ενέργειας καταγράφονται φέτος στις χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρισμού της Ευρώπης, φαινόμενο που προκαλεί προβληματισμό για τη βιωσιμότητα των έργων ΑΠΕ που αμείβονται με όρους αγοράς, ενώ καταδεικνύει ότι η ταχεία διείσδυση της πράσινης ενέργειας υπερκαλύπτει κατά πολύ τη ζήτηση, με την Ευρώπη να μην φαίνεται να διαθέτει επαρκή εργαλεία (αποθήκευση, διασυνδέσεις) για να αντιμετωπίσει την υπερπροσφορά.
Σύμφωνα με στοιχεία της συμβουλευτικής ICIS που παρουσιάζουν οι Financial Times, οι τιμές ενέργειας στην Ευρώπη βρέθηκαν σε αρνητικό έδαφος για 7.841 ώρες το πρώτο οκτάμηνο του έτους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις βρέθηκαν σε…πολύ αρνητικό έδαφος, φτάνοντας ακόμα και τα -100 ευρώ/MWh. Για όλο το 2023, οι ώρες αρνητικών τιμών ήταν 6,428 hours, ενώ πέντε χρόνια πριν οι «αρνητικές ώρες» ήταν μόλις 675, δείχνοντας την εκθετική αύξηση του φαινομένου.
Πρωταθλήτρια των αρνητικών τιμών ενέργειας στην Ευρώπη εμφανίζεται η Φινλανδία, με πάνω από 500 ώρες αρνητικών τιμών ενέργειας την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου, ακολουθούμενη από την Σουηδία, την Ολλανδία, την Γερμανία, το Βέλγιο, τη Δανία και τη Γαλλία. Η Ελλάδα μπορεί να μην εμφανίζεται -ακόμα- μεταξύ των πρωταθλητριών, αλλά και εδώ το φαινόμενο εντείνεται, καθώς σύμφωνα με ανάλυση της Green Tank (που αναφέρεται στο πρώτο εξάμηνο του έτους), κατεγράφησαν 166 ώρες με σχεδόν μηδενικές, μηδενικές ή αρνητικές τιμές στην Προημέρησια Αγορά του Ελληνικού Χρηματιστήριου Ενέργειας (DAM), εκ των οποίων οι 11 ήταν «καθαρά» αρνητικές.
Αν και οι αρνητικές τιμές μπορούν να αποδειχθούν επωφελείς για τους τελικούς καταναλωτές (π.χ. εκεί που ισχύουν δυναμικά τιμολόγια όπου οι χρεώσεις λιανικής αλλάζουν μέσα στο 24ωρο παρακολουθώντας την καμπύλη τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς), εντούτοις σε συνδυασμό με τις περικοπές πράσινης ενέργειας απειλούν τη βιωσιμότητα των έργων ΑΠΕ και κατ’ επέκταση την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων κλιματικής ουδετερότητας.
Ο αναλυτής εμπορευμάτων της σουηδικής τράπεζας SEB Μπγιάρνε Σίλντροπ παρομοιάζει την κατάσταση με «χαρακίρι»: «Όλοι γνωρίζουν ότι αν παράγεις πολύ πετρέλαιο, οι τιμές θα καταρρεύσουν και οι παραγωγοί θα χάσουν χρήματα. Το ίδιο ισχύει και για τις ΑΠΕ».
Την τελευταία πενταετία, η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών πάρκων στην Ευρώπη υπερδιπλασιάστηκε από 127 GW στα 301 GW σύμφωνα με το think-tank Ember. Αυξητικά -αλλά με σαφώς βραδύτερους ρυθμούς- κινήθηκε και η εγκατεστημένη ισχύς των αιολικών, από 188 στα 279 GW κατά την ίδια περίοδο.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ), η εγκατεστημένη ισχύς αυξήθηκε από 2,8 GW το 2019 στα 8 GW στο τέλος Ιουνίου 2024. Η εγκατεστημένη ισχύς αιολικών προσεγγίζει τα 5,3 GW.
Αυτή η αύξηση της πράσινης ενέργειας συνέβαλε στη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και στον περιορισμό των εκπομπών ρύπων, πολλώ δε μάλλον καθώς η ηλεκτροπαραγωγή από αιολικά και φωτοβολταϊκά στην Ευρώπη ξεπέρασε κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους αυτή των ορυκτών καυσίμων για πρώτη φορά.
Πλην όμως, η ανάπτυξη της αποθήκευσης και άλλων εργαλείων καλύτερης διαχείρισης της ευέλικτης και στοχαστικής παραγωγής των ΑΠΕ δεν ήταν τόσο γρήγορη, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι περίοδοι όπου οι παραγωγοί βάση πληρώνουν τους καταναλωτές για να χρησιμοποιούν την περίσσεια ηλεκτρικού ρεύματος. Άλλες παράμετροι που οξύνουν το φαινόμενο των αρνητικών τιμών είναι η συγκρατημένη ζήτηση για ρεύμα στην Ευρώπη –που δεν έχει ανακάμψει πλήρως μετά την ενεργειακή κρίση- αλλά και από τα κρατικά σχήματα στήριξης των ΑΠΕ.
Ως βασικός υπαίτιος των αρνητικών τιμών εμφανίζονται τα φωτοβολταϊκά, των οποίων η καμπύλη παραγωγής είναι πιο προβλέψιμη σε σχέση με αυτή των αιολικών. «Όταν έχει ηλιοφάνεια στη Γερμανία, συχνά έχει ήλιο και στη Ελλάδα και στην Μ Βρετανία και όλα τα φωτοβολταΪκά παράγουν την ίδια ώρα, με την κορύφωση της παραγωγής γύρω στις 2 το μεσημέρι», σημειώνει ο αναλυτής της ICIS Μάθιου Τζόουνς. «Στον αντίποδα, η αιολική παραγωγή είναι πιο διασκορπισμένη, συνήθως δεν φυσάει σε όλες τις περιοχές την ίδια ώρα».
Η πρωτιά της Φινλανδίας στις αρνητικές τιμές αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο υψηλό ποσοστό υδροηλεκτρικής και πυρηνικής παραγωγής που εμφανίζει περιορισμένη ευελιξία, δηλαδή οι εν λόγω μονάδες δεν μπορούν να ανάβουν και να σβήνουν γρήγορα. Στον αντίποδα, η Ιταλία με τη υψηλή εξάρτηση από τις μονάδες φυσικού αερίου δεν εμφανίζει αρνητικές χονδρεμπορικές τιμές ενέργειας.
Σύμφωνα με τον Τζόουνς, το πρόβλημα των αρνητικών τιμών θα λυθεί εν πολλοίς έως το τέλος της δεκαετίας, καθώς η Ευρώπη θα εγκαταστήσει περισσότερες μπαταρίες και ηλεκτρολύτες που χρησιμοποιούν ηλεκτρισμό για να ξεχωρίσουν τα μόρια του υδρογόνου από το νερό, παρέχοντας μια επιπλέον πηγή ευέλικτης ζήτησης ηλεκτρισμού που μπορεί να αποτρέψει τις αρνητικές τιμές. Ωστόσο, το φαινόμενο του κανιβαλισμού των τιμών θα εξακολουθήσει να υφίσταται. «Οι τιμές θα συνεχίσουν να προσεγγίζουν το μηδέν, απλώς δεν θα πηγαίνουν σε αρνητικό έδαφος. Όταν όμως είσαι developer έργων ΑΠΕ, η διαφορά μεταξύ μηδενικών τιμών και αρνητικών τιμών δεν είναι και τόσο μεγάλη…»