Με θέμα το εύρος και το βάθος των υπό συζήτηση αλλαγών στο μοντέλο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη συνέρχεται για δεύτερη μέρα σήμερα το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, στο οποίο τη χώρα μας εκπροσωπεί η γενική γραμματέας του ΥΠΕΝ Αλεξάνδρα Σδούκου. Σύμφωνα με την ατζέντα του Συμβουλίου, η χθεσινή μέρα περιλάμβανε συνεδρίαση με θέμα «Σχεδιασμός αγοράς Ενέργειας και ασφάλεια εφοδιασμού – προετοιμάζοντας τον επόμενο χειμώνα και μετά» ενώ σήμερα προβλέπεται συνεδρίαση με θέμα «Η μελλοντική ενεργειακή πολιτική για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας σε όλα τα κράτη μέλη».
Σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, στα πλαίσια του Συμβουλίου, η σουηδική προεδρία καλεί κάθε κράτος-μέλος να τοποθετηθεί επί της διαβούλευσης. Συγκεκριμένα, έχει ζητήσει να αναφέρει η κάθε χώρα ποιο πρόβλημα θεωρεί ότι πρέπει να λυθεί κατά προτεραιότητα. Αυτό ωστόσο, όπως αναφέρουν οι ίδιες πληροφορίες, αξιολογείται ως «ροκάνισμα» χρόνου καθώς τα προβλήματα που ανέκυψαν λόγω της ενεργειακής κρίσης έχουν αναπτυχθεί και αναλυθεί επαρκώς του τελευταίους μήνες, όπως αντίστοιχα και οι πιθανές λύσεις.
Η ελληνική αντιπροσωπεία κινείται στις ίδιες «ράγες» με προηγούμενες φορές, προκρίνοντας, όπως έχει γράψει το energypress, την ανάγκη για ριζικές αλλαγές. Αυτές αφορούν στην «διχοτόμηση» των αγορών επόμενης ημέρας με στόχο την αποσύνδεση των τιμών ηλεκτρισμού από εκείνες του φυσικού αερίου, ώστε η τελική τιμή να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος παραγωγής και να μην «παρασύρεται» από τις αυξομειώσεις του καυσίμου που παρότι έχουν εξομαλυνθεί το τελευταίο διάστημα, παραμένουν μια σταθερή «απειλή», δεδομένης της οριακής τιμολόγησης στις χονδρεμπορικές αγορές.
Σημειώνεται ότι αυτή την στιγμή έχει ολοκληρωθεί η δημόσια διαβούλευση της Κομισιόν, συγκεντρώνοντας συνολικά 1350 έγκυρα σχόλια από 34 χώρες και από μια πλειάδα κατηγοριών που περιλαμβάνουν τόσο ιδιώτες όσο και συλλογικούς φορείς, εκπροσώπους της αγοράς.
Από την πλευρά της η Κομισιόν, πέραν ορισμένων «κατευθύνσεων» που έχει δώσει μέσω των ερωτήσεων και των επιλογών που έθεσε στη δημόσια διαβούλευση, καλώντας τους ενδιαφερόμενους να τοποθετηθούν σχετικά, δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της. Αυτό, όπως αναφέρουν οι ίδιες πληροφορίες, δυσχεραίνει σημαντικά την πρόοδο της συζήτησης και κυρίως, δεν ευνοεί τη λήψη αποφάσεων.
Τα κράτη μέλη παρεμβαίνουν στη διαδικασία μέσω εισηγήσεων και non paper που ανταλλάσσουν, χωρίς ωστόσο, να υπάρχει μια βάση συζήτησης, γεγονός που ευνοεί τις «αέναες» συζητήσεις περί αλλαγών που εκ των προτέρων βρίσκονται «εκτός κάδρου», τουλάχιστον προσώρας, δεδομένου κιόλας, ότι η μείωση των τιμών έχει απομακρύνει σημαντικά το ενδεχόμενο για ριζικές παρεμβάσεις στην αγορά. Μάλιστα, όπως εκτιμάται, η τρέχουσα κατάσταση της αγοράς αίρει την πίεση για ταχεία λήψη αποφάσεων και συνεπώς είναι πολύ πιθανό να μπούμε σε μια μακρά περίοδο γενικών συζητήσεων έως ότου ωριμάσουν, πιθανόν, οι συνθήκες για αποφάσεις.
