Σε ανακοίνωση προέβη η ΔΕΗ με αφορμή την αντίστοιχη της Κομισιόν.
Συγκεκριμένα, η επιχείρηση τονίζει τα εξής:
Η ΔΕΗ Α.Ε. ανακοινώνει ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (η Επιτροπή) απέστειλε σήμερα μια Ανακοίνωση Αιτιάσεων (Statement of Objections) στη ΔΕΗ σχετικά με υποτιθέμενη παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η υπόθεση ξεκίνησε με τον έλεγχο στα γραφεία της ΔΕΗ τον Φεβρουάριο 2017 και οι επίσημες διαδικασίες ξεκίνησαν τον Μάρτιο 2021. Η ΔΕΗ έχει συνεργαστεί με την Επιτροπή καθ’ όλη τη διάρκεια της υπόθεσης.
Οι αιτιάσεις της Επιτροπής σχετίζονται με την περίοδο από τον Ιούλιο 2013 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019. Η υπόθεση αφορά περίοδο πριν τον επανασχεδιασμό της Ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού σύμφωνα με τις επιταγές του μοντέλου Στόχου της ΕΕ (Target Model) αλλά κυρίως πολύ πριν από τον μετασχηματισμό της εταιρείας σε μια μοντέρνα και βιώσιμη εταιρεία ενέργειας.
Η ΔΕΗ θα συνεχίσει να συνεργάζεται με την Επιτροπή και να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα και αναγκαία μέτρα προκειμένου να προασπίσει τα δικαιώματά της
Η Ανακοίνωση Αιτιάσεων αποτελεί ένα βήμα της έρευνας και όπως τονίζει και η Επιτροπή στη δήλωσή της, η επίδοση της δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της έρευνας.
Νωρίτερα, το energypress έγραφε:
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημέρωσε τη ΔΕΗ για την προκαταρκτική της θέση, σύμφωνα με την οποία η επιχείρηση παραβίασε τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της ΕΕ την περίοδο 2013-2019 πωλώντας ηλεκτρική ενέργεια στην ελληνική χονδρική αγορά κάτω του κόστους, αποκλείοντας έτσι τους κύριους ανταγωνιστές της.
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Κομισιόν, επισημαίνοντας πως η προκαταρκτική της άποψη είναι ότι η ΔΕΗ έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που κατείχε στο διασυνδεδεμένο σύστημα (το οποίο κατά την υπό εξέταση περίοδο περιλάμβανε την ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και το Ιόνιο και μερικά νησιά του Αιγαίου). Πιο συγκεκριμένα, παρείχε ηλεκτρική ενέργεια από τις θερμικές μονάδες της (λιγνίτη και φυσικού αερίου) σε τιμές μικρότερες από το μεταβλητό τους κόστος.
Εάν επιβεβαιωθεί η προκαταρκτική άποψη της Επιτροπής, αυτή η τακτική θα κριθεί πως παραβιάζει το άρθρο 102 της Συνθήκης της ΕΕ το οποίο απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Ωστόσο γίνεται σαφές πως «η αποστολή κοινοποίησης αιτιάσεων δεν προδικάζει το αποτέλεσμα μιας έρευνας».
Εκκρεμότητα του παρελθόντος
Σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση του θέματος, πάντως, κρίσιμη παράμετρος είναι πως η έρευνα της Κομισιόν αφορά παρελθοντική περίοδο, η οποία εκτείνεται μέχρι το 2019. Από το διάστημα που έχουν βάλει στο «μικροσκόπιό» τους οι Βρυξέλλες, μέχρι σήμερα, έχει αλλάξει πλέον δραστικά το «τοπίο» της εγχώριας χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ως συνέπεια, η εν λόγω έρευνα αποτελεί μία ακόμη εκκρεμότητα του παρελθόντος που χρειάζεται να διευθετήσει η επιχείρηση, όπως συνέβη και με την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2008, για τη μονοπωλιακή πρόσβαση στον λιγνίτη.
Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση του anti-trust για τους λιγνίτες έκλεισε στο τέλος του περασμένου έτους, με την ολοκλήρωση υλοποίησης των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει η ελληνική Κυβέρνηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την περίοδο 2021-2023.
Όσον αφορά την τρέχουσα έρευνα, ενδεικτικό των αλλαγών που έχουν επέλθει από το 2019 είναι ότι στο μεταξύ έχει αλλάξει η αρχιτεκτονική της χονδρεμπορικής, η οποία μετέβη στο Target Model από το Mandatory Pool. Επίσης, η συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων την αγορά έχει συρρικνωθεί, με προοπτική μάλιστα πλήρους απόσυρσής τους στο δεύτερο μισό της 10ετίας.
Παράλληλα, έχει περιορισθεί σημαντικά το μερίδιο της ΔΕΗ στη λιανική (ως ποσοστό του συνολικού εκπροσωπούμενου φορτίου), με τη «θέση» της επιχείρησης να έχει υποχωρήσει σημαντικά, ειδικά στην υψηλή τάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιανουάριο το μερίδιο της ΔΕΗ στην προμήθεια διαμορφώθηκε λίγο πάνω από το 50%, για την ακρίβεια στο 53,14%.
Τα επόμενα βήματα
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Κομισιόν, η τρέχουσα έρευνα ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2021. Τότε η Επιτροπή άνοιξε επίσημη αντιμονοπωλιακή έρευνα για να αξιολογήσει πιθανή καταχρηστική συμπεριφορά της ΔΕΗ στον τομέα χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Το άρθρο 102 της Συνθήκης της ΕΕ απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά, η οποία μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.
Η κοινοποίηση αιτιάσεων είναι ένα επίσημο βήμα στις έρευνες της Επιτροπής για ύποπτες παραβιάσεις των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ. Η Επιτροπή ενημερώνει εγγράφως τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν εναντίον τους. Τα μέρη μπορούν στη συνέχεια να εξετάσουν τα έγγραφα του φακέλου της Επιτροπής, να απαντήσουν γραπτώς και να ζητήσουν προφορική ακρόαση για να παρουσιάσουν τις απόψεις τους για την υπόθεση ενώπιον εκπροσώπων της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού.
Εάν η Επιτροπή καταλήξει σε θετικό πόρισμα (αφού τα μέρη ασκήσουν τα δικαιώματα υπεράσπισής τους) μπορεί να εκδώσει απόφαση που απαγορεύει την εν λόγω συμπεριφορά και μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο έως και 10% του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών μιας εταιρείας.
Η Margrethe Vestager, Εκτελεστική Αντιπρόεδρος αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε
«Ανησυχούμε ότι η ΔΕΗ μπορεί να έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της πουλώντας σε τιμές κάτω του κόστους στη χονδρική αγορά για περισσότερο από έξι χρόνια. Η συμπεριφορά της ΔΕΗ μείωσε την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από περιβαλλοντικά καθαρότερες ανταγωνίστριες. Η συμπεριφορά αυτή παρεμπόδισε επίσης τον ανταγωνισμό σε επίπεδο λιανικής. Μια λιγότερο ανταγωνιστική αγορά λιανικής σημαίνει ότι αυτές οι χαμηλότερες τιμές χονδρικής δεν μετακυλίονταν στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Οι Έλληνες καταναλωτές μπορεί επομένως να βρέθηκαν αντιμέτωποι με υψηλές τιμές λιανικής και μεγαλύτερη τοπική ρύπανση».