Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2020

Απόσυρση Μονάδων Άνθρακα - Ποιό είναι το σχήμα αποζημιώσεων στο οποίο κατέληξε η Γερμανία

 
Μετά από πολυετείς αναλύσεις, έντονες διαβουλεύσεις και την παρέλευση 18 μηνών από την εισήγηση της ειδικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε, το Γερμανικό Κοινοβούλιο θέσπισε στις 3 Ιουλίου 2020 το νομοθετικό πλαίσιο για την απόσυρση των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα, η δυναμικότητα των οποίων υπερβαίνει τα 44 GW. Η διαδικασία (coal phase out) θα ολοκληρωθεί το αργότερο έως το 2038.
Το επίμαχο νομοθέτημα, γνωστό διεθνώς ως «coal exit law», θεσπίζει την καταβολή αποζημίωσης, μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών (least cost auctions), για την απόσυρση μονάδων λιθάνθρακα.  Για τις λιγνιτικές μονάδες, εισάγει διαφορετική προσέγγιση, προκρίνοντας την απευθείας αποζημίωση των 4 εταιρειών παραγωγής, με σταθερή (μη κυμαινόμενη) μοναδιαία τιμή. Η εν λόγω μεθοδολογία, που έχει επικριθεί για έλλειψη διαφάνειας και ανεπαρκή αιτιολόγηση, εξετάζεται ενδελεχώς από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 
Ενδεικτικά, η RWE με μονάδες στη δυτική Γερμανία θα λάβει 2.6 δις € για να αποσύρει τις μονάδες της, με την παύση 3 GW έως τα τέλη του 2022. Αντίστοιχα, η LEAG (EPH), με μονάδες στην ανατολική πλευρά, θα λάβει 1.75 δις €, με μεταγενέστερο χρονισμό αποσύρσεων, ενώ ένα τμήμα της αποζημίωσης θα διοχετευτεί σε εθνικό ταμείο για την ενεργειακή μετάβαση. 
Η ετερογενής αντιμετώπιση εδράζεται στις ιδιαιτερότητες των δύο κατηγοριών άνθρακα (hard vs. brown coal), τα χαρακτηριστικά των αντίστοιχων μονάδων, και κυρίως τις διαφοροποιημένες οικονομικές επιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες. Ειδικότερα, τα ορυχεία λιγνίτη αποτελούν σημείο αναφοράς των τοπικών οικονομιών, σε αντιδιαστολή με τον λιθάνθρακα, που σε σημαντικό ποσοστό, εισάγεται. 
Ο νέος νόμος προβλέπει επίσης την ενίσχυση των περιοχών άνθρακα με 40 δις ευρώ. Κάποιες λεπτομέρειες εξειδικεύτηκαν περαιτέρω στη συμφωνία που υπεγράφη στο Βερολίνο στις 27 Αυγούστου, μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων κυβερνητικών οργάνων (federal and state governments). Υπάρχει επίσης ρητή αναφορά στην καταβολή μισθολογικών αναπροσαρμογών, της τάξης των 5 δις € σε βάθος χρόνου (έως το 2048),  ιδίως για ηλικιωμένο προσωπικό σε ορυχεία και μονάδες, ώστε να εξομαλυνθούν οι επιπτώσεις από την απώλεια θέσεων εργασίας. Παράλληλα, αντιμετωπίζονται ζητήματα που αφορούν επιπτώσεις στη βιομηχανία, τη συμπαραγωγή, το σχήμα εμπορίας ρύπων (ETS) αλλά και μια νέα μονάδα άνθρακα. 
Επισημαίνεται ότι πλήθος παραμέτρων του σχεδίου απόσυρσης πυροδότησαν αντιδράσεις και δικαστικές προσφυγές σε εθνικό επίπεδο, παρά το ευρύτατο φάσμα των τροποποιήσεων που ενσωματώθηκαν. Το πιο βασικό ωστόσο, είναι ότι εκκρεμεί η έγκριση του σχήματος από την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επισημαίνεται ότι το 2016 είχε εγκριθεί σχήμα στήριξης για τη θέση σε ψυχρή εφεδρεία (strategic reserve) λιγνιτικών μονάδων στη Γερμανία, ενώ ακολούθησε η αποζημίωση με 52.5 εκατ. € της Vattenfall για την παύση της μονάδας Hemweg 8 στην Ολλανδία. 
