Δευτέρα 18 Μαΐου 2020

Μ. Παναγιωτάκης: Οταν στη ΔΕΗ η επικοινωνία συγκρούεται με την πραγματικότητα


  
Με την ανακοίνωση, τέλη Απριλίου, των οικονομικών αποτελεσμάτων της ΔΕΗ για το 2019 ο υπουργός κ. Χατζηδάκης θεώρησε σκόπιμο να επαναλάβει τη γνωστή αναφορά ότι δήθεν η ΔΕΗ είχε φτάσει το α' εξάμηνο του 2019 στα όρια της καταστροφής, παρά το γεγονός ότι το διάστημα αυτό η ΔΕΗ είχε λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) 108,6 εκατ., όπως
ανακοινώθηκε επίσημα τον Σεπτέμβριο από την παρούσα διοίκηση.

Ως γνωστόν, το αφήγημα της καταστροφής της ΔΕΗ βασίστηκε στο περιβόητο mail της τότε γενικής διευθύντριας Οικονομικού, το οποίο διέρρευσε, έγινε πρωτοσέλιδο σε συγκεκριμένη μερίδα του Τύπου και κατέστη προεκλογικό «viral».
Πέρα από την αντιεπαγγελματική συμπεριφορά αυτού ή αυτής που το διοχέτευσε, με κίνητρο προφανώς το διαφαινόμενο εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά και πέρα από την πολιτική εκμετάλλευσή του που έπληξε τη Δημόσια Επιχείρηση και τους μετόχους της, ας σταθούμε στην ουσία του περιεχομένου του συγκεκριμένου εγγράφου.
Σύμφωνα λοιπόν με το mail, από την επανεκτίμηση του εκτελούμενου προϋπολογισμού προέκυψε ότι η λειτουργική κερδοφορία της ΔΕΗ το 2019 θα ήταν μειωμένη κατά 300 εκατ. έναντι της προϋπολογισθείσας, συνεπεία κυρίως εξωγενών παραγόντων, όπως η μεγάλη αύξηση των δικαιωμάτων CO2 και η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου.
Προφανώς αυτή η επανεκτίμηση συνιστούσε σήμα για λήψη μέτρων για βελτίωση της κερδοφορίας στα αναγκαία επίπεδα, πράγμα για το οποίο η διοίκηση είχε πλήρη επίγνωση. Είναι γνωστές οι δημόσιες τοποθετήσεις μας, ότι η πολιτική της μη μετακύλισης στην κατανάλωση των επιβαρύνσεων του κόστους της ΔΕΗ από τους εξωγενείς παράγοντες έχει φτάσει στα όριά της. Ο ισχυρισμός, ωστόσο, για σενάριο καταστροφής είναι παντελώς αβάσιμος και η εκφώνησή του μη επιτρεπτή προκειμένου για μια επιχείρηση-εθνικό κεφάλαιο, ακόμη και για προεκλογικές σκοπιμότητες.
Για μια επιχείρηση με 6.800.000 πελάτες και ετήσιο κύκλο εργασιών πλέον των 4,5 δισ. μείωση της κερδοφορίας κατά 300 εκατ., δηλαδή λιγότερο από το 7% του τζίρου της συνεπεία εξωγενών παραγόντων, είναι απολύτως ελεγχόμενη. Γι' αυτό εξάλλου οι οικονομικοί αναλυτές δεν συμμερίστηκαν ούτε κατά διάνοια την «εκτίμηση» της καταστροφής. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στην τακτική Γ.Σ. της 25ης Ιουνίου 2019, στην οποία παρουσιάστηκαν εκτενώς οι εκτιμήσεις της διοίκησης για την κατάσταση της επιχείρησης και τις προοπτικές, ο απολογισμός εγκρίθηκε σχεδόν παμψηφεί.
Για την κάλυψη της απόκλισης των 300 εκατ. χρειαζόταν απλά μια μικρή σχετικά αύξηση των τιμολογίων 7% (όσο η προηγηθείσα μείωση του ΦΠΑ), με ανέπαφη την έκπτωση συνέπειας στο 10%! Παράλληλα χρειαζόταν η καθιέρωση ρήτρας αυτόματης αναπροσαρμογής για την αντιμετώπιση της επίδρασης των έντονων διακυμάνσεων μη ελεγχόμενων από την επιχείρηση εξωγενών παραγόντων, όπως οι τιμές των καυσίμων και των δικαιωμάτων CO2.