Σύμφωνα με παράγοντες που παρακολουθούν στενά τις διαδικασίες, μια τέτοια αναβλητική στάση δεν αντιστοιχίζεται με την πραγματική ανάγκη αλλαγής του target model και γενικά της αρχιτεκτονικής της ηλεκτρικής αγοράς της Ε.Ε., ανάγκη που προκύπτει από τη ριζική αλλαγή του μείγματος της ηλεκτροπαραγωγής με ευρύτατη και συνεχώς ογκούμενη εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ.
Τα δύο μπλόκ
Οι χώρες κυρίως του Νότου τάσσονται υπέρ ριζικών αλλαγών (Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, αλλά και Ρουμανία) με κύριο άξονα να ενισχυθούν τα PPAs και να μην καθορίζονται με απόλυτο τρόπο οι τιμές από την προημερήσια αγορά.
Κάποιες χώρες όπως Δανία, Ολλανδία προκρίνουν μόνον παραμετρικές και όχι κύριες αλλαγές του μοντέλου, ενώ υπάρχουν και χώρες όπως το Βέλγιο και η Ουγγαρία που προτείνουν να μη γίνει καμία αλλαγή και να μείνει το target model ως έχει.
Η Γερμανία προτείνει πλέον να μην ληφθεί καμία απόφαση και να αναβληθεί η συζήτηση για το 2024. Σε μια από τις παρεμβάσεις της, η γερμανική κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να διασφαλιστούν τα οφέλη της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς, τα οποία ήδη αθροίζονται χονδρικά στα 34 δις ευρώ σε εξοικονόμηση πόρων σε σχέση με το να μην υπήρχε η δυνατότητα διασυνοριακών ροών ενέργειας.
Επιπρόσθετα, ενδεικτικό είναι ότι μια σειρά γερμανικές ενώσεις πιέζουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αρκεστεί σε περιορισμένες παρεμβάσεις στην αρχιτεκτονική της αγοράς, όπως αναφέρει σχετικό δημοσίευμα του Montel, επικαλούμενο σχόλια που κατατέθηκαν στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης από συμμετέχοντες στην μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρισμού της Ευρώπης. Οι αιχμιακές τιμές δεν αντανακλούν «αποτυχίες της αγοράς», αναφέρει χαρακτηριστικά η Γερμανική Ένωση Καινοτομίας στην Αγορά Ενέργειας (BNE), μια ένωση που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των μη παραδοσιακών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Η εξάρτηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές φυσικού αερίου «δεν είναι πρόβλημα οριακού κόστους. Το μοντέλο του merit-order είναι ακριβώς το μοντέλο προσφοράς και ζήτησης που επικρατεί σε κάθε άλλη αγορά».
Σε μια άλλη «ανάγνωση» των δύο γραμμών που διαμορφώνονται, από την μια ξεχωρίζουν οι οργανισμοί της αγοράς που αναγνωρίζουν τα οφέλη του ισχύοντος μοντέλου της αγοράς και συζητούν επιμέρους βελτιώσεις, χωρίς να αμφισβητούν εν γένει την λειτουργία της αγοράς και από την άλλη φωνές με περισσότερο πολιτική «χροιά» που προκρίνουν ριζικές αλλαγές. Σε κάθε περίπτωση το επίδικο, σύμφωνα με παράγοντες που παρακολουθούν στενά τις ευρωπαϊκές διεργασίες, είναι η λήψη συγκεκριμένων ρυθμιστικών μέτρων που θα εφαρμόζονται από το σύνολο των κρατών-μελών, δηλαδή σε όλη την έκταση της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς. Μάλιστα, οι ίδιες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι εκεί θα καταλήξει η σχετική συζήτηση, ακόμη κι αν τώρα δεν φαίνεται ξεκάθαρα, παρά σε μια εκ βάθρων αναμόρφωση της αγοράς.