Στατιστικά Στοιχεία 
Σύμφωνα με στοιχεία της δεξαμενής σκέψης Ember, η αξιοποίηση των μονάδων άνθρακα έχει πλέον υποχωρήσει στο 24% κατά μέσο στην Ευρώπη. Η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν επισπεύσει κατά 1 έτος την πλήρη απόσυρση μονάδων άνθρακα έως τα έτη 2022 και 2024 αντιστοίχως. Μάλιστα στην Αγγλία, η παραγωγή από άνθρακα έχει ήδη συρρικνωθεί, αποτελώντας μόλις το 3% στο 1ο τρίμηνο του 2020. Στην Γερμανία, οι μονάδες λιθάνθρακα σημείωσαν μερίδιο 9% στην παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια το 2019. Επισημαίνεται ότι η παραγωγή από μονάδες άνθρακα σημείωσε πτώση 26% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, ενώ οι ΑΠΕ εμφάνισαν άνοδο 14% και το φυσικό αέριο 10%. 
Χρονοδιάγραμμα Απόσυρσης
Η απόσυρση των μονάδων άνθρακα στη Γερμανία θα υλοποιηθεί με 3 βασικά ορόσημα. 
α) 15 GW μονάδων λιθάνθρακα και 15 GW λιγνιτικών έως το τέλος του 2022. Αναθεωρήθηκαν έτσι σε χαμηλότερα επίπεδα οι στόχοι των 22.8 GW και 21.1 GW που είχαν προταθεί το 2019.
β) 8 GW λιθάνθρακα και 9 GW λιγνιτικών απομένουν έως το 2030. 
γ) Έως το τέλος του 2038, το αργότερο, θα έχει ολοκληρωθεί η απόσυρση όλης της δυναμικότητας μονάδων άνθρακα. 
Θα διενεργηθούν 3 ενδιάμεσες αξιολογήσεις (τα έτη 2026, 2029 και 2032), ώστε να κριθεί αν η απόσυρση μπορεί να υλοποιηθεί νωρίτερα.  Αρχικός στόχος ήταν η απόσυρση ισχύος ανά έτος να είναι ισόποση, δηλαδή να εμφανίζει ομοιόμορφη κατανομή διαχρονικά, αλλά συνδυαστικά για τις δύο κατηγορίες άνθρακα. Αν π.χ. η δυναμικότητα λιγνιτικών που αποσυρθεί είναι μειωμένη κάποιο έτος, αυτή να μπορεί να αντισταθμίζεται από λιθάνθρακα.
Σχήμα Δημοπρασιών για Απόσυρση Μονάδων Λιθάνθρακα 
Στο διάστημα 2020 έως 2027, θα διενεργηθεί μια σειρά δημοπρασιών (8 κατ’ εκτίμηση) από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή (Bnetza) της Γερμανίας. Οι δημοπρασίες θα εμφανίζουν φθίνον ανώτατο τίμημα (price ceiling), ώστε να δημιουργηθεί κίνητρο για την απόσυρση λιθανθρακικών μονάδων το συντομότερο δυνατό. H τελική αποζημίωση που θα καταβληθεί σε κάθε μονάδα θα λάβει υπόψη το ύψος της προσφοράς που υπέβαλε και τα επίπεδα εκπομπών CO2 που την χαρακτηρίζουν.  Ο ρυθμιστής ανακοίνωσε ότι θα διεξάγει την πρώτη δημοπρασία την 1η Σεπτεμβρίου 2020, με την επιφύλαξη να μετατεθεί, πιθανόν για τον Δεκέμβριο, εάν το σχήμα δεν λάβει την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το αργότερο 1 εβδομάδα πριν την ημερομηνία διεξαγωγής. 
Μεταξύ των πολυάριθμων παραμέτρων του νομοσχεδίου, που αποτέλεσαν σημείο τριβής, ήταν και τα ανώτατα όρια  αποζημιώσεων. Εν τέλει, τα ανώτατα όρια αυξήθηκαν κατά 20 έως 33 χιλιάδες ευρώ/MW, συγκριτικά με προσχέδια. Παράλληλα ωστόσο, συμπτύχθηκαν οι προβλεπόμενοι χρόνοι απόσυρσης.  Ενδεικτικά, οι μονάδες που θα επιλεγούν το 2021 θα έχουν προθεσμία 8 μηνών για να παύσουν τη λειτουργία τους, αντί για 10 μήνες. Αντίστοιχα, για τη δημοπρασία του 2022, η προθεσμία θα είναι 16 μήνες, ενώ επαυξάνεται σε 30 μήνες για δημοπρασίες των ετών 2026 και 2027.  
