Διευκρινίσεις από τον ΔΕΔΔΗΕ έχει ζητήσει η ΡΑΑΕΥ, αναφορικά με τα στοιχεία τα οποία οδήγησαν σε εξαιρετικά υψηλό συντελεστή κανονικοποίησης για το 1ο εξάμηνο του 2022, σε σχέση με τα αποτελέσματα όλων των προηγούμενων οριστικών εκκαθαρίσεων. Έτσι, η Ρυθμιστική Αρχή έχει «παγώσει» την έγκριση του συντελεστή κανονικοποίησης για το επίμαχο χρονικό διάστημα, μέχρι να ολοκληρώσει τη διαδικασία ελέγχου.
Όπως έχει γράψει το energypress, στη σχετική εισήγησή του ο Διαχειριστής προσδιόριζε τον συντελεστή στα επίπεδα του 3,3%, με συνέπεια να υπάρχει σημαντική απόκλιση ανάμεσα στις ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας τις οποίες πλήρωσαν οι προμηθευτές όσο «έτρεχε» το 1ο εξάμηνο του 2022, και στις ποσότητες που προσδιορίζονται τώρα, με βάση την οριστική εκκαθάριση.
Όπως είναι φυσικό, οι επιπλέον κιλοβατώρες θα χρεωθούν με το τότε τρέχον χονδρεμπορικό κόστος. Οι τιμές στην DAM κινούνταν σε δυσθεώρητα επίπεδα, με δεδομένο ότι το 2022 βρισκόταν στο απόγειο η ενεργειακή κρίση. Σύμφωνα με εκπροσώπους του κλάδου, η συντριπτική πλειονότητα της λιανικής αγοράς θα κληθεί να καταβάλει σημαντικά ποσά, τα οποία στο σύνολό τους είναι πιθανό να αγγίζουν ακόμη και τα 300 εκατ. ευρώ.
Τα ίδια στελέχη σημειώνουν ότι συγκεντρώνει λίγες πιθανότητες το ενδεχόμενο ο έλεγχος της ΡΑΑΕΥ να οδηγήσει σε σημαντικό «κούρεμα» των ποσών. Αντίθετα, φαίνεται πιο ορατό το ενδεχόμενο επιβολής προστίμου στον ΔΕΔΔΗΕ λόγω της καθυστέρησης στην εισήγηση, η οποία κανονικά θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί το 1ο εξάμηνο του 2023.
Όπως συμπληρώνουν, λόγω του ύψους στο οποίο κινούνται οι επιβαρύνσεις, είναι δύσκολο να τις ανακτήσουν πλήρως οι εταιρείες από τους πελάτες τους. Κι αυτό γιατί σε μία τέτοια περίπτωση θα έπρεπε να προσθέσουν μία σημαντική προσαύξηση στις χρεώσεις, καθιστώντας τα τιμολόγιά τους μη ανταγωνιστικά.
Υπενθυμίζεται ότι η συντελεστής κανονικοποίησης συναρτάται καταρχάς από τις πραγματικές απώλειες (τεχνικές ή μη τεχνικές) του δικτύου διανομής, όπως αυτές προσδιορίστηκαν εκ των υστέρων, έναντι των αντίστοιχων προβλέψεων. Επίσης, εξαρτάται από τη διαφορά καταλογιζόμενης και τελικής ηλεκτρικής ενέργειας για κάθε προμηθευτή – δηλαδή τη διαφορά ανάμεσα στις ποσότητες που υπολογίζονται από τις τρέχουσες δηλώσεις εκπροσώπησης (και με τις οποίες γίνονται οι προσωρινές εκκαθαρίσεις) και τις ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που προκύπτουν με βάση τις μετρήσεις των «ρολογιών» των πελατών του.
Για το θέμα έχουν στείλει επιστολή στη ΡΑΑΕΥ τόσο ο ΕΣΠΕΝ όσο και ο ΕΣΑΗ, ζητώντας την άμεση και κατά προτεραιότητα εξέταση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της οριστικής εκκαθάρισης. Ο Σύνδεσμος των προμηθευτών εξέφραζε ενστάσεις για το γεγονός ότι οι πραγματικές απώλειες στο δίκτυο διανομής διαμορφώθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα από τις προβλέψεις, επισημαίνοντας την αδυναμία του Διαχειριστή να αναχαιτίσει την αύξηση των ρευματοκλοπών.
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του
συντελεστή κανονικοποίησης, ο ΕΣΠΕΝ υπογράμμιζε ότι ο Διαχειριστής έχει
την υποχρέωση να καταμετρά τα ρολόγια όλων των πελατών των προμηθευτών,
για το χρονικό διάστημα της οριστικής εκκαθάρισης. Μάλιστα, όσες
ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχουν καταμετρηθεί συμπεριλαμβάνονται
στις μη τεχνικές απώλειες, με συνέπεια να αυξάνονται οι Μεγαβατώρες που
καταχωρίζονται στις ρευματοκλοπές.