Θα ρισκάρω όμως αυτοσαρκαστικά και με αφορμή την ανέλπιστη εκλογή Τραμπ, θα ασχοληθώ – εν έτη 2024 – με το επάρατο ορυκτό καύσιμο, τον λιγνίτη που προσέφερε στην Ελλάδα φθηνό ρεύμα, τουλάχιστον για 60 χρόνια…
Αριστοτέλης Βασιλάκης πρ. Πρόεδρος ΠΑΣΠΑ ΔΕΗ Β’ αναπλ. Γραμματέας - Μέλος Δ.Σ. ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ |
Ώσπου ήρθαν το 2009, ο Γιώργος Παπανδρέου και η αλήστου μνήμης Υπουργός του με το σακίδιο κα Μπιρμπίλη, οι οποίοι εισάγοντας την περιλάλητη «πράσινη ανάπτυξη», έβαλαν τα θεμέλια του βίαιου μετασχηματισμού του ενεργειακού μίγματος με το οποίο ηλεκτροδοτείται, ο πρωτογενής τομέας, η βιομηχανία και τα νοικοκυριά.
Για να είμαι δίκαιος ο Γιώργος Παπανδρέου, παρόλο που άνοιξε το δρόμο, δεν είναι ο κύριος υπεύθυνος και εν τέλει δεν έβαλε αυτός την ταφόπλακα στο λιγνίτη.
Παρόλο που με πιάνει αλλεργία στο πράσινο, ως κεντροδεξιός και Ολυμπιακός, από τα γεννοφάσκια μου, θα πω ότι μια σωστή κυβέρνηση με όραμα και υπευθυνότητα, πάντα θα πρέπει να συνυπολογίζει στον στρατηγικό σχεδιασμό της και την Οικονομία και την Ασφάλεια. Βέβαια τις περισσότερες φορές Οικονομία και Ασφάλεια δεν συμβαδίζουν.
Οι πολυδιαφημισμένες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (τα καθρεφτάκια και τα ανεμιστηράκια για τους ιθαγενείς, όπως συνήθιζα να γράφω στα χρόνια των μνημονίων) προσέφεραν φθηνό ρεύμα στους Έλληνες; ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΟΧΙ!
Οι πολυδιαφημισμένες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας προσφέρουν ενεργειακή και κατ’ επέκταση γεωπολιτική ασφάλεια στην Ελλάδα; ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΟΧΙ!
Οι πολυδιαφημισμένες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας προσφέρουν θέσεις εργασίας και απασχόληση; ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΟΧΙ!
Προσφέρουν ΠΡΟΦΑΝΩΣ προστασία στο περιβάλλον που τόσο ανάγκη έχει ο πλανήτης και δεν το υποτιμώ καθόλου αυτό, παρόλο που οι επιπτώσεις από την επιβάρυνση του περιβάλλοντος δεν είναι ξεκάθαρα μετρήσιμες.
Ωστόσο η «προστασία του περιβάλλοντος» θα έπρεπε να είναι ΔΩΡΕΑΝ ή έστω πολύ φθηνή, αφού ο αέρας και ο ήλιος δεν κοστίζουν, ούτε απαιτούν επενδύσεις μεγάλης κλίμακας.
Για παράδειγμα η κατασκευή ενός μεγάλου Υδροηλεκτρικού εργοστασίου στοίχιζε στη ΔΕΗ κοντά στο 1 δις Ευρώ. Η κατασκευή του ΑΗΣ ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑΣ 5 στοίχισε 1,7 δις ευρώ. Η εκμετάλλευση των λιγνιτορυχείων, απαιτεί πολυπληθή απασχόληση και μεγάλο οικονομικό όγκο εργολαβιών.
Η κατασκευή των ΑΠΕ απαιτεί πολύ χαμηλότερης κλίμακας επενδύσεις και η λειτουργία τους, μηδενική απασχόληση! Παρόλ’ αυτά το ρεύμα ακρίβυνε!!! Γιατί έγινε αυτό; Επειδή η «προστασία του περιβάλλοντος» από παγκόσμια κοινωνική ανάγκη, μετατράπηκε σε ακραία μπίζνα.
Αναφέρομαι στον λιγνίτη, γιατί είναι ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΥΣΙΜΟ και ως τέτοιο συντελούσε και στην Ασφάλεια της χώρας. Αν η Ελλάδα είχε μια Κασπία που έβγαζε άφθονο φυσικό αέριο, θα αναφερόμουν στο αέριο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως και το φυσικό αέριο είναι ορυκτό καύσιμο, όπως και ο λιγνίτης. Ως εκ τούτου μετά την βίαιη απολιγνιτοποίηση, αναμένεται τουλάχιστον τα επόμενα 7,8 χρόνια και η βίαιη αποαεριοποίηση.
