Η πρωτοφανής αύξηση της τιμής χονδρεμπορικής στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έως και 80% μόνο για το διάστημα 1ης Ιουλίου - 8 Αυγούστου αλλά και ο υπερτριπλασιασμός της σε σχέση με την αρχή του έτους, δημιουργεί νέα δεδομένα στο ενεργειακό κόστος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις που κάνουν στο energypress παράγοντες της αγοράς η εξέλιξη αυτή δημιουργεί μία νέα βάση της διαμόρφωσης της μέσης τιμής για τη χονδρεπορική αγορά. Αυτή εκτιμάται ότι θα είναι φέτος γύρω στα 80 με 90 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Σε σχέση με το 2019 (δεν λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη, λόγω της πανδημίας, χρονιά του 2020) το κόστος είναι υψηλότερο κατά περίπου 30%. Αυτή θα είναι και η επίπτωση στις τιμές ρεύματος, όπως σημειώνουν πηγές της αγοράς ηλεκτρισμού.
Αυξήσεις, όμως, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα δουν και με την ενεργοποίηση των ρητρών στους λογαριασμούς μετά την πρόσφατη έκρηξη των τιμών χονδρικής κατά την περίοδο του Ιουλίου και Αυγούστου.
Αναφορικά με το υψηλότερο ενεργειακό κόστος που διαμορφώνεται και στην Ελλάδα, τα ίδια στελέχη θυμίζουν και την πρόσφατη επισήμανση του Ευάγγελου Μυτιληναίου, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της Mytilineos, σύμφωνα με τον οποίο «η ενεργειακή μετάβαση θα κοστίσει ακριβά».
Τα δεδομένα που διαμορφώνονται στο κόστος ηλεκτροπαραγωγής προκαλούν αυξήσεις στους λογαριασμούς. «Μία νέα εποχή με ακριβότερη ηλεκτρική ενέργεια», σύμφωνα με αξιωματούχο άλλης μεγάλης εταιρίας.
Πιο συγκεκριμένα οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με την αρχή του έτους φτάνοντας πια στα 54 με 55 ευρώ ανά τόνο.
Η τιμή φυσικού αερίου TTF στο hub της Ολλανδίας έχει επίσης διπλασιαστεί στα 42 ευρώ ανά Μεγαβατώρα συγκριτικά με τον Ιανουάριο.
Τα κόστη αυτά, όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, έχουν πάρει ανοδική τροχιά με αφορμή την προώθηση του πακέτου των μέτρων των Βρυξελλών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η ελληνική αγορά ενέργειας είναι πεπεισμένη πως αυτός είναι και ο μοναδικός δρόμος που θα πρέπει να ακολουθήσει και η χώρα μας ώστε σταδιακά να απεξαρτηθεί από τον λιγνίτη και τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα. Ωστόσο, σημειώνουν την ανάγκη να τρέξουν οι μεταρρυθμίσεις για την ταχύτερη διείσδυση των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας.