Η αντιπαράθεση ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ με αφορμή τις ζημιές της ΔΕΗ είναι
προκλητική για το λαό και τους εργαζόμενους του κλάδου.
Και οι δύο προσπαθούν να κρύψουν ότι η
σημερινή κατάσταση στον κλάδο της Ενέργειας είναι αποτέλεσμα της
«απελευθέρωσης» που διαχρονικά προώθησαν οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ.
Κατά συνέπεια, τα οικονομικά της ΔΕΗ είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος των
τεράστιων κερδών για τους υπόλοιπους επιχειρηματικούς ομίλους του κλάδου, την
ίδια ώρα που τα λαϊκά νοικοκυριά πληρώνουν πανάκριβα το ρεύμα και τα εργασιακά
δικαιώματα χτυπιούνται περισσότερο στις
επιχειρήσεις της Ενέργειας.
Προσπαθούν επίσης να κρύψουν ότι στο ίδιο
«τέρμα» από διαφορετικούς δρόμους οδηγούν τόσο το σχέδιο της «μικρής ΔΕΗ» που
επιχείρησε να υλοποιήσει η ΝΔ, όσο και η «παραλλαγή» της πώλησης
Λιγνιτικών μονάδων που
προώθησε η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τις δημοπρασίες Ενέργειας και την υποχρεωτική μεταφορά
πελατών της ΔΕΗ στους «εναλλακτικούς παρόχους», αλλά και την υποχρέωση της
επιχείρησης στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» της λιανικής αγοράς, να πουλά φθηνό
ρεύμα στις υπόλοιπες επιχειρήσεις, ώστε με τη σειρά τους εκείνες να το πουλούν
πολύ πιο ακριβά στους λαϊκούς καταναλωτές, και να το εξάγουν σε «ανταγωνιστικές
τιμές» στο εξωτερικό.
Αυτή η πολιτική οδήγησε
με σταθερά βήματα στη σημερινή
κατάσταση, η οποία αξιοποιείται για να προχωρήσουν παραπέρα τα σχέδια διάσπασης
της επιχείρησης, όσο και για να εξαπολυθεί ένα ακόμα «πογκρόμ» εκβιασμών και
πιέσεων προς τα λαϊκά νοικοκυριά που αδυνατούν να πληρώσουν τα «τσουχτερά»
τιμολόγια, στο όνομα της «εξυγίανσης» των οικονομικών της επιχείρησης.
Απ' αυτήν τη σκοπιά, είναι εκ του πονηρού
ο καβγάς ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ για το ποιος εφάρμοσε καλύτερα την «απελευθέρωση», ποιανού
το «μοντέλο» είναι πιο αποτελεσματικό, από τη στιγμή που τόσο ο ένας, όσο και ο
άλλος συμφωνούν και εφαρμόζουν τις κατευθύνσεις της ΕΕ, φορτώνοντας με νέα βάρη
το λαό.
Άλλωστε, το ζήτημα της παραπέρα
«απελευθέρωσης» του κλάδου, όσο και οι συστάσεις για άμεση ολοκλήρωση του διαγωνισμού
για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, ορθά - κοφτά περιγράφονται και
στις «10 εντολές» για την κυβέρνηση της επόμενης μέρας, στο «μεταμνημονιακό»
μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και δεσμεύεται ότι θα υλοποιήσει και η
ΝΔ, «καθήκον» που ανελλιπώς «θυμίζει» με όλες τις εκθέσεις της η Κομισιόν.
Το βέβαιο είναι ότι τα μεγαλύτερα θύματα
αυτής της πολιτικής παραμένουν οι εργαζόμενοι και ο λαός, τους οποίους
προσπαθούν τώρα να ενοχοποιήσουν για τη σημερινή κατάσταση της ΔΕΗ! Εκεί
αποσκοπεί, για παράδειγμα, η συκοφαντία ότι τα οικονομικά της επιχείρησης είναι
αποτέλεσμα των «κοινωνικών παροχών» και των «ελαφρύνσεων» προς τα ασθενέστερα
κοινωνικά στρώματα, τα οποία βρέθηκαν την τελευταία τετραετία στο μάτι του
κυκλώνα της ενεργειακής φτώχειας, αλλά και στο στόχαστρο των διακοπών της
ηλεκτροδότησης, της είσπραξης των ληξιπρόθεσμων χρεών.
Μάλιστα, με καθοριστική συμβολή της
κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η «διαδικασία μείωσης των ανεξόφλητων οφειλών» προς την
επιχείρηση περνά ήδη στην επόμενη φάση, αυτή της «τιτλοποίησής» τους, ώστε να
αναλάβουν τα funds και λοιπά «κοράκια» την είσπραξη. Ενώ με την πολιτική της
κυβέρνησης, πάνω από 120.000 νοικοκυριά έμειναν εκτός «κοινωνικού τιμολογίου»,
επειδή σύμφωνα με τα νέα κριτήρια - που αναδιανέμουν την ενεργειακή φτώχεια -
ακόμα δεν έχουν πιάσει... πάτο και δηλώνουν «θηριώδη» εισοδήματα άνω των 9.000
ευρώ.
Στην ουσία ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ
τσακώνονται για το ποιος και
πώς από την επόμενη μέρα θα προχωρήσει παραπέρα την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και
τη στρατηγική της ΕΕ για την «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας, που σημαίνει
κέρδη για τα μονοπώλια, αλλά πανάκριβο ρεύμα και ένταση της ενεργειακής
φτώχειας για το λαό, ανατροπή εργασιακών σχέσεων στον κλάδο, αλλά και μεγάλους
κινδύνους από τους ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστικών κέντρων και των
μονοπωλιακών ομίλων.
Για το λαό, λοιπόν, αυτό
που έχει σημασία για την επόμενη μέρα είναι ποιος θα σταθεί απέναντι σε αυτό το
«κοινό σχέδιο» ΕΕ - κεφαλαίου - κυβερνήσεών του, μπαίνοντας μπροστά για να
οργανωθεί ο αγώνας ενάντια στις διακοπές ρεύματος λαϊκών σπιτιών, για φτηνά τιμολόγια
ρεύματος, για δουλειά με δικαιώματα στους εργαζόμενους του κλάδου, δείχνοντας
το δρόμο της σύγκρουσης με αυτήν την πολιτική, ώστε οι πολύ μεγάλες δυνατότητες
της χώρας στην παραγωγή Ενέργειας να αξιοποιηθούν για τις λαϊκές ανάγκες και
όχι για τα κέρδη των ομίλων.