Για λόγους ασφάλειας εφοδιασμού, αποκλείονται από την 1η δημοπρασία μονάδες του νότου, έτσι ώστε, αν καθυστερήσει η επέκταση του δικτύου να μην προκληθούν αρρυθμίες.  Αν οι δημοπρασίες του 2022 και 2023 δεν αναδείξουν αρκετούς επιτυχόντες,  θα εφαρμοστούν επιβεβλημένες αποσύρσεις με βασικό κριτήριο την ηλικία των μονάδων. Για το διάστημα 2027-38, λίστα μονάδων για επιβεβλημένη απόσυρση θα καθοριστεί από τον ρυθμιστή με βάση το έτος λειτουργίας των μονάδων. Μια κρίσιμη παράμετρος που ελήφθη υπόψη στο χρονοδιάγραμμα είναι η απόσυρση των πυρηνικών μονάδων, ώστε στη διετία που θα ακολουθήσει να μην εφαρμοστεί επιθετική απόσυρση μονάδων άνθρακα.  
Επιγραμματικά, η 1η δημοπρασία, που θα διεξαχθεί τον Σεπτέμβριο του 2020, θα αφορά ισχύ 4 GW και μέγιστη αποζημίωση 165.000 €/MW. Η 1η δημοπρασία του 2021 αφορά 1.5 GW, συν τυχόν εναπομείνουσα ποσότητα από την προηγούμενη δημοπρασία, και μέγιστη αποζημίωση 155.000 €/MW. Μια δεύτερη δημοπρασία το καλοκαίρι του 2021 θα αφορά αποσύρσεις έως το 2023 και μέγιστη αποζημίωση 116.000 €/MW. Δημοπρασίες που θα διενεργηθούν στα επόμενα έτη θα έχουν μέγιστη αποζημίωση με πτωτικά επίπεδα (των 107, 98 και 89 χιλιάδων €/ΜW). 
Αντιδράσεις και Ευρωπαϊκή έγκριση 
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θεωρούν ότι το πρόγραμμα απόσυρσης που θεσμοθετήθηκε αποκλίνει σημαντικά από τις δεσμεύσεις της συνθήκης του Παρισιού και αποζημιώνει πλήθος παρωχημένων και ρυπογόνων μονάδων, που θα έπρεπε να έχουν ήδη αποσβεστεί. Από την άλλη πλευρά, οι εταιρείες παραγωγής θα ήθελαν υψηλότερες και πιο άμεσες αποζημιώσεις. Ενδεικτικά, η RWE εκτιμά ότι θα σημειώσει ζημίες 900 εκατ. € από το σχήμα που νομοθετήθηκε.  Επιπρόσθετα, στις 30 Ιουλίου η εταιρεία παραγωγής STEAG, με έδρα το Έσσεν, υπέβαλε δικαστική προσφυγή, διατυπώνοντας την ένσταση της για το γεγονός ότι οι μονάδες της είτε θα πρέπει να συμμετάσχουν στη δημοπρασία που θα διεξαχθεί τον Σεπτέμβριο, με ελάχιστο χρόνο αντίδρασης, ή να αποδεχθούν το γεγονός ότι θα τους επιβληθεί απόσυρση χωρίς αποζημίωση μετά το 2027.  
Η εταιρεία αιτείται την επαύξηση του όγκου της 1ης δημοπρασίας κατά 20% και την τροποποίηση των όρων τους, ώστε το τίμημα να οριστικοποιείται αργότερα, βάσει δεδομένων της αγοράς. Εταιρείες παραγωγής που λειτουργούν με εισαγόμενο λιθάνθρακα επίσης εκδήλωσαν αντιδράσεις, θεωρώντας ότι αντιμετωπίζουν ασύμμετρες συνθήκες συγκριτικά με την RWE και την Uniper, οι οποίες αντλούν λιθάνθρακα από ορυχεία δίπλα στις μονάδες τους.  
