Καθώς το ρολόι μετρά αντίστροφα και σε περίπου ενάμιση μήνα έχει
οριστεί η ημερομηνία για την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών (17
Οκτωβρίου), αυτήν την εβδομάδα ξαναζεσταίνεται η υπόθεση της πώλησης των
λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ,
καθώς ξεκινούν τα καθορισμένα ραντεβού της διοίκησης με τους
συμμετέχοντες. Αν και κάποιες πληροφορίες θέλουν κάποιες πλευρές να
έχουν ζητήσει χρονική παράταση, είναι σαφές ότι το πιεστικό
χρονοδιάγραμμα, που βρίσκεται στο επίκεντρο του μεταμνημονιακού ελέγχου,
δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια για καθυστερήσεις.
Ως προς τις συναντήσεις, στα λεγόμενα management interviews οι υποψήφιοι επενδυτές θα έχουν την ευκαιρία να ζητήσουν διευκρινιστικά στοιχεία σε σχέση με τα δεδομένα και τα οικονομικά στοιχεία στα οποία απέκτησαν πρόσβαση το καλοκαίρι μέσω του data room. Κάποιοι εξ αυτών, παρά τις συνδικαλιστικές αντιδράσεις είχαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν το καλοκαίρι επιτόπιες επισκέψεις (site visits) και να δουν από κοντά τα εργοστάσια της ΔΕΗ και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
Εντούτοις, όπως αναφέρουν πηγές των επενδυτών, υπάρχουν μια σειρά από αβεβαιότητες, αλλά και ερωτήματα που έχουν προκύψει από την ανάλυση των στοιχείων και τις συνθήκες της ενεργειακής αγοράς. Επομένως, ενόψει του due diligence αλλά και της προετοιμασίας των δεσμευτικών προσφορών που θα κατατεθούν τον Οκτώβριο, οι επενδυτές θα ζητήσουν αρκετές επιπλέον πληροφορίες αλλά και διευκρινίσεις, με στόχο να βελτιώσουν την ορατότητά τους γύρω από τα πωλούμενα assets.
Ποια είναι τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζουν, σύμφωνα με πηγές των επενδυτών;
Πρώτο και κύριο η άνοδος της τιμής των ρύπων, καθώς τα δικαιώματα εκπομπής κάνουν πραγματικό ράλι. Την περασμένη εβδομάδα η τιμή ξεπέρασε και το όριο των 21 ευρώ ο τόνος ενώ και τα προθεσμιακά συμβόλαια forward για το Δεκέμβριο δείχνουν ότι οι τιμές θα παραμείνουν, τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες πάνω από τα 20 ευρώ ο τόνος. Εδώ λοιπόν υπάρχει το εξής ζήτημα: με βάση το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των υπό πώληση μονάδων, για κάθε μία μεγαβατώρα που παράγεται εκπέμπεται 1,5 τόνος CO2, που σημαίνει ότι για τα 10 ευρώ ο τόνος που έχει αυξηθεί η τιμή των δικαιωμάτων από τις αρχές του έτους, υπάρχει επιβάρυνση 15 ευρώ η μεγαβατώρα στη χονδρεμπορική τιμή της παραγόμενης ενέργειας. Με απλά λόγια για να να είναι βιώσιμες οι πωλούμενες μονάδες θα πρέπει να αυξηθεί κατά 15 ευρώ ο τόνος η χονδρεμπορική τιμή πώλησης της παραγόμενης ενέργειας.
