Τα μηνύματα από τις αγορές, ενεργειακές και χρηματιστηριακές, δεν είναι καλά. Στα χρηματιστήρια, οι βαριές απώλειες συνδέονται πλέον ευθέως με τα αλλεπάλληλα «χαστούκια» που τρώνε οι εταιρείες της πραγματικής οικονομίας, καθώς βρίσκονται μπροστά σε εκτίναξη του ενεργειακού, δηλαδή του λειτουργικού τους κόστους. Στις ενεργειακές αγορές, το φυσικό αέριο (βρέθηκε χθες και στα 85 ευρώ/ μεγαβατώρα), το πετρέλαιο (άνω των 80 δολ/βαρέλι), και οι ρύποι (62 ευρώ/ τόνος), αναρριχώνται από το ένα υψηλό στο άλλο, που με τη σειρά τους αποτυπώνονται στα ταμπλό και όχι μόνο.
Τιμές πρώτων υλών που επηρεάζουν αρνητικά τη βιομηχανία αλλά και την καταναλωτική δαπάνη μεταφέρονται στα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων, αλλά και στην ίδια την ανάπτυξη, αναγκάζοντας τις πρώτες σε αναθεώρηση των στόχων τους και την δεύτερη σε βραδύτερους ρυθμούς.
Το χειρότερο είναι ότι αναφύεται ζήτημα ενεργειακής επάρκειας, που έρχεται και κουμπώνει με το πρόβλημα των εφοδιαστικών αλυσίδων, σημαντικοί κρίκοι των οποίων έχουν σπάσει, δημιουργώντας ανησυχίες όσον αφορά την απρόσκοπτη λειτουργία της βιομηχανίας.
Στην Νορβηγία, τα αποθέματα, από το φυσικό αέριο έως τον άνθρακα και το νερό για τη παραγωγή ηλεκτρισμού, λιγοστεύουν. Στην Βρετανία, οι εφοδιαστικές αλυσίδες που ήδη έτριζαν κάτω από την έλλειψη εργατικού δυναμικού και την αναταραχή του Brexit, μετά το άλμα στις τιμές φυσικού αερίου και το πλήγμα σε χημικά, χάλυβα, δονούνται περισσότερο. Στην Κίνα, πολλά εργοστάσια, ανάμεσα στα οποία, όσα προμηθεύουν πολυεθνικές όπως η Apple, λόγω ακριβώς της ενεργειακής κρίσης, οδηγούνται σε αναστολή παραγωγής. Διακοπή λειτουργίας σε εργοστάσια και διαταραχή παραγωγής σε άλλα, λόγω των περιορισμών που έχει επιβάλει το Πεκίνο στην κατανάλωση ρεύματος, προκαλούν ανησυχίες για πιθανές ελλείψεις αγαθών πριν από τα Χριστούγεννα, συμπεριλαμβανομένων των smartphones. Κυρίως όμως κάνουν τους αναλυτές να προχωρούν σε υποβαθμίσεις των εκτιμήσεων τους για το κινεζικό ΑΕΠ, γεγονός που με τη σειρά του αποτυπώνεται στα παγκόσμια ταμπλό.
Στην Ελλάδα, ο τριπλός συνδυασμός υψηλών τιμών πρώτων και δεύτερων υλών, και υψηλών μεταφορικών σε μια χώρα που βρίσκεται στην άκρη της Ευρώπης και υψηλών τιμών ενέργειας, απειλεί να παραλύσει τη βιομηχανία, με τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις να ζητούν να αναθεωρηθεί ο κώδικας προμήθειας, μαζί με μέτρα για την αντιμετώπιση της καταιγίδας. Στην λιανική του ρεύματος, οι υψηλές τιμές υποχρεώνουν τις εταιρείες σε αναπροσαρμογή τιμολογίων, προκειμένου να διατηρήσουν τα πελατολόγια που έχουν κτίσει, κίνηση που σημαίνει ότι περιορίζουν περιθώρια και ότι παίζουν με τις αντοχές τους. Ταυτόχρονα καταγράφονται και οι πρώτες μετακινήσεις πελατών.
