Σύμφωνα με απόλυτα διασταυρωμένες πληροφορίες του energypress, μετά την αποσφράγιση των προσφορών κατά τη χθεσινή διαδικασία
του διαγωνισμού πώλησης των δύο λιγνιτικών «πακέτων» της ΔΕΗ, του
Βόρειου (Μελίτη Ι και άδεια για Μελίτη ΙΙ) και του Νότιου (Μεγαλόπολη
3,4), ζητήθηκε βελτίωση προσφοράς μόνον από την Μυτιληναίος, καθώς η
άλλη προσφορά της κοινοπραξίας SEVEN ENERGY και ΤΕΡΝΑ, κρίθηκε ότι δεν
τηρεί τους όρους του διαγωνισμού.
Πρακτικά δηλαδή, ο διαγωνισμός ναυάγησε σίγουρα κατά το…
ήμισυ, καθώς η Μυτιληναίος έχει καταθέσει προσφορά μόνον για το «πακέτο»
της Μελίτης και συνεπώς το «πακέτο» της Μεγαλόπολης μένει στα αζήτητα.
Αυτό σημαίνει όμως ότι, ακόμα και αν τελεσφορήσει η πώληση
της Μελίτης, θα μένει ανικανοποίητη η βασική απαίτηση την οποία ο
διαγωνισμός έχει να ικανοποιήσει: η εφαρμογή της απόφασης του
ευρωδικαστηρίου για αποεπένδυση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της
ΔΕΗ.
Κάθε, δε, μελλοντική προσπάθεια εφαρμογής της απόφασης του
ευρωπαϊκού δικαστηρίου, (για παράδειγμα με δεύτερο διαγωνισμό, όπως έχει
αφήσει να εννοηθεί η διοίκηση της ΔΕΗ ότι θα επιδιώξει σε σύντομο
διάστημα), θα έχει να λύσει το πρόβλημα που επισήμαναν κατά την πολύμηνη
ωρίμανση του διαγωνισμού οι ενδιαφερόμενοι παίκτες: Ότι οι μονάδες της
Μεγαλόπολης από μόνες τους είναι σχεδόν αδύνατο να πουληθούν. Άρα σε μια
επόμενη απόπειρα θα πρέπει να συνοδευτούν από κάτι άλλο ή να
αντικατασταθούν από κάτι άλλο.
Προς ώρας πάντως, το ενδιαφέρον εντοπίζεται στο πως δεν θα
ναυαγήσει ο διαγωνισμός και κατά το υπόλοιπο ήμισυ, εγχείρημα πολύ
δύσκολο με ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας. Το κρίσιμο ζήτημα είναι
βεβαίως αν το τελικό, βελτιωμένο τίμημα, που θα προσφέρει η Μυτιληναίος
για τη Μελίτη θα βρίσκεται εντός των ορίων αποτίμησης του ανεξάρτητου
εκτιμητή. Η αποτίμηση κατατέθηκε χθες και είναι πλέον σε γνώση της
διοίκησης της ΔΕΗ. Αύριο θα συνεδριάσει το Διοικητικό Συμβούλιο της
επιχείρησης για να αξιολογήσει τα δεδομένα και να λάβει απόφαση.
Οι πληροφορίες που κυκλοφορούσαν ευρέως χθες βράδυ σχετικά
με το τίμημα που πρόσφερε η Μυτιληναίος και την σημαντική απόστασή του
(υποπενταπλάσιο) από την αποτίμηση του εκτιμητή συμβούλου, δεν μπορούν
να διασταυρωθούν και συνεπώς δεν μπορούν να θεωρηθούν ασφαλείς. Παρόλα
αυτά υπάρχουν.
Τι συμφέρει και τι μπορεί...
Στο θέμα αυτό πάντως, πρέπει να τονιστεί ότι είναι άλλο
ζήτημα το τι πραγματικά συμφέρει τη ΔΕΗ και άλλο το τι μπορεί να
αποδεχθεί και να διαχειριστεί, τόσο η ίδια όσο και η κυβέρνηση.
Υπάρχουν απόψεις που λένε ότι συμφέρει τη ΔΕΗ ακόμα και να…
πληρώσει για να «απαλλαγεί» από τις προς πώληση λιγνιτικές μονάδες. Και
τα επιχειρήματα είναι ισχυρά: Θα μειώσει το ρίσκο του λιγνίτη που θα
είναι όλο και μεγαλύτερο στο εξής, θα ωφεληθεί άμεσα από τη μείωση των
δημοπρατούμενων ποσοτήτων NOME, θα απαλλαγεί από την πίεση που δεχόταν
ως μονοπώλιο στο λιγνίτη να ηλεκτροδοτεί σε πολύ χαμηλές τιμές
βιομηχανίες όπως η «Αλουμίνιον» και η ΛΑΡΚΟ, θα μπορεί να αφιερώσει
δυνάμεις για τον μετασχηματισμό της εταιρείας και την επέκτασή της στις
ΑΠΕ και σε άλλες δραστηριότητες, θα έχει ανθεκτικότητα απέναντι στις
αιτιάσεις της Κομισιόν για έλλειμμα ανταγωνισμού κ.λπ.
Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι φορείς των απόψεων αυτών είναι
ακόμα και υψηλόβαθμα στελέχη της ΔΕΗ, είναι σαφές ότι η διοίκηση της
επιχείρησης δεν μπορεί να αποδεχθεί ένα χαμηλό τίμημα, και πάντως δεν
μπορεί να «σηκώσει» μια τέτοια απόφαση μόνη της. Χαρακτηριστικές πρέπει
να θεωρούνται οι πρόσφατες δηλώσεις Παναγιωτάκη ότι η ΔΕΗ πουλάει αλλά
δεν «ξεπουλάει».
Αλλά και στη Γενική Συνέλευση να παραπεμφθεί η απόφαση,
πάλι είναι εξαιρετικά δύσκολο να κάνει μια «ψυχρή» επιλογή ο βασικός
μέτοχος, δηλαδή η κυβέρνηση, και να μπεί οικειοθελώς στη θέση του
κατηγορούμενου για «ξεπούλημα των ασημικών», ειδικά σε μια περίοδο
προεκλογική.
Ο κίνδυνος για τα δάνεια
Ας αναφερθεί επιπλέον μια ακόμα κρίσιμη παράμετρος που
κάνει πολύ δύσκολη την εξίσωση. Μια χαμηλή αποτίμηση της αξίας των προς
πώληση λιγνιτικών μονάδων, μπορεί να διευκολύνει την ολοκλήρωση του
διαγωνισμού για τη Μελίτη και την αποφυγή του μισού ναυαγίου, ωστόσο
ενδέχεται να επηρεάσει τα λογιστικά δεδομένα όσον αφορά τη συνολική αξία
των παγίων της ΔΕΗ. Κάτι τέτοιο, όπως είναι αυτονόητο, θα μπορούσε να
δημιουργήσει μεγάλους κινδύνους για την ομαλή δανειοδότηση της
επιχείρησης και τις σχέσεις της με τις αγορές, καθώς τα πάγιά της
αποτελούν εγγυήσεις που έχει παράσχει η ΔΕΗ.
Τούτων δοθέντων, δεν φαίνεται να υπάρχει για τη ΔΕΗ και την
κυβέρνηση εύκολος δρόμος στην υπόθεση της αποεπένδυσης. Εκτός και αν το
ναυάγιο «ήταν και αυτό μια κάποια λύσις» που προς το παρόν επετεύχθη
κατά το… ήμισυ.