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που εξετάζει την κοινοποίηση του γερμανικούς σχήματος θα πρέπει να αποφανθεί για πλήθος επιμέρους ζητημάτων, ιδίως αν το σχήμα προκαλεί στρέβλωση στην ενιαία αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αν οι αποζημιώσεις είναι εύλογες, αν λαμβάνουν υπόψη τα τρέχοντα δεδομένα της αγοράς, και αν οι μονάδες θα σημείωναν ούτως ή άλλως απώλειες εφόσον συνέχιζαν τη λειτουργία τους, οπότε και θα αποσύρονταν για οικονομικούς λόγους. 
Σε ανάλυση της ICIS, που δημοσιεύτηκε στις 12 Αυγούστου, εκτιμήθηκε ότι οι μονάδες λιθάνθρακα που είχαν κατασκευαστεί πριν το 1990, δυναμικότητας της τάξης των 10 GW, θα εμφάνιζαν λιγότερα κέρδη από την αγορά στο διάστημα 2021-2030, υπό ένα ευρύ φάσμα παραδοχών και σεναρίων, συγκριτικά με το ενδεχόμενο να επιτύχουν τη μέγιστη επιτρεπόμενη αποζημίωση στις δημοπρασίες. Ο ανταγωνισμός που θα εκδηλωθεί επομένως είναι κρίσιμος, όχι μόνο για το τελικό ύψος του τιμήματος αλλά και για το εύλογο της αποζημίωσης.  Οι πιο αποδοτικές και ευέλικτες μονάδες, που κατασκευάστηκαν μετά το 2000 θα παρέμεναν πιο επικερδείς στην αγορά συγκριτικά με την ανώτατη αποζημίωση που έχει θεσπιστεί. Κρίσιμη παραδοχή στην μελέτη είναι ότι η τιμή CO2 θα ανέλθει στα 40 €/tn ήδη από το 2023. 
Συμπληρωματικά Θέματα 
1. Νέα Επένδυση. Ο νόμος απόσυρσης μονάδων άνθρακα αντιμετωπίζει το θέμα της νέας μονάδας της Uniper, κεφαλαιουχικού κόστους 1.5 δις ευρώ (Datteln 4), που τέθηκε σε λειτουργία κατά τη φετινή θερινή περίοδο, προκαλώντας σημαντικές αντιδράσεις. Ειδικότερα, ενώ ο νόμος απαγορεύει νέες μονάδες άνθρακα, εξαιρεί την περίπτωση που η περιβαλλοντική άδεια είχε εκδοθεί πριν την ημερομηνία εφαρμογής του.
2. Σχήμα ETS. Ο νόμος προβλέπει επίσης την ακύρωση των δικαιωμάτων εκπομπών CO2 που συναρτώνται με τις μονάδες άνθρακα, εφόσον δεν έχουν ήδη αποσυρθεί μέσω της αναπροσαρμογής του μηχανισμού Market Stability Reserve, που τέθηκε σε ισχύ το 2019. Η ποσότητα και ο χρονισμός της ακύρωσης θα προκύψουν μετά από ανεξάρτητες εκθέσεις, στις οποίες θα συμμετέχουν τα Υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών. 
3. Αντισταθμιστικά Μέτρα για τη βιομηχανία. Από το 2023, η βιομηχανία υψηλής ενεργειακής έντασης που είναι εκτεθειμένη σε διεθνή ανταγωνισμό, θα μπορεί να λαμβάνει εύλογη ετήσια αποζημίωση για τα πρόσθετα κόστη ενέργειας που απορρέουν από το κλείσιμο των μονάδων άνθρακα. 
4.  Κίνητρο για ΣΗΘΥΑ. Τροποποιήσεις θεσπίζονται και στο πλαίσιο που διέπει το λεγόμενο «coal replacement bonus», που αφορά μονάδες συμπαραγωγής. Η αντικατάσταση του άνθρακα από εναλλακτικές πηγές, όπως βιομάζα, βιοαέριο ή απόβλητα, θα συνεπάγεται καταβολή 5-390 €/ ΚW, ανάλογα και με τον χρόνο έναρξης λειτουργίας των μονάδων. Ειδικό premium προβλέπεται για την εφαρμογή καινοτομίας στην συμπαραγωγή, ειδικά όταν η θερμότητα προέρχεται από ΑΠΕ σε υψηλό ποσοστό, με διαδικασίες υψηλής απόδοσης και χαμηλών ρύπων.        
