Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Στη διαβούλευση για το 10ετές πρόγραμμα του ΑΔΜΗΕ συμμετείχε το ΙΕΝΕ

Στην πρόσφατη διαβούλευση του ΑΔΜΗΕ για το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς συμμετείχε το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ).
Όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση, προλογίζοντας τη συμμετοχή του στη διαβούλευση, η οποία έληξε στις 9 Μαρτίου, το Ινστιτούτο τονίζει ότι θεωρεί πολύ σημαντικό το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Συστήματος Μεταφοράς για την εξέλιξη του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας προς καθαρή και προσιτή ηλεκτρική ενέργεια στους καταναλωτές και σε μακροπρόθεσμη βάση για την κοινωνία και την οικονομία. Όπως..
επισημαίνεται, το ενδιαφέρον του ΙΕΝΕ, αναμφίβολα, εστιάζεται κυρίως στην απεξάρτηση του ηλεκτρικού τομέα από το πετρέλαιο και τους πετρελαϊκούς σταθμούς παραγωγής, ιδιαίτερα στο νησιωτικό χώρο, και την απαλλαγή από τις ΥΚΩ, με την ανάπτυξη των κατάλληλων ηλεκτρικών διασυνδέσεων των νησιών με το ηπειρωτικό Σύστημα. 
Τα σχόλια του ΙΕΝΕ σχετικά με το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος Μεταφοράς έχουν ως εξής:
Το Πρόγραμμα περιλαμβάνει την διασύνδεση έξι νησιών των Κυκλάδων που βρίσκεται σε εξέλιξη και την διασύνδεση της Κρήτης. Βασικός στόχος βέβαια είναι η αξιόπιστη διασύνδεση (συνθήκες Ν-1) για την απεξάρτηση από το πετρέλαιο και τους πετρελαϊκούς σταθμούς περιορίζοντας δραστικά τις επιβαρύνσεις ΥΚΩ, ενώ προσφέρεται και η δυνατότητα για μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ.
1. Για την διασύνδεση Κυκλάδων, μετά την ολοκλήρωση της τρέχουσας 1ης φάσης θα ακολουθήσει η 2η και εν συνεχεία η 3η φάση που αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2022. Έτσι, η διασύνδεση αυτή μετά από αλλεπάλληλες μελέτες και αλλαγές χρειάζεται πάνω από τρεις δεκαετίες για να υλοποιηθεί και ασφαλώς δεν αποτελεί ένα καλό προηγούμενο για τις επόμενες. Έτσι, εκτός από αυτήν την μεμονωμένη ενέργεια που διαρκεί πάνω από τριάντα χρόνια δεν διαφαίνεται ότι οι διασυνδέσεις θα επεκταθούν και στα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων (πχ. Μήλος, Σαντορίνη κτλ.), κάτι που κρίνεται αναγκαίο, ενώ θα έπρεπε από την αρχή να μελετηθεί η συνολική λύση για να υλοποιείται τμηματικά.
2. Η διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό Σύστημα που άρχισε να μελετάται από τα μέσα της δεκαετίας του 80’, χωρίς να ακολουθήσει κάποια αξιόλογη πρόοδος προς ώριμες λύσεις πέραν της διερεύνησης και καταγραφής των προβλημάτων. Η όλη ανάλυση και λεπτομερής περιγραφή στο Πρόγραμμα καταδεικνύει τις μεγάλες δυσκολίες του έργου, ενώ προβλέπεται να αποπερατωθεί σε 9 χρόνια σύμφωνα με το πρόγραμμα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και η διασύνδεση της Κρήτης ακολουθεί το μοντέλο υλοποίησης της διασύνδεσης των Κυκλάδων, οπότε και ο χρόνος υλοποίησης δεν κρίνεται ρεαλιστικός, θα απαιτηθούν πολύ περισσότερα χρόνια. Καθώς αναμένονται μεγάλα οφέλη από την διασύνδεση της Κρήτης κρίνεται αναγκαίο να επικεντρωθούν οι προσπάθειες προς την τελική λύση (εγκαταλείποντας τις προσωρινές και πρόχειρες λύσεις) ακολουθώντας την διεθνή πρακτική που θα συμβάλλει και στην συντόμευση του χρόνου υλοποίησης του έργου διασύνδεσης. 
3. Η διασύνδεση της Κρήτης είναι ένα από τα δυσκολότερα και υψηλού κόστους έργα διεθνώς, οπότε απαιτείται και η ανάλογη αντιμετώπιση. Ένα επιτυχημένο μοντέλο υλοποίησης των μεγάλων και δύσκολων έργων διεθνώς είναι η ανάθεση (μετά από διεθνή διαγωνισμό) της μελέτης και επίβλεψης κατασκευής σε έναν έμπειρο Τεχνικό Σύμβουλο για την έγκαιρη και άρτια υλοποίηση εντός του καθορισμένου χρόνου και προϋπολογισμού, όπως γίνονταν παλαιότερα όλα τα μεγάλα έργα εξηλεκτρισμού, πολύ δε περισσότερο όταν δεν υπάρχει εγχώριο “ know- how” τέτοιων έργων. Είναι ένα έργο για τα επόμενα 40 ή 50 χρόνια και απαιτείται υψηλή αξιοπιστία και ασφαλής λειτουργία, περιορίζοντας τα ρίσκα στις ειδικές γεωτεκτονικές συνθήκες της περιοχής.
Η διασύνδεση της Κρήτης ουσιαστικά αποτελεί επέκταση του Ευρωπαϊκού διασυνδεδεμένου συστήματος, καθώς προβλέπεται η διασύνδεση Κύπρου και Ισραήλ ( EuroAsia Interconnector) και μελλοντικά της Αιγύπτου και Λιβύης, ενώ ανοίγει και ο δρόμος για την διασύνδεση των Δωδεκανήσων, που θα εξελιχθεί σε ένα “ Super Grid” του Νότου. Η διασύνδεση πρέπει να παρέχει ευελιξία στην διακίνηση των φορτίων σε αμφότερες τις κατευθύνσεις και λόγω των ΑΠΕ και της λειτουργίας των αγορών, οπότε η τεχνολογία ( state- of the art) HVDC με VSC κρίνεται ως η πλέον κατάλληλη, ενώ συνιστάται εκτός από την προμήθεια και εγκατάσταση του εξοπλισμού να ανατεθεί και η συντήρηση για τα πρώτα πέντε χρόνια. Η ανάθεση της μελέτης και επίβλεψης σε έμπειρο Τεχνικό Σύμβουλο, πλην των καλύτερων τεχνικών επιλογών και καλής διαχείρισης του έργου, θα συμβάλλει ακόμη στην μείωση του χρόνου υλοποίησης της διασύνδεσης (ακόμη και σε 7 χρόνια) και κυρίως στην χρηματοδότηση του έργου με τους καλύτερους όρους. Όπως αναμένεται ο προϋπολογισμός αυτής της διασύνδεσης ξεπερνά την σημερινή περιουσία του ΑΔΜΗΕ και αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να υπερδιπλασιασθούν τα τέλη χρήσης δικτύου μεταφοράς επιβαρύνοντας τους καταναλωτές. Αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσει ο Σύμβουλος στα πλαίσια των ισχυουσών σχετικών ρυθμίσεων με τις χρηματοδοτήσεις της επένδυσης και τις ΥΚΩ, ώστε τελικά η επιβάρυνση να περιορισθεί στις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης.

 http://energypress.gr

Αρχειοθήκη ιστολογίου