Για να αποδίδουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, η στρατηγική της Ε.Ε. για την κλιματική αλλαγή έχει ορίζοντα το 2050, με ενδιάμεσο στόχο το 2030. Για την Ελλάδα, οι βασικές κατευθύνσεις της ενεργειακής και κλιματικής πολιτικής της Ε.Ε. είναι η αύξηση του μεριδίου των Ανανεώσιμων Πηγών στην ηλεκτροπαραγωγή στο 61%-64% έως το 2030 και μηδενικό μερίδιο του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2028. Οι δεσμεύσεις για τον λιγνίτη αφορούν κι έχουν υιοθετηθεί από τις κυβερνήσεις Σαμαρά – Βενιζέλου, Τσίπρα – Καμμένου και Μητσοτάκη. Ως εκ τούτου δεν χωράει μικροπολιτική στο θέμα.
Ξεκινώντας ένα συνοπτικό ιστορικό, θα λέγαμε πως το κόστος του λιγνίτη διπλασιάστηκε κυρίως τη δεκαετία του 2010, όταν έγινε λιγότερο ανταγωνιστικός σε σχέση με το φυσικό αέριο. Από 33 ευρώ η μεγαβατώρα το 2011 έφτασε στα 73 ευρώ το 2019!!!
Αιτία γι’ αυτή την αύξηση ήταν ΚΥΡΙΩΣ τα δικαιώματα εκπομπών διοξειδίου που βασίζονται στο Πρωτόκολλο του Κιότο και ήταν δωρεάν ως το 2012.
Από το 2013 ως το 2019 εξαπλασιάστηκε το κόστος για τον λιγνίτη, φτάνοντας στα 25 ευρώ, με συνέπεια να καταστεί ζημιογόνος για τη ΔΕΗ λόγω ρύπων. Η επιβάρυνση από τα δικαιώματα εκπομπών είναι πολύ μικρότερη στην ηλεκτροπαραγωγή με φυσικό αέριο, παρόλο που και αυτό είναι ορυκτό καύσιμο.
Για να αντιληφθείτε περίπου το ενεργειακό περιβάλλον του σήμερα, θα αναφέρω πως το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών αποτελεί πολιτική της Ε.Ε. για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και ξεκίνησε το 2005. Τα πρόστιμα για τους ρύπους είναι ουσιαστικά ένα «χρηματιστηριακό προϊόν» στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένας μηχανισμός αγοράς που δίνει μια τιμή στο διοξείδιο του άνθρακα.
Η Ε.Ε. θέτει ανώτατο όριο στη ρύπανση αερίων θερμοκηπίου που μπορεί να εκπέμπεται κάθε χρόνο. Οι εταιρίες πρέπει να έχουν μια άδεια δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, που είτε τη λαμβάνουν είτε την αγοράζουν, ενώ μπορούν και να την ανταλλάξουν. Οι εταιρίες έχουν κίνητρο να μειώσουν τις εκπομπές επενδύοντας στην ενεργειακή απόδοση, επειδή μπορούν στη συνέχεια να πουλήσουν τα πλεονάζοντα δικαιώματα.
Για παράδειγμα, αν σε μια εγκατάσταση οι εκπομπές ρύπων υπερβαίνουν το όριο που επιτρέπεται από τα δικαιώματά της, αυτή η εγκατάσταση πρέπει να αγοράσει δικαιώματα από άλλους. Αντίθετα, αν μια εγκατάσταση έχει αποδώσει καλά στη μείωση των εκπομπών της, μπορεί να πουλήσει τα υπολειπόμενα δικαιώματά της.
Συνεπώς, όποιος έχει χρήμα μπορεί και να ρυπαίνει, κατά την Ευρωπαϊκή Ένωση!!!!
Το 2013 αποφασίστηκε από την Ε.Ε. να υπάρχει κι ένα ποσοστό αδειών δωρεάν δικαιωμάτων, αλλά μόνο για χώρες με κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάτω από το 60% του μέσου όρου της Ένωσης.
Η Ελλάδα ήταν οριακά εκτός προδιαγραφών και ζήτησε κατ’ εξαίρεση ένταξη το 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου (καθυστερημένα είναι η αλήθεια) που, λόγω κρίσης και ύφεσης, θα έπιανε το όριο, δίχως αποτέλεσμα από την πολιτική ηγεσία. Κι έτσι έμεινε εκτός δωρεάν δικαιωμάτων, κάτι που τελικά κόστισε μοιραία (για την τσέπη των καταναλωτών) τα επόμενα χρόνια, αφού ο λιγνίτης έγινε εντελώς ασύμφορος και παραλίγο να οδηγήσει τη ΔΕΗ στη χρεοκοπία.
