Μία καινούρια φόρμουλα για την επέκταση των γραμμών Μέσης Τάσης έθεσε σε εφαρμογή ο ΔΕΔΔΗΕ την προηγούμενη εβδομάδα, η οποία δίνει τη δυνατότητα να «ξεπαγώσει» η υλοποίηση φωτοβολταϊκών μικρομεσαίας κλίμακας, προβλέποντας έναν πρακτικά εφικτό τρόπο για την ανάληψη από τους ίδιους τους επενδυτές του κόστους των έργων δικτύου.
Το μοντέλο αυτό αφορά την έκδοση όρων σύνδεσης για cluster ανεξάρτητων φωτοβολταϊκών, στα οποία ο Διαχειριστής καλύπτει προσωρινά το κόστος των έργων επέκτασης που αναλογεί σε όσες μονάδες δεν θα το καταβάλουν άμεσα. Η εφαρμογή του ξεκίνησε την περασμένη Παρασκευή, όταν ο Διαχειριστής εξέδωσε όρους σύνδεσης για τα πρώτα 3 cluster.
Η εν λόγω λύση αυτή έρχεται σε μία εποχή όπου, σύμφωνα με στατιστική επεξεργασία του ΣΠΕΦ, το ποσοστό απόρριψης των αιτήσεων από τον ΔΕΔΔΗΕ φθάνει πλέον το 80%. Ένα ποσοστό που έχει προκαλέσει το τελευταίο χρονικό διάστημα αρκετές παρεμβάσεις φορέων του κλάδου, προβάλλοντας το γεγονός ότι εν τοις πράγμασι είχε περιέλθει σε τέλμα το επενδυτικό ενδιαφέρον που καταγράφεται στις επενδύσεις ΑΠΕ και κυρίως στα φωτοβολταϊκά μικρομεσαίας κλίμακας.
Το νέο μοντέλο «απαντά» στην άρση του τέλματος, καθώς δίνει τη δυνατότητα σε παραγωγούς ΑΠΕ να υπερκεράσουν το πρόβλημα τοπικού κορεσμού των δικτύων, που καθιστά απαγορευτική την υλοποίηση των έργων τους. Μάλιστα, αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι, στο σύνολο των έργων και το τριών cluster, το 80% αφορά μονάδες για τις οποίες οι επενδυτές είχαν εισπράξει από τον ΔΕΔΔΕ αρνητικές απαντήσεις στις αιτήσεις τους για όρους σύνδεσης. Ωστόσο, ο νέος «χώρος» διασφαλίζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε οι επενδυτές να μπορούν πραγματικά να αντεπεξέλθουν χρηματοοικονομικά στη δαπάνη που τους αναλογεί για την επέκταση των γραμμών Μέσης Τάσης.
Όπως και στις εφαρμογές του μοντέλου που θα ακολουθήσουν, στην περίπτωση των 3 cluster, ο ΔΕΔΔΗΕ «ομαδοποίησε» στην έκδοση όρων σύνδεσης ανεξάρτητα φωτοβολταϊκά που εκείνος επέλεξε, και τα οποία προορίζονται για εγκατάσταση στην ίδια γεωγραφική περιοχή. Σε κάθε cluster, οι επενδυτές των μονάδων οι οποίες είναι έτοιμες προς υλοποίηση (καθώς π.χ. έχουν μικρή ισχύ και θα «κλειδώσουν» Τιμή Αναφοράς εκτός διαγωνισμών) θα καταβάλουν άμεσα το κόστος που τους αναλογεί στα έργα επέκτασης.
Από την άλλη πλευρά, ο ΔΕΔΔΗΕ θα καλύψει με ενδιάμεση δική του χρηματοδότηση την επιβάρυνση που αναλογεί στα φωτοβολταϊκά κάθε cluster τα οποία δεν είναι χρηματοοικονομικά «ώριμα», ώστε οι επενδυτές να εξοφλήσουν άμεσα το ποσό που τους αντιστοιχεί (π.χ. επειδή προορίζονται για διαγωνισμό και πρέπει πρώτα να «κλειδώσουν» Τιμή Αναφοράς). Στην περίπτωση που «ωριμάσουν» στην πορεία χρηματοοικονομικά τα έργα (π.χ. κατακυρώσουν Τιμή Αναφοράς σε διαγωνισμό) ο Διαχειριστής θα λάβει πίσω από τους επενδυτές τη χρηματοδότησή του.
Αντίθετα, αν για οποιονδήποτε λόγο λήξουν άκαρπες οι προθεσμίες των όρων σύνδεσης (π.χ. επειδή ένα έργο δεν προκρίθηκε στον διαγωνισμό), τότε τη θέση της μονάδας στο cluster θα πάρει κάποιο φωτοβολταϊκό από τους επιλαχόντες στη λήψη όρων σύνδεσης. Έτσι, ο επενδυτής θα πληρώσει στον ΔΕΔΔΗΕ το ποσό που ο Διαχειριστής προκατέβαλε για το έργο που αντικατέστησε. Μάλιστα, με δεδομένη την πολύ μεγάλη «δεξαμενή» επιλαχόντων, είναι βέβαιο ότι ο ΔΕΔΔΗΕ θα πάρει πίσω τη χρηματοδότησή του, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η φόρμουλα αυτή συνιστά σημαντική αλλαγή της φιλοσοφίας ανάπτυξης του δικτύου διανομής από τον ΔΕΔΔΗΕ, καθώς δίπλα στην ενίσχυση των υποδομών για την κάλυψη των καταναλώσεων, γνώμονας για τις ανάγκες επέκτασης γίνεται πλέον και η υποστήριξη της αποκεντρωμένης ηλεκτροπαραγωγής. Παράλληλα, ο Διαχειριστής είναι διπλά κερδισμένος από το νέο μοντέλο, καθώς πέρα από το εργολαβικό του κέρδος από τα έργα επέκτασης, υλοποιεί επίσης αναβαθμίσεις του δικτύου, χωρίς κατ΄ ουσίαν να δαπανά ίδια κεφάλαια.