Δεύτερον τα οικονομικά στοιχεία που έχουν παρασχεθεί στο data room. Υπάρχει ανησυχία για την ακρίβεια των στοιχείων και των δεδομένων αφού οι υπό πώληση εταιρείες προέκυψαν με απόσχιση (carve out) και δεν προϋπήρχαν. Επομένως τα οικονομικά μεγέθη έχουν προκύψει από υπολογισμούς και όχι από δημοσιευμένα και ελεγμένα στοιχεία. Υπάρχει βεβαίως η σφραγίδα των ορκωτών, ωστόσο στις συναντήσεις της επόμενης εβδομάδας θα τεθούν συγκεκριμένα ερωτήματα που έχουν ήδη εντοπιστεί. Για παράδειγμα είναι ασαφές εάν π.χ. οι 1100 εργαζόμενοι στη Μεγαλόπολη περιλαμβάνονται στα σταθερά κόστη της εταιρείας
Τρίτον η αβεβαιότητα για το νέο μοντέλο λειτουργίας της αγοράς, target model. Αυτή τη στιγμή οι μονάδες λειτουργούν στο υποχρεωτικό pool και υποβάλουν προσφορές μέσω της ΔΕΗ, στο μεταβλητό κόστος. Στο διάστημα του διαγωνισμού φαίνεται να εξασφαλίζουν την λειτουργία τους και να είναι ανταγωνιστικές στο σύστημα, ωστόσο υπάρχουν και εδώ ζητήματα (κατά πόσο επιδοτούνται από το συνολικό αποτύπωμα της ΔΕΗ, τι κόστη περιλαμβάνονται στα μεταβλητά κόστη που καθορίζουν τις προσφορές κλπ). Στο target model η λειτουργία της αγοράς θα αλλάξει χωρίς αυτή τη στιγμή να είναι σαφές ότι οι μονάδες θα είναι βιώσιμες
Τέταρτον, συγκεκριμένα τεχνικά ζητήματα και ζητήματα αδειών για τις μονάδες. Ειδικότερα την εταιρεία του βορά (Μελίτη) το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στα ορυχεία και στα υψηλά κόστη καυσίμου, που για να μειωθούν θα πρέπει να εξασφαλιστεί το άνοιγμα νέων ορυχείων με σημαντικό κόστος επένδυσης που για να αποσβεστεί θα πρέπει ο επενδυτής να έχει σημαντικό χρονικό ορίζοντα λειτουργίας.
Στην εταιρεία του νότου έχουν εντοπιστεί σοβαρές αναποτελεσματικότητες (υπάρχουν διπλές λειτουργίες, υπερκαλύψεις και υπεράριθμο προσωπικό) και σημαντικοί περιορισμοί (απαγόρευση απολύσεων για 5 χρόνια και διατήρηση των ίδιων υψηλών μισθών) που δένουν τα χέρια των επενδυτών.
(capital.gr)
Ως προς τις συναντήσεις, στα λεγόμενα management interviews οι υποψήφιοι επενδυτές θα έχουν την ευκαιρία να ζητήσουν διευκρινιστικά στοιχεία σε σχέση με τα δεδομένα και τα οικονομικά στοιχεία στα οποία απέκτησαν πρόσβαση το καλοκαίρι μέσω του data room. Κάποιοι εξ αυτών, παρά τις συνδικαλιστικές αντιδράσεις είχαν την ευκαιρία να πραγματοποιήσουν το καλοκαίρι επιτόπιες επισκέψεις (site visits) και να δουν από κοντά τα εργοστάσια της ΔΕΗ και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
Εντούτοις, όπως αναφέρουν πηγές των επενδυτών, υπάρχουν μια σειρά από αβεβαιότητες, αλλά και ερωτήματα που έχουν προκύψει από την ανάλυση των στοιχείων και τις συνθήκες της ενεργειακής αγοράς. Επομένως, ενόψει του due diligence αλλά και της προετοιμασίας των δεσμευτικών προσφορών που θα κατατεθούν τον Οκτώβριο, οι επενδυτές θα ζητήσουν αρκετές επιπλέον πληροφορίες αλλά και διευκρινίσεις, με στόχο να βελτιώσουν την ορατότητά τους γύρω από τα πωλούμενα assets.
