
Τα
κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, την ένταξη
νέων έργων ΑΠΕ, την αποθήκευση και την κοινωνική διάσταση της ανάπτυξης
δικτύων ανέδειξε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του
ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, συνομιλώντας στο 7ο Renewable & Storage
Forum του energypress, με τον δημοσιογράφο Γιώργο Φιντικάκη.
Ο κ. Μανουσάκης για το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας –
Κύπρου ανέφερε ότι «το έργο βρίσκεται πλέον σε επίπεδο κυβερνήσεων και
της ίδιας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία συμμετέχει ενεργά, με τον
ίδιο τον Επίτροπο Ενέργειας στις συσκέψεις».
Τόνισε ότι «το τελευταίο διάστημα έγιναν δύο σημαντικά βήματα που επιτρέπουν τη συνέχιση του έργου».
Πρώτον, όπως είπε, «έχουμε την υπόσχεση ότι η σύμβαση παραχώρησης
μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και της θυγατρικής του, Great Sea Interconnector, θα
εγκριθεί άμεσα από τους δύο ρυθμιστές. Αυτό είναι κρίσιμο, γιατί μας
επιτρέπει να αποζημιωθούμε για τα λειτουργικά έξοδα και ταυτόχρονα
ανοίγει τον δρόμο για τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο έργο».
Δεύτερον, σημείωσε ότι «η ΡΑΕΚ προτίθεται να λάβει μια αντίστοιχη
απόφαση εσόδου με αυτή του Έλληνα Ρυθμιστή, μειώνοντας το ρυθμιστικό
ρίσκο για τον ΑΔΜΗΕ».
Ο Πρόεδρος του ΑΔΜΗΕ υπογράμμισε ότι «το επόμενο καθοριστικό βήμα
είναι η έκδοση της απόφασης για τις ταρίφες, ώστε να ενεργοποιηθεί η
εκταμίευση των πρώτων 25 εκατ. ευρώ της Διακρατικής Συμφωνίας».
«Η βούληση της Ελλάδας είναι σαφής: το έργο είναι στρατηγικής
σημασίας και πρέπει να προχωρήσει. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται ενότητα
και μείωση του ρίσκου για τον επενδυτή», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Ο κ. Μανουσάκης επεσήμανε ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εμπλέκεται όλο
και πιο ενεργά στο έργο, κάτι που φαίνεται και από το γεγονός ότι η
Πρόεδρος της Κομισιόν το έχει θέσει ως δεύτερο πιο σημαντικό άξονα της
ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής».
«Η Επιτροπή έχει δεσμεύσει το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό grant που
έχει δοθεί ποτέ για διασυνοριακό έργο — επομένως, έχει και η ίδια ένα
θέμα κύρους να δει το έργο να προχωρά», τόνισε.
«Είμαι βέβαιος ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παίξει θετικό και εποικοδομητικό ρόλο για να προχωρήσει η διασύνδεση», δήλωσε.
Για την ένταξη νέων έργων ΑΠΕ
Αναφερόμενος στις αιτήσεις σύνδεσης έργων ΑΠΕ, ο κ. Μανουσάκης
ανέφερε ότι «τα αιτήματα φτάνουν τα 50 GW — 43,5 GW φωτοβολταϊκά και 6,5
GW αιολικά».
«Αυτή τη στιγμή, υπάρχει ανισορροπία μεταξύ της ζήτησης και της
προσφοράς, καθώς ήδη 33 GW λειτουργούν ή έχουν όρους σύνδεσης, όταν το
ΕΣΕΚ προβλέπει περίπου 27 GW», τόνισε.
Επισήμανε την ανάγκη «ρεαλιστικής προσέγγισης, με βάση τη ζήτηση
και τις δυνατότητες εξαγωγών που δημιουργούν οι νέες διασυνδέσεις», και
συμπλήρωσε ότι «η αποθήκευση θα λειτουργήσει ως καταλύτης, καθώς
μετατοπίζει το φορτίο και απορροφά τη βραδινή αιχμή».
«Η αποθήκευση θα αυξήσει έμμεσα τη ζήτηση και θα βοηθήσει στη βελτίωση της ισορροπίας του συστήματος», υπογράμμισε.
Ο κ. Μανουσάκης ανέφερε ότι «υπάρχουν θετικές εξελίξεις και
ευθυγράμμιση μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και των Φορέων Σωρευτικής Εκπροσώπησης ως
προς την ανάγκη να γίνουν πρόσθετα τεχνικά βήματα για τη διασφάλιση της
ευστάθειας».
Τόνισε ότι «η πρόοδος είναι σημαντική, υπό την προϋπόθεση ότι θα
επιταχυνθούν οι αναγκαίες ρυθμιστικές και νομοθετικές προσαρμογές».
Αναφερόμενος στις τοπικές αντιδράσεις σε έργα ηλεκτρικών δικτύων, ο
κ. Μανουσάκης τόνισε ότι «η ανάγκη να πυκνώσουν τα δίκτυα είναι
τεράστια, όμως οι αντιδράσεις είναι πολυάριθμες και ανομοιογενείς».
«Απαιτείται μια ευρύτερη εκπαίδευση της κοινής γνώμης για τη
σημασία των δικτύων. Δεν μπορούμε να πετύχουμε πράσινη μετάβαση χωρίς
δικτυακές υποδομές», υπογράμμισε.
«Ο ΑΔΜΗΕ λαμβάνει υπόψη τις τοπικές κοινωνίες, αλλά χρειάζεται διάλογος και κοινωνική συμφωνία για να προχωρήσουμε», σημείωσε.
Κλείνοντας, ανέφερε: «Η πράσινη μετάβαση προϋποθέτει ισχυρά και
κοινωνικά αποδεκτά δίκτυα. Είναι ευθύνη όλων — Πολιτείας, φορέων και
κοινωνίας — να διασφαλίσουμε ότι αυτή η μετάβαση θα γίνει με
σταθερότητα, ασφάλεια και συναίνεση».