Διείσδυση στις ΑΠΕ, αξιοποίηση ορυχείων και μονάδων,
αποζημίωση για την επάρκεια ισχύος, αναπροσαρμογή τιμολογιακής
πολιτικής, αποτελεσματικότερο δίκτυο διανομής, βελτίωση εισπραξιμότητας,
και βοηθητικών λειτουργιών.
Αν η ΔΕΗ καταφέρει να φέρει αποτελέσματα σε αυτούς τους
επτά τομείς, τότε η McKinsey εκτιμά ότι έως το 2022, η επιχείρηση θα
έχει βελτιώσει θεαματικά τη θέση της. Και θα έχει δει τα λειτουργικά της
κέρδη να πολλαπλασιάζονται και να αυξάνονται επιπλέον κατά 420 έως 550
εκατ. ευρώ, έναντι 805 εκατ. πέρυσι, σύμφωνα με το επίμαχο απόσπασμα του
business plan της McKinsey, που έχει στα χέρια του το "Energypress".
Ένα σενάριο που ακούγεται πολύ ωραίο για να είναι αληθινό,
καθώς προϋποθέτει κεφαλαιουχικές δαπάνες (Capex) από τη ΔΕΗ, δηλαδή
κεφάλαια προς επένδυση, μεταξύ 1,15 και 1,45 δισ ευρώ, όπως αναφέρει η
έκθεση. Δεν απαντά ωστόσο στο ερώτημα από που θα βρει η ΔΕΗ τα ποσά
αυτά.
Σαν πρώτη στρατηγική προτεραιότητα, η McKinsey εισηγείται
στη ΔΕΗ να εγκαινιάσει άμεσα μια επιθετική πολιτική στις ανανεώσιμες
πηγές ενέργειας, προκειμένου ως το 2022, το χαρτοφυλάκιό της να έχει
εγκατεστημένη ισχύ 6.000 MW. Εδώ το πρόβλημα είναι ότι θα απαιτηθούν
κεφάλαια ύψους 700 εκατ. ευρώ.
Σαν δεύτερη κίνηση, που έχει μάλιστα το χαμηλότερο κόστος
και τη μεγαλύτερη απόδοση, η McKinsey προτάσσει ένα επιθετικό πρόγραμμα
αξιοποίησης μονάδων και ορυχείων, μαζί με τα ποσά που θα εξοικονομήσει η
ΔΕΗ από τη διακοπή λειτουργίας εκείνων που θα πουλήσει. Κατα το
σύμβουλο η κίνηση αυτή, μπορεί να αθροίσει μέχρι το 2022, επιπλέον 220
εκατ στα λειτουργικά κέρδη της ΔΕΗ, δηλαδή το 50% του συνολικού στόχου.
Τα κεφάλαια που απαιτούνται εδώ δεν είναι πολλά, αφού οι παρεμβάσεις δεν
θα απαιτήσουν πάνω από 21 εκατ. ευρώ.
Έπεται η αποζημίωση από το μηχανισμό επάρκειας ισχύος και
για τις λιγνιτικές μονάδες. Ο λόγος για το γνωστό σχέδιο της ελληνικής
πλευράς, τα "λιγνιτικα ΑΔΙ", δηλαδή να αποζημιώνονται και οι λιγνιτικές
μονάδες για την διασφάλιση της επάρκειας που μπορούν να παρέχουν στο
σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Το ερώτημα ωστόσο είναι αν και
υπό ποιους όρους, θα εγκριθεί το σχέδιο από τη Κομισιόν. Κατά τη
McKinsey, η προσθήκη λόγω ΑΔΙ στα EBITDA μπορεί να είναι έως και 50
εκατ. ευρώ.
Τέταρτη εισήγηση αφορά την αύξηση των επενδύσεων στα δίκτυα
διανομής, γεγονός που θα μπορούσε να συνεισφέρει επιπλέον 35-81 εκατ.
ευρώ στα EBITDA της ΔΕΗ. Το πρόβλημα εδώ, όπως και στην περίπτωση των
ΑΠΕ, είναι ότι αυτό απαιτεί μεγάλες επενδύσεις, ύψους από 424 έως 728
εκατ. ευρώ.
Στη πέμπτη θέση, δίχως φυσικά να απαιτούνται κεφάλαια, αλλά
με υψηλό πολιτικό κόστος, συναντάμε την αναπροσαρμογή της τιμολογιακής
πολιτικής της ΔΕΗ. Σύμφωνα με τον σύμβουλο, η κίνηση μπορεί να ενισχύσει
τη κερδοφορία, από 75 έως 97 εκατ. ευρώ. Αν και ο Μ.Παναγιωτάκης έχει
διαψεύσει ότι πρόκειται να μειωθεί η έκπτωσης συνέπειας 15%, εντούτοις ο
σύμβουλος θεωρεί ότι η πολιτική αυτή πρέπει να αλλάξει προς όφελος της
κερδοφορίας. Αν τελικά η ΔΕΗ οδηγηθεί προς τα εκεί, θα πρέπει να
εξασφαλίσει ακόμη και 100 εκατ. ευρώ από τα τιμολόγια ρεύματος.
Ακολουθεί η βελτίωση της εισπραξιμότητας, όπου κατά την
έκθεση, αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον 690 εκατ έως και 1 δισ ευρώ στα
ταμεία της ΔΕΗ έως το 2022, και ο κατάλογος κλείνει με μια συνολικότερη
βελτίωση απόδοσης των βοηθητικών λειτουργιών, κίνηση που θα μπορούσε να
αποφέρει περί τα 18 εκατ ευρώ στα κέρδη.