Ποια είναι τα βασικά σημεία στα οποία εστιάζουν, σύμφωνα με πηγές των επενδυτών;
Πρώτο και κύριο η άνοδος της τιμής των ρύπων, καθώς τα δικαιώματα εκπομπής κάνουν πραγματικό ράλι. Την περασμένη εβδομάδα η τιμή ξεπέρασε και το όριο των 21 ευρώ ο τόνος ενώ και τα προθεσμιακά συμβόλαια forward για το Δεκέμβριο δείχνουν ότι οι τιμές θα παραμείνουν, τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες πάνω από τα 20 ευρώ ο τόνος. Εδώ λοιπόν υπάρχει το εξής ζήτημα: με βάση το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των υπό πώληση μονάδων, για κάθε μία μεγαβατώρα που παράγεται εκπέμπεται 1,5 τόνος CO2, που σημαίνει ότι για τα 10 ευρώ ο τόνος που έχει αυξηθεί η τιμή των δικαιωμάτων από τις αρχές του έτους, υπάρχει επιβάρυνση 15 ευρώ η μεγαβατώρα στη χονδρεμπορική τιμή της παραγόμενης ενέργειας. Με απλά λόγια για να να είναι βιώσιμες οι πωλούμενες μονάδες θα πρέπει να αυξηθεί κατά 15 ευρώ ο τόνος η χονδρεμπορική τιμή πώλησης της παραγόμενης ενέργειας.
Δεύτερον τα οικονομικά στοιχεία που έχουν παρασχεθεί στο data room. Υπάρχει ανησυχία για την ακρίβεια των στοιχείων και των δεδομένων αφού οι υπό πώληση εταιρείες προέκυψαν με απόσχιση (carve out) και δεν προϋπήρχαν. Επομένως τα οικονομικά μεγέθη έχουν προκύψει από υπολογισμούς και όχι από δημοσιευμένα και ελεγμένα στοιχεία. Υπάρχει βεβαίως η σφραγίδα των ορκωτών, ωστόσο στις συναντήσεις της επόμενης εβδομάδας θα τεθούν συγκεκριμένα ερωτήματα που έχουν ήδη εντοπιστεί. Για παράδειγμα είναι ασαφές εάν π.χ. οι 1100 εργαζόμενοι στη Μεγαλόπολη περιλαμβάνονται στα σταθερά κόστη της εταιρείας
Τρίτον η αβεβαιότητα για το νέο μοντέλο λειτουργίας της αγοράς, target model. Αυτή τη στιγμή οι μονάδες λειτουργούν στο υποχρεωτικό pool και υποβάλουν προσφορές μέσω της ΔΕΗ, στο μεταβλητό κόστος. Στο διάστημα του διαγωνισμού φαίνεται να εξασφαλίζουν την λειτουργία τους και να είναι ανταγωνιστικές στο σύστημα, ωστόσο υπάρχουν και εδώ ζητήματα (κατά πόσο επιδοτούνται από το συνολικό αποτύπωμα της ΔΕΗ, τι κόστη περιλαμβάνονται στα μεταβλητά κόστη που καθορίζουν τις προσφορές κλπ). Στο target model η λειτουργία της αγοράς θα αλλάξει χωρίς αυτή τη στιγμή να είναι σαφές ότι οι μονάδες θα είναι βιώσιμες
Τέταρτον, συγκεκριμένα τεχνικά ζητήματα και ζητήματα αδειών για τις μονάδες. Ειδικότερα την εταιρεία του βορά (Μελίτη) το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στα ορυχεία και στα υψηλά κόστη καυσίμου, που για να μειωθούν θα πρέπει να εξασφαλιστεί το άνοιγμα νέων ορυχείων με σημαντικό κόστος επένδυσης που για να αποσβεστεί θα πρέπει ο επενδυτής να έχει σημαντικό χρονικό ορίζοντα λειτουργίας.
Στην εταιρεία του νότου έχουν εντοπιστεί σοβαρές αναποτελεσματικότητες (υπάρχουν διπλές λειτουργίες, υπερκαλύψεις και υπεράριθμο προσωπικό) και σημαντικοί περιορισμοί (απαγόρευση απολύσεων για 5 χρόνια και διατήρηση των ίδιων υψηλών μισθών) που δένουν τα χέρια των επενδυτών.
(capital.gr)