Ως σημαντική τομή για την αντιμετώπιση μιας σοβαρής παθογένειας στην ηλεκτρική αγορά, του να πληρώνουν δηλαδή οι προμηθευτές (και έμμεσα οι καταναλωτές) και όχι ο αρμόδιος διαχειριστής, το αυξημένο κόστος από τις ρευματοκλοπές και τις άλλες "μη τεχνικές" απώλειες του δικτύου, αξιολογούνται από τους εμπλεκόμενους τα όσα προβλέπονται για το θέμα αυτό στη μεθοδολογία υπολογισμού του απαιτούμενου εσόδου για το δίκτυο διανομής που ενέκρινε πρόσφατα η ΡΑΕ.
Μέχρι τώρα, ως γνωστόν, τα κόστη αυτά, τα οποία τα χρόνια της κρίσης αυξήθηκαν σημαντικά καθώς έχουν πολλαπλασιαστεί τα φαινόμενα ρευματοκλοπής και παράνομων συνδέσεων (φτάνουν στα επίπεδα του 4 με 5% της συνολικής καταναλισκόμενης ενέργειας), επιμερίζονταν στις εταιρείες προμήθειας ρεύματος, είχαν μάλιστα αποτελέσει αντικείμενο διελκυστίνδας ακόμα και ανάμεσα στη (μητρική) ΔΕΗ με την (θυγατρική) ΔΕΔΔΗΕ.
Με τη μεθοδολογία που αποφάσισε η ΡΑΕ, για τον υπολογισμό του απαιτούμενου εσόδου του Διαχειριστή που πρέπει να ανακτηθεί μέσω των χρεώσεων χρήσης δικτύου συνυπολογίζονται και τα κίνητρα για τον περιορισμό των απωλειών ενέργειας στο δίκτυο.
Πρακτικά, από τη δεύτερη ρυθμιστική περίοδο, θα υποχρεούται ο Διαχειριστής να μειώνει κάθε χρόνο κατά ένα συγκεκριμένο ποσοστό τις "μη τεχνικές" απώλειες του δικτύου, έως ότου αυτές, σε ένα εύλογο χρονικό διάσημα, μηδενιστούν απολύτως. Εάν κάθε χρόνο δεν καταφέρνει να "πιάσει" το στόχο μείωσης, το υπολειπόμενο ποσό θα το χρεώνεται ο ίδιος. Αν αντίθετα υπερκεράσει το στόχο, το όφελος θα μπαίνει στα ταμεία του.
Όπως αναφέρεται στη μεθοδολογία της ΡΑΕ: "Από τη 2η Ρυθμιστική Περίοδο Διανομής, στο Επιτρεπόμενο Έσοδο του ΔΕΔΔΗΕ περιλαμβάνονται δαπάνες που αντιστοιχούν στο εύλογο κόστος του Διαχειριστή Δικτύου για την εξασφάλιση των αναγκαίων ποσοτήτων ενέργειας προς αντιστάθμιση των συνολικών απωλειών ενέργειας στο Δίκτυο Διανομής, σύμφωνα με τις σχετικές υποχρεώσεις του Διαχειριστή Δικτύου βάσει των κανόνων των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας και της συμμετοχής του Διαχειριστή Δικτύου σε αυτές".
Σύμφωνα με όσα προβλέπονται στη μεθοδολογία, η ΡΑΕ είναι υποχρεωμένη έως την 31ηΜαρτίου του 2022, και αφού προηγηθεί διαβούλευση, να πάρει απόφαση με χρονικό ορίζοντα εφαρμογής από τη 2η Ρυθμιστική Περίοδο Διανομής, η οποία να καθορίζει τον τρόπο υπολογισμού του ποιές είναι "τεχνικές" και ποιές "μη τεχνικές" απώλειες δικτύου, αλλά και να ορίζει το μηχανισμό κινητροδότησης του ΔΕΔΔΗΕ. Κυρίως, δε, ποιό θα είναι το βάθος χρόνου μηδενισμού των "μη τεχνικών" απωλειών και συνεπώς κατά ποιό ποσοστό θα είναι υποχρεωμένος ο Διαχειριστής να μειώνει κάθε χρόνο τις ρευματοκλοπές και τις λοιπές απώλειες δικτύου.
Ο μηχανισμός, όπως αναφέρεται, θα περιλαμβάνει ενδεικτικά:
i. τον τρόπο προσδιορισμού των δαπανών που αναγνωρίζονται στο Επιτρεπόμενο Έσοδο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την παροχή κινήτρων στον Διαχειριστή Δικτύου για βελτίωση της αποδοτικότητας του Δικτύου (μείωση τεχνικών και μη τεχνικών απωλειών ενέργειας) με οικονομικούς όρους, καθώς και για επίτευξη εξοικονόμησης στο κόστος κάλυψης των απωλειών ενέργειας,
ii. την κατηγοριοποίηση των δαπανών και την παρακολούθηση των απολογιστικών δαπανών του Διαχειριστή,
iii. προβλέψεις για σχετική εκκαθάριση του Απαιτούμενου Εσόδου.
Στην πραγματικότητα, με βάση το σκεπτικό της ΡΑΕ, κατά την τρέχουσα, πρώτη ρυθμιστική περίοδο ο ΔΕΔΔΗΕ είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει στις κινήσεις και στις επενδύσεις που απαιτούνται (όπως για παράδειγμα η εγκατάσταση έξυπνων μετρητών) προκειμένου να είναι έτοιμος από τη δεύτερη ρυθμιστική περίοδο να μηδενίσει τις "μη τεχνικές" απώλειες του δικτύου.