Με διαφορετικές ταχύτητες προχωρούν οι συνομιλίες της ΔΕΗ με τους βιομηχανικούς της πελάτες, για τη σύναψη νέων συμβολαίων προμήθειας για τη 2ετία 2021-2022. Έτσι, τη στιγμή που με μερικούς ενεργοβόρους καταναλωτές εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη απόσταση που θα πρέπει να διανυθεί, με ορισμένες βιομηχανίες οι συζητήσεις είναι πλέον σε αρκετά προχωρημένο στάδιο, δημιουργώντας ένα «παράθυρο» αισιοδοξίας πως δεν θα αργήσει το κλείσιμο του ντιλ.
Η ωρίμανση των διαπραγματεύσεων, σε αυτές τις περιπτώσεις, «μεταφράζεται» κατ΄ αρχάς σε σύγκλιση των δύο πλευρών, αναφορικά με την αύξηση που θα εφαρμοσθεί στο ανταγωνιστικό σκέλος των χρεώσεων, και η οποία εκτιμάται ότι θα ανέλθει περίπου στο 20%. Επίσης, έχει «κλειδώσει» πως στα νέα συμβόλαια δεν θα υπάρχουν εκπτώσεις συνέπειας.
Πλέον οι συζητήσεις επικεντρώνονται σε άλλες παραμέτρους της «αρχιτεκτονικής» των τιμολογίων, ξεκινώντας από τη μεθοδολογία με την οποία η διαφοροποίηση του καταναλωτικού προφίλ θα επηρεάζει τον τρόπο τιμολόγησης. Παράλληλα, ανοικτό παραμένει ακόμη το ζήτημα αναφορικά με το ποσοστό στο οποίο θα ενεργοποιείται η ρήτρα take or pay επί της μηνιαίας κατανάλωσης.
Ωστόσο, φαίνεται πως υπάρχει περιθώριο συμφωνίας, ώστε να υιοθετηθεί μία πιο ευέλικτη λύση, συγκριτικά με την αρχική πρόταση της ΔΕΗ, αναφορικά με το ύψος της απόκλισης της ζήτησης από τη συμπεφωνημένη κατανάλωση, τον οποίο θα ενεργοποιεί το σχετικό «πέναλτι».
Τέλος στις σταθερές ανταγωνιστικές χρεώσεις
Υπενθυμίζεται πως η ΔΕΗ έχει ήδη έρθει σε επί της αρχής συμφωνία με τη Mytilineos για τη νέα σύμβαση προμήθειας της εισηγμένης έως το 2023, η οποία θα αποτελέσει και τον τελευταίο «σταθμό» της 60ετούς συνεργασίας της ΔΕΗ με την Αλουμίνιον της Ελλάδος. Σύμφωνα πάντως με την επιδίωξη της ΔΕΗ, ορόσημο για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στην εγχώρια βιομηχανία θα αποτελέσουν όλα τα τιμολόγια που θα συμφωνηθούν για τη διετία 2020-2021, καθώς θα είναι και τα τελευταία όπου οι ανταγωνιστικές χρεώσεις θα είναι σταθερές.
Το καθεστώς τιμολόγησης θα αλλάξει από το 2023, για όσες ενεργοβόρες επιχειρήσεις επιδιώξουν να συνάψουν νέα συμβόλαια με τη ΔΕΗ, αφού πλέον οι χρεώσεις θα είναι κυμαινόμενες, σε σύνδεση με το τρέχον χονδρεμπορικό κόστος. Επομένως, πλέον θα αυξομειώνονται – ακολουθώντας, για παράδειγμα, τη μηνιαία μεσοσταθμική Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς στην Αγορά Επόμενης Ημέρας.
Τροφοδοσία των βιομηχανιών από ΦοΣΕ ΑΠΕ
Σύμφωνα με ανώτερα στελέχη της επιχείρησης, η αλλαγή στον τρόπο τιμολόγησης θα έρθει σε μία συγκυρία όπου και στην Ελλάδα θα έχουν ωριμάσει οι συνθήκες ώστε για τις βιομηχανίες να είναι οικονομικά συμφέρον να τροφοδοτούνται με ρεύμα μέσω «πράσινων» PPAs, που θα συνάπτουν με Φορείς Σωρευτικής Εκπροσώπησης ΑΠΕ (ΦοΣΕ ΑΠΕ), και όχι από έναν συμβατικό προμηθευτή ρεύματος, όπως είναι η ΔΕΗ. Ο λόγος είναι πως μόνον έτσι θα μπορέσουν να μειώσουν το ανθρακικό αποτύπωμα της παραγωγής τους, και επομένως να ελαττώσουν το κόστος που αυτό συνεπάγεται σε δικαιώματα ρύπων.
Όπως είναι φυσικό, προϋπόθεση αποτελεί να υπάρχουν έως τότε ΦοΣΕ ΑΠΕ, που θα διαθέτουν αρκετά μεγάλο χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ (ΦΟΣΕ), ώστε να μπορούν να καλύψουν μεγάλο μέρος της ζήτησης βιομηχανιών, αποκλειστικά με «πράσινη» ηλεκτρική ενέργεια.
Όπως εκτιμούν τα στελέχη της ΔΕΗ, χάρις στις επενδύσεις σε ΑΠΕ που δρομολογούνται στη χώρα μας, μέσα σε μία 2ετία θα έχει δημιουργηθεί ένας επαρκής αριθμός μονάδων ΑΠΕ εκτός καθεστώτος λειτουργικής ενίσχυσης, οι οποίες θα μπορούν επομένως να αναλάβουν αυτό τον ρόλο. Για τις ποσότητες ή τις ώρες που δεν θα επαρκεί η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ, ο φορέας αυτός θα εξασφαλίζει ενέργεια για τον βιομηχανικό πελάτη του μέσω της χονδρεμπορικής αγοράς.