
Συστατικό στοιχείο του νέου τοπίου που διαμορφώνεται στην αγορά ενέργειας και καθορίζεται από την αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ, συνιστούν οι μηχανισμοί διαθέσιμης ισχύος, διασφαλίζοντας τόσο την εύρυθμη ενσωμάτωση της «πράσινης» ενέργειας, όσο και την βιωσιμότητα των συμβατικών μονάδων που συνεισφέρουν την κρίσιμη «αδράνεια» στο σύστημα.
Τα παραπάνω υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο Γενικός Διευθυντής του ΕΣΑΗ, Δρ Γιώργος Στάμτσης, μιλώντας την περασμένη Πέμπτη στο συνέδριο X Energy Exchange. Σημειώνεται ότι οι μηχανισμοί διαθέσιμης ισχύος γνωρίζουν πλατιά εφαρμογή ανά την Ευρώπη με χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Πολωνία, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο να έχουν ήδη θεσπίσει σχετικά σχήματα ενώ σε φάση σχεδιασμού βρίσκονται άλλες χώρες όπως Σουηδία, Ελλάδα, Λετονία και Λιθουανία.
«Από το καλοκαίρι του 2024 και μετά, οι αγορές δυναμικότητας δεν θεωρούνται πλέον εργαλείο έσχατης ανάγκης ή καθαρά κρατική ενίσχυση. Αντίθετα, αντιμετωπίζονται ως δομικό στοιχείο των ευρωπαϊκών αγορών ηλεκτρισμού, ήδη από την εκκίνησή τους. Αυτό διευκολύνει σημαντικά την ενσωμάτωσή τους στο υφιστάμενο τοπίο», επισήμανε ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Υπενθυμίζεται ότι ο εν λόγω μηχανισμός έγκειται στην δημιουργία μιας αγοράς που μέσω ετήσιων δημοπρασιών, ευέλικτες μονάδες θα μπορούν να διεκδικήσουν αποζημίωση για την ισχύ που δεσμεύονται να παράσχουν στο σύστημα.
Η διατήρηση «εφεδρείας» αναδεικνύεται εξαιρετικά κρίσιμη για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος καθώς πρόκειται ουσιαστικά για «εφεδρείες» του συστήματος που αντισταθμίζουν την στοχαστική παραγωγή των ΑΠΕ, μετριάζοντας ακολούθως και τον αντίκτυπο στην διαμόρφωση των τιμών. Μάλιστα, αυτό πλέον αποτυπώνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τα αρμόδια όργανα να επιχειρούν παρεμβάσεις για την απλοποίηση της διαδικασίας σε σχέση με το παρελθόν.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, η απλοποίηση κινείται σε δύο βασικές κατευθύνσεις με την μεν Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θέτει υπό επανεξέταση το σύνολο των μηχανισμών ώστε να διακρίνει ποιοι χρειάζονται έγκριση της DG COM και ποιοι όχι υπό το πρίσμα και της νέας πλέον «θέσης» που κατέχουν στην ενεργειακή πραγματικότητα τέτοια εργαλεία.
Παράλληλα, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) με τον Ευρωπαϊκό Διαχειριστή ENTSO-E επανεξετάζουν την μεθοδολογία καθορισμού των μηχανισμών προκειμένου να καταλήξουν σε μια απλούστερη «φόρμουλα» καθορισμού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι υπό τις σημερινές συνθήκες διείσδυσης των ΑΠΕ και πολλώ δε μάλλον σε συνθήκες ακόμη υψηλότερων μεριδίων ΑΠΕ (τύπου 80 και 85%), οι εν λόγω μηχανισμοί αναδεικνύονται σε «σανίδα σωτηρίας» για τις συμβατικές μονάδες προκειμένου να παραμείνουν αναμμένες, στηρίζοντας την ευστάθεια του συστήματος.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η σχετική συζήτηση βρίσκεται σε εξέλιξη (δείτε εδώ και εδώ), αναμένοντας για την ώρα τα αποτελέσματα της μελέτης επάρκειας ισχύος που εκπονεί ο ΑΔΜΗΕ και θα δείξει τις πραγματικές ανάγκες του ηλεκτρικού συστήματος σε βάθος χρόνου. Η μελέτη αναμένεται να ολοκληρωθεί περί τα τέλη Μαΐου, δίνοντας στη συνέχεια την σκυτάλη στο Υπουργείο και την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας προκειμένου να σχεδιάσουν τον μηχανισμό που θα σταλεί προς έγκριση στην Κομισιόν.
Ανοικτό ωστόσο παραμένει το ζήτημα πόσο γρήγορα θα γίνει, πράγμα που θα καθοριστεί από τον συνολικότερο σχεδιασμό του ΥΠΕΝ. Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ φέρεται να είχε αποφασίσει να προκρίνει αρχικά την θέσπιση του μηχανισμού ευελιξίας και αργότερα να «τρέξει» τον Μηχανισμό Διαθέσιμης Ισχύος, πράγμα που μένει να φανεί αν θα ακολουθηθεί από την νέα πολιτική ηγεσία ή θα επιλεγεί είτε το αντίστροφο είτε μια προσέγγιση «2 σε 1», προωθώντας παράλληλες ενέργειες και πρωτοβουλίες.
Σε κάθε περίπτωση, όπως επισήμανε ο Γιώργος Στάμτσης, δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η μετατόπιση της συζήτησης από το καθεστώς «energy-only-markets» σε ένα καθεστώς που θα συνδυάζει και σειρά μηχανισμών προς άμβλυνση της αβεβαιότητας και των διακυμάνσεων που συνοδεύουν το «πρασίνισμα» του ηλεκτρικού συστήματος.