Κι όλα αυτά ενώ οι ενεργειακές τιμές κινούνται από ρεκόρ σε ρεκόρ. Ράλυ χθες για το φυσικό αέριο στο TTF που εκτινάχθηκε ακόμη και πάνω από τα 85 ευρώ η μεγαβατώρα, για να υποχωρήσει στα 78 ευρώ, τιμή που μεταφράζεται σε αύξηση 50% από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Ράλυ στο μπρεντ που για πρώτη φορα μετά από μια τριετία (Οκτώβριος 2018) σκαρφάλωσε πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, με τους αναλυτές να βλέπουν ακόμη και 120 δολάρια. Ράλι και στα δικαιώματα εκπομπών CO2, που μετά από μια ανάπαυλα μερικών εβδομάδων, ξαναπήρε την ανηφόρα, ξεπερνώντας τα 62 ευρώ/ τόνος. Και το ερώτημα στα χείλη όλων είναι «για πόσο πολύ ακόμη».
Καθόλου τυχαία, στο ταμπλό της Λεωφόρου Αθηνών, οι μετοχές με τη μεγαλύτερη πτώση είναι αυτές των βιομηχανικών εταιρειών καθώς η αγορά αντιλαμβάνεται πως οι υψηλές τιμές στην ενέργεια, τα μέταλλα, το τσιμέντο, έχουν έρθει για να μείνουν. Και όσο περνούν οι ημέρες, η κατάσταση βαραίνει επικίνδυνα. Στην Βρετανία μικροί προμηθευτές «σκάνε», στην Γαλλία δυσκολεύονται, το ίδιο φυσικά και στην Ελλάδα, για αυτό και η επιδότηση μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης θα αυξηθεί από τα 150 στα 200 εκατ. ευρώ, όπως είπε προ ημερών από τη Βουλή και ο υπ. ΠΕΝ Κώστας Σκρέκας.
Το κλειδί για την αποκλιμάκωση δεν περνά από τους ρύπους, παρά από το φυσικό αέριο και τη Ρωσία. Αν δεν υποχωρήσει και δεν απελευθερώσει ποσότητες φυσικού αερίου, η τιμή του καυσίμου δεν πρόκειται να ηρεμήσει. Και όσο αυτό δεν συμβαίνει, τόσο μεγαλώνει ο πονοκέφαλος για τις κυβερνήσεις, με την Ισπανία να προειδοποιεί τις Βρυξέλλες ότι τα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών «πιθανώς να μην αντέξουν σε παρατεταμένη περίοδο υψηλών τιμών στο ρεύμα» και την ελληνική κυβέρνηση να αναπροσαρμόζει τα κονδύλια για επιδότηση των τιμολογίων χαμηλής τάσης από τα 150 εκατ. ευρώ στα 200 εκατ. ευρώ, λίγες μόλις εβδομάδες μετά αφότου είχε εξαγγείλει το μέτρο.
Την αύξηση των τιμών της ενέργειας θα συζητήσουν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες στη Σύνοδο Κορυφής της 21ης-22ας Οκτωβρίου. Στο μεσοδιάστημα, οι προτάσεις από κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να πέφτουν βροχή στο τραπέζι. Τέτοια είναι και η ελληνική πρωτοβουλία του Κ.Σκρέκα για συγκράτηση του ενεργειακού κόστους. Έχει πιθανότητες να εγκριθεί από τις Βρυξέλλες ; Δύσκολο, αφού κάθε χώρα, ειδικά εκείνες του Βορρά, έχει τη δική της πολιτική. Υπομονή πάντως έως την επόμενη Τετάρτη 6 Οκτωβρίου οπότε και θα συζητηθεί επίσημα στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Για την ιστορία, η πρόταση Σκρέκα προβλέπει τη δημιουργία ενός μηχανισμού αντιστάθμισης (temporary hedging mechanism) που θα συνδέεται με το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής CO2 και θα χρηματοδοτεί τις ακραίες διακυμάνσεις τιμών όπως συμβαίνει την περίοδο που διανύουμε, αντλώντας έσοδα 5-8 δισ ευρώ από το σύστημα εμπορίας ρύπων.