Συνεκτικότητα και Προκλήσεις 
Ο νόμος απόσυρσης μονάδων άνθρακα που θέσπισε το Γερμανικό Κοινοβούλιο αποτυπώνει μια συνεκτική και συγκροτημένη προσέγγιση, με αρκετά σαφείς παραμέτρους, μηχανισμούς, και χρονοδιαγράμματα, δοθείσης της πολυπλοκότητας και της κλίμακας του εγχειρήματος. Αντανακλά τις επιλογές μια χώρας που εργάστηκε μεθοδικά για τη στήριξη των εταιρειών και της βιομηχανίας της, επιδεικνύοντας πιο υποτονική προσήλωση στους περιβαλλοντικούς στόχους συγκριτικά με πολλές άλλες. Παράλληλα, έδρασε εγκαίρως, πριν την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού πλαισίου των κρατικών ενισχύσεων, και συντονισμένα, όχι αποσπασματικά, αντισταθμίζοντας τα τρωτά σημεία της πολιτικής της.  Δεν είναι τυχαίο ότι προώθησε μια φιλόδοξη στρατηγική υδρογόνου, προσανατολίζοντας τη βιομηχανία της σε υποδομές κατάλυσης μεγάλης κλίμακας, ενώ παράλληλα προέκρινε σταθερές αποζημιώσεις για τις λιγνιτικές της μονάδες, χωρίς να θεσπίσει καν διεξαγωγή δημοπρασιών, έστω για το τυπικό σκέλος του σχήματος στήριξης.    
Η διαδικασία απόσυρσης δεν είναι στατική. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα αξιολογεί την πορεία των δημοπρασιών και τις επιπτώσεις τους στην ενεργειακή ασφάλεια, στην παροχή θερμότητας, και στις αγορές ενέργειας. Η επιτροπή εμπειρογνωμόνων που καταρτίζει την ετήσια έκθεση της ενεργειακής μετάβασης επίσης θα αξιολογεί το πόρισμα της κυβέρνησης και θα υποβάλει προτάσεις βελτίωσης.  
Το νομοσχέδιο αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στη σταθερότητα θεσμικού πλαισίου και περιέχει μηχανισμούς κινήτρων και αντικινήτρων. Ωστόσο, δημοπρασίες μπορεί να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν αν τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλεια εφοδιασμού, όπως είναι εύλογο. Παράλληλα, η απευθείας αποζημίωση λιγνιτικών μονάδων, χωρίς αναπροσαρμογή του τιμήματος στη δυναμική των αγορών ενέργειας, και η εφαρμογή δημοπρασιών μόνο για τον λιθάνθρακα, έχει προκαλέσει προβληματισμό ως προς την διαφάνεια και την οικονομική αποτελεσματικότητα της μετάβασης.  
Με τα δεδομένα αυτά, η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδεικνύεται πιο σύνθετη από ότι είχε εκτιμηθεί. Η πορεία του γερμανικού φακέλου σηματοδοτεί ότι τα νέα σχήματα στήριξης οφείλουν να είναι πιο τεκμηριωμένα μεθοδολογικά, με λιγότερες φωτογραφικές ρυθμίσεις, και περισσότερο συναρτώμενα με τη δυναμική των αγορών, την καινοτομία και καύσιμα χαμηλών ρύπων. Αν προκύψει εμπλοκή στην Γερμανική περίπτωση, η εξεύρεση ενός νέου σημείου ισορροπίας θα είναι εξαιρετικά πολύπλοκη, δεδομένων των αντίρροπων τάσεων που κυριάρχησαν στο στάδιο των διαπραγματεύσεων. 
Η έμφαση όμως πλέον θα είναι στην ένταξη άλλων τομέων στο σχήμα ETS ή η επιβολή φόρου άνθρακα, στη στρατηγική μεθανίου, στην περιφερειακή διάσταση των υπεράκτιων αιολικών, το υδρογόνο, και την αντιμετώπιση του εκρηκτικού ελλείμματος του λογαριασμού των ΑΠΕ. Οπότε, το σημείο αναφοράς στο δημόσιο διάλογο της χώρας θα έχει ενδεχομένως μετατοπιστεί. Όπως άλλωστε είχε εντοπίσει ο Πλούταρχος “Στη ζωή τα μισά από όσα πρέπει να συμβούν συντελούνται σε λάθος χρόνο, ενώ τα υπόλοιπα δεν συμβαίνουν ποτέ». 
Η Νεκταρία Καρακατσάνη είναι μαθηματικός, με εξειδίκευση στα οικονομικά της ενέργειας και νέες τεχνολογίες. 
energypress.gr

Αρχειοθήκη ιστολογίου