του Γιώργου Φιντικάκη
Σε επιτάχυνση της μετατροπής των πρώην λιγνιτορυχείων σε «μπαταρίες νερού» και τη δημιουργία μονάδων αντλησιοταμίευσης που θα αποθηκεύουν ενέργεια το μεσημέρι και θα τη διαθέτουν το βράδυ, εστιάζει ένα από τα επόμενα επενδυτικά πλάνα της ΔΕΗ.
Εχοντας ήδη στα σκαριά τέσσερα τέτοια σχέδια σε πρώην λιγνιτικά πεδία, χωροθετημένες εκτάσεις σε Κοζάνη, Καρδιά και Μεγαλόπολη και έτοιμες μελέτες, η επιχείρηση μπαίνει τώρα στην επίπονη φάση των αδειοδοτήσεων και της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων.
Η πορεία μετατροπής των λιγνιτορυχείων, η ανάγκη για ταχύτερες αδειοδοτήσεις και άρσης μιας σειράς εμποδίων, ώστε τα επόμενα χρόνια να μπουν στο σύστημα οι πρώτες μονάδες αντλησιοταμίευσης για να στηρίξουν την αθρόα διείσδυση των ΑΠΕ, αποτέλεσαν αντικείμενο σύσκεψης χθες στο αρμόδιο ΥΠΕΝ.
Επί τάπητος στην ίδια σύσκεψη μπήκε και η πορεία των μεγάλων υδροηλεκτρικών του Αχελώου που τρέχει η ΔΕΗ, με πιο τρανταχτή περίπτωση τον «στοιχειωμένο» σταθμό της Μεσοχώρας που ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1986, ολοκληρώθηκε το 1999 και μετά από απίστευτες παλινωδίες και δικαστικές περιπέτειες που κράτησαν 25 χρόνια, ξεμπλόκαρε μόλις φέτος από το ΣτΕ, με προοπτική να λειτουργήσει στην επόμενη διετία. Αντίστοιχη περίπτωση είναι και το σύμπλεγμα στη Συκιά (φράγμα και υδροηλεκτρικά) που ξεκίνησε το 1996, έγιναν επενδύσεις 185 εκατ ευρώ, έφτασε να ολοκληρωθεί κατά 60%, αλλά στη πορεία μπλόκαρε λόγω δικαστικών εμπλοκών, και τα τελευταία χρόνια «ξαναζεσταίνεται».
Τα υδροηλεκτρικά είναι όμως δρομολογημένες επενδύσεις. Η μεγαλύτερη πρόκληση, ως μια νέα και σύνθετη τεχνολογία, είναι η αντλησιοταμίευση και μάλιστα σε χώρους πρώην ορυχείων, όπου πρέπει να αποκλειστεί ο κίνδυνος κατολισθήσεων και οι τυχόν πιέσεις όταν τα ορύγματα θα γεμίσουν με νερό, δραστηριότητα που αποτελεί κομμάτι του στρατηγικού πλάνου της ΔΕΗ με έργα αθροιστικής ισχύος 1,6 GW. Οι κενές εκτάσεις των πρώην λιγνιτικών πεδίων της Δ. Μακεδονίας, πλησίον των νέων μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων που κατασκευάζει στην περιοχή, προορίζονται να φιλοξενήσουν τέσσερα τέτοια έργα, συνολικής ισχύος 714 MW.
Στο πιο προχωρημένο, τη μονάδα αντλησιοταμίευσης στην Καρδιά του δήμου Κοζάνης, ισχύος 148 MW, η ΔΕΗ έχει ήδη εξασφαλίσει την άδεια έγκρισης περιβαλλοντικών όρων από την αρμόδια Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης του ΥΠΕΝ και δρομολογεί τα επόμενα βήματα. Στα υπόλοιπα, αυτό των 227 MW στο ορυχείο Νοτίου Πεδίου, τα 183 MW στη Μεγαλόπολη και το μεγαλύτερο των 475 ΜW στο ταμιευτήρα του υδροηλεκτρικού της Σφηκιάς (Βέροια), οι διαδικασίες βρίσκονται πιο πίσω.
Η εκμετάλλευση της υψομετρικής διαφοράς των πρώην ορυχείων και των τεχνητών λιμνών που δημιουργήθηκαν μετά το τέλος των εξορύξεων, δηλαδή η βάση για την εγκατάσταση αντλησιοταμιευτικών νέας γενιάς, είναι μια εξαιρετικά συνθέτη διαδικασία. Η κατάλληλη χωροθέτηση των λιμνών, η τεκμηρίωση της ποιότητας των υδάτων, ώστε να μην δημιουργούνται προβλήματα στους μηχανισμούς άντλησης, τα ζητήματα μορφολογίας στα εξαντλημένα λιγνιτικά πεδία, όλα αυτά συνεπάγονταν δουλειά ετών.