Αν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν είναι άμοιρες ευθυνών, θεωρητικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν αυτή που έβαλε την ταφόπλακα στον λιγνίτη. Υποχρέωσε τη χώρα να τρέξει, ειδικά σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία (πανδημία – πόλεμος στην Ουκρανία), σε μια βεβιασμένη ενεργειακή μετάβαση.
Ο πρωθυπουργός δεσμεύτηκε, να αλλάξει εσπευσμένα το ενεργειακό μοντέλο της Ελλάδας νωρίτερα από κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος και επέσπευσε την αδρανοποίηση στον μεγαλύτερο αριθμό λιγνιτοπαραγωγικών μονάδων.
Ο ενεργειακός σχεδιασμός κάθε χώρας, όμως, είναι βασικό στοιχείο εθνικής ασφάλειας και κοινωνικής λειτουργίας.
Ο λόγος που ενώ οι ΑΠΕ έχουν πολύ μικρότερο κόστος παραγωγής από τα ορυκτά καύσιμα, εν τούτοις το ρεύμα έγινε πολύ πιο ακριβό, είναι η ξεκάθαρη επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατ’ επέκταση των ελληνικών κυβερνήσεων, η ενέργεια από κοινωνικό αγαθό να μετατραπεί σε χρηματιστηριακό προϊόν.
Αποτελεί πλέον το πιο «σκληρό» χρηματιστηριακό προϊόν, οι τιμές του οποίου κάθε μέρα μεταβάλλονται από αστάθμητους παράγοντες. Είναι ένα προϊόν με ρήτρες, παραγωγούς, χονδρεμπόρους, μεσάζοντες και τζογαδόρους, που μοναδικό στόχο έχουν την κερδοσκοπία.
Και όπως συμβαίνει με όλα τα άλλα χρηματιστηριακά προϊόντα, οι λίγοι βγάζουν κέρδη και παίρνουν «χρυσά» μπόνους, ενώ οι πολλοί πληρώνουν τους λογαριασμούς.
Πόσοι γνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι από τον Μάρτιο του 2020, λειτουργεί στη χώρα μας το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας; Εκεί γίνονται οι διαπραγματεύσεις για το αν κάποιος θα μπορεί να ανάψει καλοριφέρ, εκεί κρίνεται ο λογαριασμός ρεύματος.
Χωρίς να θέλω να γίνω Κασσάνδρα, θα θυμίσω πως κάτι τέτοια χρηματιστηριακά προϊόντα το 2010, (παράγωγα υψηλού ρίσκου, swaps) και άλλες τεχνητές «φούσκες», που κατανοούν ελάχιστοι, επέβαλαν στη χώρα μας τη χειρότερη πανευρωπαϊκή ύφεση μεταπολεμικά.
Να θυμίσω επίσης πως τον περασμένο Αύγουστο η πασίγνωστη αμερικανική εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών S&P Global Ratings (προηγούμενη ονομασία: Standard & Poor's) προειδοποίησε για υπερχρέωση της ΔΕΗ λόγω επιθετικών επενδύσεων και υπερβολικού δανεισμού 10,2 δισ. ευρώ μέχρι το 2026, από 6,1 δισ. ευρώ το 2023.
Να θυμίσω πως ο ίδιος αμερικάνικος χρηματοοικονομικός οίκος είχε πρωταγωνιστήσει και στην εξωφρενική άνοδο των spreads που οδήγησε στα μνημόνια…
Να θυμίσω επίσης για να αντιληφθείτε τα μεγέθη, πως το email Χαρδούβελη προέβλεπε μέτρα 2 δις ευρώ!!!
Αυτό που γνωρίζω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό είναι πως ο Τραμπ είναι φίλος με τον Πούτιν και δεν είναι καθόλου εχθρός των ορυκτών καυσίμων… Ως εκ τούτου – οι επιθετικές επενδύσεις – στις ΑΠΕ, πολύ πιθανό να μην έχουν την απόδοση που περιμένουν οι «υπερσπάταλοι σωτήρες», με τα λεφτά των φτωχοποιημένων καταναλωτών.
Οπότε ας έχουν κατά νου την «καβατζούλα» του λιγνίτη για τις κρύες νύχτες του χειμώνα και τους καύσωνες του καλοκαιριού…