Η ορθότερη ρήτρα είναι αυτή της οριακής τιμής, δεδομένου ότι αντικατοπτρίζει το σύνολο των συνιστωσών του μεταβλητού κόστους παραγωγής. Μάλιστα αν είχε υιοθετηθεί αυτή η ρήτρα, σήμερα, που η οριακή τιμή έχει καταρρεύσει, τα τιμολόγια της ΔΕΗ θα είχαν σοβαρή μείωση.
Αυτή ήταν η αναγκαία προσαρμογή των τιμολογίων της ΔΕΗ. Εναντι αυτής αποφασίστηκαν τον Σεπτέμβριο υπερβολικές αυξήσεις, συρρίκνωση της έκπτωσης συνέπειας στο 5% και ρήτρα CO2. Οι συνεπείς πελάτες της ΔΕΗ βλέπουν τους λογαριασμούς τους αυξημένους στο ανταγωνιστικό σκέλος πάνω από 20%!
Τα μέτρα αυτά υποτίθεται ότι ήταν αναγκαία για την επιτευχθείσα «σωτηρία» της ΔΕΗ. Τι ήταν αναγκαίο αναλύθηκε προηγουμένως. Στην πραγματικότητα, πέραν της επιβάρυνσης των καταναλωτών, η ΔΕΗ αντί να έχει όφελος υφίσταται σοβαρή ζημία, καθώς πολλοί από τους πιο συνεπείς πελάτες της στρέφονται προς τον ανταγωνισμό, η δε εισπραξιμότητά της μειώθηκε επικίνδυνα πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση του κορονοϊού.
Σε ό,τι αφορά το αφήγημα της «σωτηρίας», την απάντηση δίνει το έγγραφο των υπηρεσιών της ΔΕΗ με ημερομηνία 12 Αυγούστου 2019, που έφερε στο φως της δημοσιότητας η «Εφ.Συν.» του Σαββατοκύριακου 2-3 Μαΐου σε σημείωμά της με τον εύγλωττο τίτλο «Η λαθροχειρία της διάσωσης της ΔΕΗ». Από το έγγραφο προκύπτει ότι οι υπηρεσίες της ΔΕΗ προέβλεπαν λειτουργική κερδοφορία για το 2019 286 εκατ. Εναντι αυτής, μετά τα περιβόητα μέτρα, σημειώθηκε κερδοφορία 333 εκατ., δηλαδή αύξηση 47 εκατ. Αυτό έγειρε την πλάστιγγα και η ΔΕΗ ανέκαμψε! Τα σχόλια περιττεύουν.
Προκύπτει το συμπέρασμα ότι στόχος των υπερβολικών αυξήσεων δεν ήταν άλλος από τη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ. Αυτό αποδεικνύεται και από την εμμονή σήμερα της διατήρησης των τιμολογίων σε απαράδεκτα ύψη, ενώ το κόστος έχει μειωθεί πολύ λόγω της κατάρρευσης των τιμών των καυσίμων. Με την κρίση η οριακή τιμή κυμαίνεται κάτω από 40 ή και 30 σεντς την KWH, όταν πέρσι ήταν κατά μέσον όρο 63,4 σεντς.
Στο αφήγημα της καταστροφολογίας και της σωτηρίας προσχώρησε ατυχώς και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, παραγνωρίζοντας τις επίσημες τοποθετήσεις της προκατόχου του διοίκησης ενώπιον των μετόχων. Οι πολιτικοί με τα αφηγήματά τους έχουν τις δικές τους σκοπιμότητες και «αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη». Ο πρόεδρος όμως μιας επιχείρησης σαν τη ΔΕΗ απευθύνεται στους μετόχους, στην επενδυτική κοινότητα γενικότερα, στους πελάτες και στους εργαζομένους. Και εκεί η ευθύνη είναι εντελώς διαφορετική. Ο δε κλονισμός της αξιοπιστίας έχει σοβαρότατες επιπτώσεις.

*Τέως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ

Αρχειοθήκη ιστολογίου