Τα τέσσερα παραπάνω έργα έλαβαν τον Ιούνιο την σχετική αδειοδότηση από τη ρυθμιστική αρχή, ακολούθησαν διερευνητικές διαδικασίες από την επιχείρηση για τη κατασκευή μονάδων αντλησιοταμίευσης, και τώρα επιχειρούν να μπουν στη φάση της ωρίμανσης, η οποία απαιτεί μεγαλύτερες ταχύτητες από τις συνήθεις του ελληνικού Δημοσίου, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τον εθνικό στόχο, όπως έγινε σαφές και κατά τη χθεσινή σύσκεψη στο ΥΠΕΝ.
Η αντλησιοταμίευση, τεχνολογία την οποία εισήγαγε στην Ελλάδα η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή με το έργο στην Αμφιλοχία (680 MW), αποτελεί βασικό στοιχείο για την ενίσχυση της αποθηκευτικής δυναμικής της χώρας, με ορίζοντα τις επόμενες δεκαετίες. Στον εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό, η πρόβλεψη μιλά για μια δύναμη πυρός 1,7 GW έως το 2030, με προοπτική τα 5,5 GW μέχρι το 2050.
Τα λιγνιτικά πεδία προσφέρονται, καθώς η τεχνολογία λειτουργεί εκεί όπου υπάρχουν νερά, φυσικοί ταμιευτήρες ή δυνατότητα κατασκευής τεχνητών, άρα προκύπτουν υψομετρικές διαφορές. Το σκεπτικό είναι ότι τα νερά αντλούνται και η αποθήκευσή τους σε ύψος γίνεται όταν η παραγωγή ενέργειας είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση, επομένως η ενέργεια αυτή περισσεύει. Κάθε φορά που αυξάνει η ζήτηση, τα αποθηκευμένα νερά ελευθερώνονται προς τον κάτω ταμιευτήρα και παράγουν ηλεκτρική ενέργεια, προσφέροντας ευστάθεια στο σύστημα και συγκρατώντας την αύξηση των τιμών.
Χαμηλό δεκαετίας για τα αποθέματα νερού στα υδροηλεκτρικά
Η αξιοποίηση των πρώην λιγνιτικών εκτάσεων για τέτοια έργα έρχεται σε μια στιγμή που τα υδατικά αποθέματα στους ταμιευτήρες της ΔΕΗ στερεύουν όλο και περισσότερο. Η στάθμη στα φράγματα της ΔΕΗ βρίσκεται 35% κάτω από τα αντίστοιχα περυσινά επίπεδα, επίδοση που είναι πολύ κοντά στη χειρότερη της δεκαετίας, η οποία είχε συμβεί το 2017. Τα υδατικά αποθέματα στους ταμιευτήρες, με χθεσινά στοιχεία ήταν κάτω από τις 1.500 GWh. Τα αποθέματα στους υδρηλεκτρικούς σταθμούς Πουρναρίου και Λάδωνα κινούνται σε ιστορικά χαμηλά.
Τέτοια νούμερα εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους. Συνεπάγονται ένα ενεργειακό μείγμα με γενικά υψηλές τιμές, όπως συμβαίνει όταν ένας πόρος βρίσκεται σε μόνιμη ανεπάρκεια. Εάν ο χειμώνας είναι ήπιος, δεν βρέξει και χιονίσει, όπως πέρυσι, τα φράγματα δεν θα γεμίσουν και το επόμενο καλοκαίρι θα βρει τους ταμιευτήρες των υδροηλεκτρικών μονάδων με ακόμη πιο χαμηλά αποθέματα.
Ενώ όσο πιο πολύ πέφτουν τα υδατικά αποθέματα, τόσο μεγαλώνουν οι κίνδυνοι για την ευστάθεια ενός ηλεκτρικού συστήματος, καθώς τα υδροηλεκτρικά μπορούν να μπαινοβγαίνουν άμεσα, ανάλογων των αναγκών, υποκαθιστώντας κάθε άλλη τεχνολογία, αλλά και να ανταποκρίνονται σε απότομες μεταβολές της ζήτησης, όπως αυτές που θα βιώνουμε από εδώ και πέρα όλο και πιο συχνά.
από euro2day.gr