Σε ύψος ρεκόρ πάνω από τα 60 ευρώ ανά τόνο σκαρφάλωσε το κόστος ρύπων διοξειδίου του άνθρακα στην Ευρωπαική Ένωση, ενισχύοντας τα σενάρια για μεγάλες αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος.
Για πρώτη φορά από το 2005 που διαπραγματεύονται, άγγιξαν τα 61 ευρώ ανά τόνο, την ίδια στιγμή που η τιμή του φυσικού αερίου αυξάνει συνεχώς και τα αιολικά πλήττονται από τους πιο ήπιους ανέμους των τελευταίων ετών.
Η διαπραγμάτευση του συμβολαίου διοξειδίου του άνθρακα στο Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης – το EU ETS ήταν ιδιαίτερα αργή στη σημερινή συνεδρίαση, γεγονός που επέτεινε τις μεταβολές των τιμών.
Το συμβόλαιο αναφοράς Δεκεμβρίου, αυξήθηκε σε μόλις τρία λεπτά κάτω από 61 ευρώ ανά τόνο. Στην προηγούμενη συνεδρίαση της Παρασκευής είχε κλείσει στα 59 ευρώ.
Το ράλι στις τιμές των ρύπων τρέχει από τις αρχές του έτους 85% αύξηση. Τον Δεκέμβριο του 2020 ξεπέρασε τα 31 ευρώ ανά τόνο για πρώτη φορά.
Η έλλειψη αερίου αλλάζει το παιχνίδι
Οι αντιπαραθέσεις σχετικά με τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 και κυριότερα η αντίθεση των Ηνωμένων Πολιτειών οδήγησε σε διαταραχές στις παραδόσεις από τη Ρωσία στις ευρωπαϊκές εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενόψει της περιόδου θέρμανσης στις Βόρειες χώρες.
Οι διαφορές γύρω από τον αγωγό Nord Stream 2 μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας τροφοδοτούν μια νέα κρίση φυσικού αερίου
Οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας και οι φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων τηλεθέρμανσης στην Ευρώπη προσπαθούν να αποφύγουν μια κρίση όπως αυτή που ξέσπασε κατά την πρώτη δεκαετία του αιώνα λόγω διαφορών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Τους τελευταίους μήνες, ορισμένες εφεδρικές εγκαταστάσεις καύσης άνθρακα ενεργοποιήθηκαν στην ΕΕ καθώς η θερινή ζέστη αύξησε τη ζήτηση ενέργειας.
Οι ικανότητες αιολικής και ηλιακής ενέργειας δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά για να αποτρέψουν τέτοιες καταστάσεις.
Από την άλλη πλευρά, η χρήση ορυκτών καυσίμων συνεπάγεται άδειες εκπομπών CO2, αλλά η ΕΕ μειώνει τον αριθμό τους, οπότε η ρύθμιση ευνοεί την αύξηση των τιμών.
Η ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας προκαλεί προβλήματα στην παροχή ρεύματος
Οι τιμές του ρεύματος στη Γερμανία και την Ισπανία φτάνουν σε επίπεδα ρεκόρ, καθώς επιπλέον η αυξημένη ζήτηση τροφοδοτείται από την απότομη οικονομική ανάκαμψη μετά τις καραντίνες, με αποτέλεσμα διαταραχές καθώς οι παραγωγοί και οι προμηθευτές δεν μπορούν να καλύψουν τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας.
Επιπλέον, σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης και ιδιαίτερα στη Γερμανία, οι αναλυτές αναμένουν σημαντική πτώση της αιολικής ισχύος, οπότε η δυναμική μετατοπίζεται από το τμήμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της αγοράς σε εγκαταστάσεις ορυκτών καυσίμων.